Με ένα παιχνίδι πόκερ, το οποίο η Ελλάδα παίζει για να χάσει καθώς φανέρωσε πολύ νωρίς τα καλά χαρτιά της και πλέον δεν μπορεί να μπλοφάρει, παρομοιάζει άρθρο του Guardian τη διαπραγμάτευση για το ελληνικό χρέος. Μάλιστα, αναλύοντας τα σενάρια για το μέλλον, η βρετανική εφημερίδα κάνει λόγο ακόμη και για πιθανότητα παραίτησης της κυβέρνησης ή αντικατάστασης του Γιάνη Βαρουφάκη.
«Το μέλλον της Ευρώπης εξαρτάται σε κάτι που φαίνεται απίθανο: τη συμφωνία ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Γερμανία», γράφει ο οικονομολόγος και αρθρογράφος Ανατόλι Καλέτσκι στη βρετανική εφημερίδα.
«Η Γερμανία είναι αποφασισμένη να αντισταθεί σε οποιαδήποτε διαγραφή χρέους. Για τους Γερμανούς ψηφοφόρους, αυτό έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία από τις λεπτομέρειες για τις μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα. Η Ελλάδα από την πλευρά της, είναι αποφασισμένη να κερδίσει την ανακούφιση από την τιμωρητική και αντιπαραγωγική λιτότητα που της έχει επιβληθεί μετά από την επιμονή της Γερμανίας, από την Τρόικα. Για τους Ελληνες ψηφοφόρους, αυτό έχει μεγαλύτερη σημασία από τους υπολογισμούς για το χρέος σε 30 χρόνια», προσθέτει ο Καλέτσκι.
Κατά την άποψή του, μία συμφωνία θα μπορούσε να γίνει πιο εύκολα αντικείμενο διαπραγμάτευσης αν και οι δύο πλευρές επικεντρώνοντας στην πρώτη προτεραιότητά τους και συμβιβάζονταν σε ό,τι αφορά τους δευτερεύοντες στόχους. «Δυστυχώς, τα ανθρώπινα λάθη δείχνουν πως λειτουργούν ενάντια σε μία τέτοια λογική λύση».
Στη συνέχεια, ο Καλέτσκι, αναφέρεται στη λάθος στρατηγική της νέας ελληνικής κυβέρνησης μέχρι τώρα και ιδιαίτερα στις κινήσεις του Γιάνη Βαρουφάκη, για τον οποίο αναφέρει ότι κάνει ακριβώς το αντίθετο από ότι θα περίμενε κανείς, με απρόβλεπτες διακυμάνσεις ανάμεσα στην επιθετικότητα και την αδυναμία.
«Η στρατηγική του είναι να κρατά ένα όπλο στο δικό του το κεφάλι και μετά να απαιτεί λύτρα για να μην τραβήξει τη σκανδάλη», γράφει χαρακτηριστικά. «Οι αξιωματούχοι της Γερμανίας και της Ευρωπαϊκής Ενωσης βλέπουν την μπλόφα του. Και το αποτέλεσμα είναι οι δύο πλευρές να έχουν κολλήσει σε μία αντιπαράθεση που κάνει αδύνατη τη σοβαρή διαπραγμάτευση», προσθέτει.
Οπως σημειώνει ο Καλέτσκι, η ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε να ακολουθήσει το δρόμο του Μάριο Ντράγκι, ο οποίος κατάφερε με τη στρατηγική που ακολούθησε τον προηγούμενο μήνα, να κάμψει τις αντιδράσεις της Γερμανίας και να επιτύχει την νομισματική τόνωση που ξεκάθαρα χρειάζονταν η Ευρώπη.
«Αν ο Βαρουφάκης είχε υιοθετήσει ανάλογη στρατηγική για την Ελλάδα, θα επέμενε πεισματικά στη συζήτηση για τη διαγραφή χρέους μέχρι την τελευταία στιγμή και μετά θα έκανε πίσω σε αυτό το θέμα αρχής, με αντάλλαγμα σημαντικές παραχωρήσεις σε ότι αφορά τη λιτότητα και τις μεταρρυθμίσεις. Ή θα μπορούσε να είχε υιοθετήσει μία λιγότερο επιθετική στρατηγική. Να αποδεχθεί από την αρχή τη γερμανική θέση ότι τα χρέη είναι ιερά και μετά να δείξει ότι η λιτότητα θα μπορούσε να χαλαρώσει χωρίς καμία μείωση της ονομαστικής αξίας του ελληνικού χρέους. Ομως, αντί να επιδιώξει με συνέπεια οποιαδήποτε στρατηγική, ο Βαρουφάκης κινήθηκε ανάμεσα στην περιφρόνηση και το συμβιβασμό, χάνοντας την αξιοπιστία και με τους δύο τρόπους», γράφει ο Καλέτσκι.
Ο οικονομολόγος επικρίνει την κυβέρνηση και για την επιλογή της να υπαναχωρήσει γρήγορα από το πρωταρχικό της αίτημα.
«Η Ελλάδα ξεκίνησε τη διαπραγμάτευση επιμένοντας ότι η διαγραφή χρέους είναι «κόκκινη γραμμή». Αλλά αντί να επιμείνει σε αυτή τη θέση, ακολουθώντας την τακτική του Ντράγκι, εγκατέλειψε αυτό το αίτημα μέσα σε λίγες ημέρες. Μετά ακολούθησε η άσκοπη πρόκληση της άρνησης των συνομιλιών με την Τρόικα, παρότι αυτά τα τρία θεσμικά όργανα είναι πολύ πιο φιλικά προς τα ελληνικά αιτήματα από ότι η γερμανική κυβέρνηση», αναφέρει.
Τελικά, ο Βαρουφάκης, σημειώνει ο Καλέτσκι, απέρριψε οποιαδήποτε επέκταση του προγράμματος της Τρόικα. Αυτό προκάλεσε μία αχρείαστη νέα διορία, την 28η Φεβρουαρίου, για την απόσυρση της χρηματοδότησης της ΕΚΤ και την κατάρρευση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.
«Το αποτέλεσμα είναι ότι η Ελλάδα είναι και πάλι στην αρχή σε αυτό το παιχνίδι πόκερ με τη Γερμανία και την Ευρώπη. Η νέα κυβέρνηση έδειξε πολύ νωρίς τα καλύτερα χαρτιά της και δεν της έχει απομείνει αξιοπιστία αν θέλει να προσπαθήσει να μπλοφάρει», γράφει ο οικονομολόγος.
Οσο για τη συνέχεια, θεωρεί ως πιο πιθανό σενάριο να αποδεχθεί σύντομα ο ΣΥΡΙΖΑ την ήττα του, να επανέλθει η χώρα σε ένα πρόγραμμα τύπου Τρόικα, απλά χωρίς τη λέξη «Τρόικα».
«Μία άλλη πιθανότητα θα ήταν η κυβέρνηση να εφαρμόσει μονομερώς κάποιες από τα ριζοσπαστικά πλάνα της για μισθούς και δημόσιες δαπάνες, αψηφώντας τις διαμαρτυρίες των Βρυξελλών της Φρανκφούρτης και του Βερολίνου. Αν η Ελλάδα το δοκιμάσει αυτό, είναι σχεδόν βέβαιο ότι η ΕΚΤ θα διακόψει την έκτακτη χρηματοδότηση προς το ελληνικό τραπεζικό σύστημα μετά από την εκπνοή του προγράμματος της Τρόικα στις 28 Φεβρουαρίου. Με αυτή τη διορία να πλησιάζει, η ελληνική κυβέρνηση πιθανότατα θα υποχωρήσει, όπως συνθηκολόγησαν η Κύπρος και η Ιρλανδία όταν αντιμετώπισαν αντίστοιχες απειλές.
Μία τέτοια συνθηκολόγηση της τελευταίας στιγμής θα μπορούσε να σημαίνει παραίτηση της ελληνικής κυβέρνησης και αντικατάστασή της από τεχνοκράτες εγκεκριμένους από την ΕΕ, όπως έγινε το 2012 στην Ιταλία. Σε ένα λιγότερο τραβηγμένο σενάριο, ο Βαρουφάκης θα μπορούσε να αντικατασταθεί ενώ η υπόλοιπη κυβέρνηση θα επιβιώσει. Η μόνη άλλη πιθανότητα, αν και όταν αρχίσουν οι ελληνικές τράπεζες να καταρρέουν, θα ήταν η έξοδος από το ευρώ».
Οπως σημειώνει ο Καλέτσκι, όποια μορφή παράδοσης και να διαλέξει, η Ελλάδα δεν θα είναι η μόνη που θα χάσει. «Οι υποστηρικτές της δημοκρατίας και της οικονομικής ανάπτυξης θα έχουν χάσει την καλύτερη ευκαιρία να τερματιστεί η αυτοκαταστροφική λιτότητα που έχει επιβάλει η Γερμανία στην Ελλάδα», καταλήγει.