Πολλές φορές οι «ψυχροί» αριθμοί δείχνουν περισσότερα από όσα μπορούν να εξηγήσουν οι οικονομικές θεωρίες, οι πολιτικοί τακτικισμοί ή οι διπλωματικοί ελιγμοί. Το Fortune εξηγεί με δύο απλά γραφήματα τους δύο βασικούς λόγους που υποχρέωσαν την ελληνική κυβέρνηση να κάτσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και τελικά να υποκύψει στις πιέσεις των πιστωτριών κρατών.
Το πρώτο γράφημα έχει να κάνει με ένα θέμα που τις τελευταίες ημέρες έχει αναλυθεί επαρκώς. Πρόκειται για την αυξητική τάση των Ελλήνων καταθετών να τραβήξουν τα χρήματά τους από τις ελληνικές τράπεζες. Μέσα στον Ιανουάριο το 7.6% των καταθέσεων έφυγε από τις ελληνικές τράπεζες ή, σε απόλυτους αριθμούς, πάνω από 12 δισεκατομμύρια ευρώ. Όπως αναφέρει το άρθρο: «Θυμηθείτε πως η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε στις 26 του μήνα, ξεκινώντας την μικροπολιτική του τις πρώτες δύο εβδομάδες και η ροή των ειδήσεων επέτεινε το φαινόμενο της εκροής καταθέσεων».
Σύμφωνα με την ανάλυση που κάνει το Fortune, υπάρχει μια ηθική διάσταση στο όλο θέμα των καταθέσεων: οι Έλληνες ψηφοφόροι να εμπιστεύτηκαν ένα κόμμα που τους υποσχέθηκε πως θα τους κρατήσει στο ευρώ και να αφαιρέσει από πάνω τους το βάρος του μνημονίου, αλλά ακόμη και αυτοί δεν πιστεύουν σε αυτά τα όνειρά.
Το δεύτερο διάγραμμα δείχνει το κενό που υπάρχει στη χρηματοδότηση των τραπεζών, απότοκη της τωρινής κατάστασης και του γεγονότος ότι τα ελληνικά ομόλογα δεν γίνονται πλέον δεκτά από την ΕΚΤ. Η αναγκαστική προσφυγή στον ELA, έχει μεγαλώσει το οικονομικό χάσμα στις ελληνικές τράπεζες που τώρα είναι αναγκασμένες να δανείζονται από την κεντρική τράπεζα.
Το σύστημα αντιμετωπίζει ήδη μια μαζική αμφίδρομη στενότητα και η ελληνική κυβέρνηση έχει να προσφέρει μόνο μερικά άσχημα νέα για την οικονομική κατάσταση, ενώ οι φήμες εντάθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα για έλεγχο στην κίνηση των κεφαλαίων, σε περίπτωση που ο Γιάνης Βαρουφάκης δεν συμφωνούσε με τους εταίρους στο τελευταίο Eurogroup.