Τη Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου ο γενικός διευθυντής της τράπεζας HSBC, Stuart Gulliver, ανακοίνωσε ότι κόβονται οι διαφημίσεις σε όλα τα ΜΜΕ που έδειξαν «εχθρότητα» απέναντί της.
Ο κ. Γκιούλιβερ εξήγησε ότι η τράπεζά του «διαφημιζόταν για να πουλήσει περισσότερα προϊόντα» και ότι, κατά συνέπεια, «δεν έχει κανένα νόημα να βάζεις διαφήμιση από τη μια πλευρά και από την άλλη να υπάρχει ένα εχθρικό άρθρο».
«Αν διαβάζει κάποιος στις σελίδες 4 και 5 ότι η HSBC είναι μια κακή επιχείρηση, είναι απίθανο να πει λίγες σελίδες αργότερα ότι θα πάει να πάρει ένα δάνειο σε αυτή την τράπεζα», δήλωσε. «Είναι κοινή λογική, έτσι το θέλει το επιχειρηματικό πνεύμα. Δεν βάζουμε διαφημίσεις δίπλα σε εχθρικά άρθρα γιατί οι διαφημιστικές αναρτήσεις δεν θα μας απέφεραν τίποτα», πρόσθεσε.
Αυτές οι δηλώσεις έγιναν μετά τη θεαματική παραίτηση του αρθρογράφου της εφημερίδας Daily Telegraph, Peter Oborne, την Τρίτη 17 Φεβρουαρίου, ο οποίος κατηγόρησε τους ιδιοκτήτες ότι απέκρυψαν στοιχεία από τους φοροφυγάδες στην υπόθεση «SwissLeaks» για να προστατεύσουν την επιχείρηση από διαφημιστικές απώλειες.
Η τράπεζα HBSC είχε ήδη κόψει όλες τις διαφημίσεις από την Daily Telegraph το 2012-2013, μετά τις αποκαλύψεις που έκανε για μια θυγατρική της HSBC στο Τζέρσεϊ.
Χαμηλό προφίλ
Αυτές οι πρακτικές δεν είναι σπάνιες στις σχέσεις μεταξύ ΜΜΕ και διαφημιστών. Στη Γαλλία, το έζησε η καθημερινή εφημερίδα Liberation, μετά το εξώφυλλό της «Σήκω φύγε, πλούσιε ηλίθιε!» που απευθυνόταν στον Μπερνάρ Αρνό, το ισχυρό αφεντικό της Louis Vuitton, το 2012. Αυτό το εξώφυλλο στοίχισε στη Liberation 700.000 ευρώ έσοδα.
Αυτή τη φορά, από τις 9 Φεβρουαρίου, από την ημέρα δηλαδή που ξεκίνησε η αποκάλυψη των «SwissLeaks », η HSBC κόβει τις διαφημίσεις σε όλες τις εφημερίδες που συμμετείχαν στην έρευνα, όπως η Le Monde. Η τράπεζα αποφάσισε να κόψει γενικά τις διαφημίσεις προς το παρόν, έχοντας υιοθετήσει ένα πιο χαμηλό προφίλ, περιμένοντας καλύτερες ημέρες.