Η Σοφίαταουν, στα προάστια του Γιοχάνεσμπουργκ, ήταν κάποτε γνωστή για τον μποέμ τρόπο ζωής και τη μουσική σκηνή της. Ομως, πριν από 60 χρόνια η κυβέρνηση της Νότιας Αφρικής αποφάσισε να διαλύσει αυτή την πολυφυλετική περιοχή, μετατρέποντάς την σε γειτονιά μόνο για λευκούς.
Περίπου 65.000 άνθρωποι ζούσαν τότε εκεί. Λευκοί, μαύροι, Κινέζοι, Ινδοί συνυπήρχαν αρμονικά. Ομως, εκείνο το πρωί του Φεβρουαρίου του 1955, οι φωνές των αστυνομικών και οι οπλές των αλόγων ξύπνησαν τον κόσμο, όπως θυμάται ο 10 ετών τότε Βίκτορ Μοκίνε, μιλώντας στο BBC.
«Είδα έφιππους αστυνομικούς στην αυλή μας. Οι γονείς μας είπαν να μείνουμε στο σπίτι γιατί φοβούνταν. Αυτοί που ήρθαν ήταν οπλισμένοι, κάποιοι με αυτόματα. Ακούγαμε τους ήχους από τα φορτηγά που έφταναν για να πάρουν τα πράγματα των ανθρώπων», θυμάται ο Μοκίνε.
Η κυβέρνηση είχε αποφασίσει, χρησιμοποιώντας μία Πράξη που επέβαλε σε διαφορετικές φυλετικές ομάδες να ζουν ξεχωριστά, να εκκενώσει την περιοχή. Ανακοίνωσε στον κόσμο ότι θα τους μεταφέρει σε άλλο μέρος. Ομως, για να προλάβουν τις αντιδράσεις, οι περίπου 2.000 αστυνομικοί έφτασαν τρεις ημέρες πριν από την προγραμματισμένη εκκένωση, αξημέρωτα, για να πιάσουν τον κόσμο απροετοίμαστο.
Εκείνη την εποχή η Σοφίαταουν ήταν από τις λίγες περιοχές της χώρας στις οποίες επιτρέπονταν στους μαύρους να κατέχουν γη. Κάτι που επρόκειτο να αλλάξει όμως σύντομα, γιατί δύο χρόνια νωρίτερα οι κάτοικοι γειτονικών «λευκών» προαστίων είχαν αρχίσει να ζητούν την απομάκρυνσή τους.
«Υπήρχε μεγάλος φόβος. Κάποιοι αστυνομικοί έμπαιναν στα σπίτια κλωτσώντας τις πόρτες, ενώ ούρλιαζαν στον κόσμο να βγει έξω. Ήταν σαν πόλεμος», θυμάται ο Μοκίνε. Ο κόσμος ανέβαινε στα φορτηγά ήσυχα, χωρίς κραυγές, χωρίς αντίσταση. Οι αρχές από την πλευρά τους το παρουσίαζαν σαν γιορτή, λέγοντας ότι ο κόσμος χαιρόταν που έφευγε από αυτή την «περιοχή πανούκλα».
Ως το 1955 η Σοφίαταουν ήταν γνωστή για τους μουσικούς, τους καλλιτέχνες, τους συγγραφείς αλλά και τους γκάγκστερ της. Ο Νέλσον Μαντέλα, ως αντιπρόεδρος του ANC επισκεπτόταν συχνά την περιοχή. Αρχικά, σε μία πύρινη ομιλία του καλούσε τους κατοίκους να αντισταθούν στην εκκένωση. Οταν όμως το κόμμα διαπίστωσε ότι πάνοπλοι αστυνομικοί θα επέβλεπαν τη διαδικασία, συμβούλευσαν τους κατοίκους να μην ξεσηκωθούν για να αποφευχθεί το μακελειό.
Όταν τελικά η οικογένεια του Βίκτορ Μοκίνε μεταφέρθηκε στο Μίντοουλαντς που προοριζόταν για τους μαύρους κατοίκους της περιοχής, τους έδωσαν έναν σκουπιδοτενεκέ, δύο καρβέλια ψωμί και ένα ποτήρι γάλα και τους συνόδευσαν στο νέο τους σπίτι. Δεν είχε ταβάνια, οι τοίχοι δεν ήταν βαμμένοι και το πρώτο βράδυ σκεπάστηκαν με εφημερίδες για να μην κρυώνουν. Για καιρό, θυμάται, ο κόσμος χανόταν τα βράδια επιστρέφοντας από τη δουλειά, γιατί δεν υπήρχαν φώτα στους δρόμους και τα σπίτια ήταν όλα ίδια.
Ως το 1962, η Σοφίαταουν είχε ισοπεδωθεί και χτιστεί από την αρχή ως περιοχή μόνο για λευκούς με το όνομα Τριμόφ. Η μόνη ανάμνηση από το ό,τι υπήρξε ήταν όταν οι νέοι κάτοικοι έβρισκαν κάποιες φορές κατσαρόλες θαμμένες στους κήπους τους. Οι κατασκευαστές είχαν απλά χτίσει πάνω στα παλιά συντρίμμια.
Αυτή ήταν η πρώτη από πολλές τέτοιες βίαιες εκκενώσεις, που διέλυσε παλιές κοινότητες στη Νότια Αφρική τις δεκαετίες του '50 και του '60 με το πρόσχημα της φυλετικής αρμονίας. Μισό αιώνα αργότερα, το 2006, το Τριόμφ μετονομάστηκε ξανά σε Σοφίαταουν. Σήμερα είναι ένα από τα πιο πολυφυλετικά προάστια του Γιοχάνεσμπουργκ.