Τους λόγους που οι αγορές δεν πανικοβλήθηκαν από τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου, όπως είχε αρχικά προβλεφθεί από διάφορους οικονομολόγους, επιχειρεί να εξηγήσει ο οικονομικός αναλυτής Ρόμπερτ Πέστον.
Οι δανειστές επέβαλαν ως προϋπόθεση για τη σωτηρία τη λιτότητα
Ο Πέστον στην ανάλυσή του στο BBC γράφει πως «ο ελληνικός λαός δεν μοιάζει απελπιστικά ευγνώμων για τα 240 δισ. ευρώ των πακέτων διάσωσης που πήρε (η χώρα) από Ευρωζώνη και ΔΝΤ». Και κατά τη δική του γνώμη, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι «η οικονομική κρίση της χώρας προκλήθηκε κατά κύριο λόγο επειδή η κυβέρνησή της έκανε εκτεταμένα χρέη. Ετσι όταν ξεκίνησε η κρίση, στο τέλος του 2009, τα χρέη της αντιστοιχούσαν στο 127% του ΑΕΠ και την επόμενη χρονιά εκτοξεύθηκαν στο 146% του ΑΕΠ. Ως προϋπόθεση για τη σωτηρία τέθηκαν η περικοπή των δημόσιων δαπανών και η επιβολή λιτότητας στην Ελλάδα. Και αυτό είχε ένα μεγάλο αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα».
«Η χώρα βρισκόταν ήδη σε ύφεση μετά τη διεθνή οικονομική κρίση του 2008, αλλά από το 2010 και χάρη κυρίως στην επιβεβλημένη από τις Βρυξέλλες λιτότητα αυτή συρρικνώθηκε περισσότερο και έφτασε στο 19% του ΑΕΠ» τονίζει ο Βρετανός οικονομικός αναλυτής στο άρθρο του με τίτλο «Γιατί οι αγορές δεν πανικοβάλλονται με την Ελλάδα». Εξηγεί δε, πως «το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, η εξέταση του οποίου είναι ίσως καλύτερο μέτρο στο να κατανοηθεί η κακουχία που επιβλήθηκε στους Έλληνες, έπεσε στο 22% από την έναρξη της κατάρρευσης το 2008. Ετσι, είναι βέβαιο πως η λιτότητα πόνεσε».
Η λιτότητα αύξησε και δεν μείωσε το ελληνικό χρέος
«Ομως» αναρωτιέται ο Πέστον, «δούλεψε στο να μειώσει τα χρέη της Ελλάδας;». Η απάντηση για τον Βρετανό δημοσιογράφο είναι απλή. Δεν χρειάζεται παρά να παραθέσει τους αριθμούς. «Αντιθέτως» γράφει, «το ελληνικό χρέος μέχρι τα τέλη του Σεπτεμβρίου 2014 εκτοξεύθηκε στο 176%» και μπορεί σε απόλυτους αριθμούς να έχει μειωθεί σε σχέση με το 2013, όμως παρακολουθώντας την πορεία του από το 2008 και μετά τα πράγματα μάλλον επιβεβαιώνουν τον λαό παρά τους σωτήρες. Το 2008 το δημόσιο χρέος ανερχόταν σε 265 δις ευρώ, το 2010 σε 330 δις ευρώ και τον Σεπτέμβριο της προηγούμενης χρονιάς σε 316 δις ευρώ.
Eίναι πιο πιθανό ότι θα επικρατήσει η λογική και ότι η Γερμανία θα κατανοήσει τις κολοσσιαίες οικονομικές θυσίες των Ελλήνων
Το πρόβλημα με το χρέος τώρα είναι μεγαλύτερο από ό,τι το 2010
Αλλά, όπως τονίζει ο Πέστον, «δεν είναι μόνο το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, που καθορίζει την οικονομική δυνατότητα, αλλά και το εθνικό εισόδημα. Και αναφορικά με αυτό το σημαντικό μέτρο, το πρόβλημα με το χρέος της Ελλάδας είναι χειρότερο από ό,τι ήταν πριν σωθεί».
Για να γίνει βιώσιμο το χρέος, θα χρειαστεί πάνω από μία γενιά
«Για να ορίσουμε το προφανές, η κατάρρευση της οικονομίας είναι αυτή που έχει κάνει τη ζημιά» ξεκαθαρίζει ο αναλυτής του BBC και προσθέτει: «Και παρόλο που η Ελλάδα ξαναμπήκε από πέρυσι σε φάση ανάπτυξης, με τον τρέχοντα ρυθμό να είναι στο 1,6% (κάτι που μπορεί να μην διατηρηθεί βέβαια), το μειώσει το εθνικό χρέος της, τόσο ώστε να μπορέσει να το διαχειριστεί, θα χρειαστεί περισσότερο από μία ολόκληρη γενιά».
Ετσι, κατά τον Πέστον, δεν είναι παράξενο που ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος είχε στηρίξει την προεκλογική του εκστρατεία στον τερματισμό της λιτότητας και της αναδιάρθρωσης του χρέους, αναδείχθηκε ο μεγάλος νικητής των εθνικών εκλογών. «Πρόκειται για ένα καθαρό μήνυμα του ελληνικού λαού στις Βρυξέλλες, ή μάλλον καλύτερα στις Βερολίνο, μιας και η Γερμανία είναι η μεγάλη χώρα της ευρωζώνης και η πιο προσηλωμένη στην οικονομική ορθοδοξία που ορίζει πως δεν υπάρχει κανένα κέρδος χωρίς τον πόνο της λιτότητας».
Δύο οι λόγοι που η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ είναι σημαντική για τους επενδυτές
Οσο για τους επενδυτές, ο Πέστον ορίζει δύο λόγους για τους οποίους η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ έχει σημαίνουσα σημασία.
Ο πρώτος είναι ότι ο Αλέξης Τσίπρας έχει στείλει εδώ και καιρό το μήνυμα ότι «θα επαναδιαπραγματευτεί τη χαλάρωση της λιτότητας που έχει επιβληθεί από Βρυξέλλες και ΔΝΤ», αλλά και την «αναδιάρθρωση του τεράστιου δημόσιου χρέους της χώρας». Ωστόσο, ο δημοσιογράφος του BBC επισημαίνει την επιμονή των Γερμανών πως «η συμφωνία που έγινε στην Ελλάδα για διάσωση είναι η συμφωνία που ήδη υπάρχει». «Ετσι, ο συμβιβασμός μπορεί να αποδειχθεί αδύνατος» τονίζεται στην ανάλυση, «και η πιθανότητα η Ελλάδα να αναγκασθεί να εγκαταλείψει την ευρωζώνη δεν είναι ένα απίθανο σενάριο».
Ο δεύτερος λόγος που η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ είναι σημαντική για τους επενδυτές είναι το γεγονός πως η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα που εξέλεξε ένα κόμμα που αντιμάχεται τη λιτότητα, αλλά είναι κι ένα δείγμα με το τι γίνεται στα κράτη που περνούν κρίση και στα οποία έχουν επιβληθεί παρόμοια μέτρα. Ο Βρετανός οικονομικός αναλυτής υπογραμμίζει το γεγονός ότι «τα κόμματα αντι-λιτότητας προελανουν σε όλη την Ευρώπη και κυρίως στη Γαλλία και την Ισπανία». «Αν ο ΣΥΡΙΖΑ καταφέρει να βγει ο νικητής των διαπραγματεύσεων με την υπόλοιπη ευρωζώνη, τότε και τα άλλα κόμματα αντι-λιτότητας θα φανούν στους ψηφοφόρους ως πολύ πιο αξιόπιστα» τονίζει ο Πέστον και επισημαίνει ότι μια νίκη της Μαρίν Λεπέν στη Γαλία θα ήταν ένα πολύ ενδιαφέρον τεστ για την ψυχραιμία των αγορών. Από την άλλη, «αν ο ΣΥΡΙΖΑ χάσει στις διαπραγματεύσεις με τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο, και γίνει η τελική ρήξη της Ελλάδας με το ευρώ, τότε οι επενδυτές είναι πιθανόν αποσύρουν όλα τους τα κεφάλαια από όλες τις χώρες της ευρωζώνης όπου εθνικιστικά ρεύματα σημειώνουν άνοδο».
Γιατί οι επενδυτές δεν πανικοβλήθηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ;
Και σε αυτό το σημείο, ο Ρόμπερτ Πέστον αναρωτιέται στο άρθρο του στο BCC: «Γιατί λοιπόν, οι επενδυτές δεν είναι σε κατάσταση φρενήρους πανικού;, Γιατί οι ευρωπαϊκές αγορές και τα χρηματιστήρια δεν ήταν σε αναταραχή το πρωί της Δευτέρας»;
Στα ερωτήματα αυτά, δίνει ο ίδιος την απάντηση, λέγοντας πως υπάρχει μόνο μία «ελαφρώς απίθανη εξήγηση πως οι επενδύτες πιστεύουν ότι η ευρωζώνη μπορεί τελικά να γίνει πιο δυνατή χωρίς την Ελλάδα, αρκεί μόνο να μην ακολουθήσει την έξοδο και μια μεγάλη χώρα».
Ωστόσο, κατά τον Βρετανό αναλυτή, «είναι πιο πιθανό ότι θα επικρατήσει η λογική και το Βερολίνο θα επιβάλλει κυρώσεις σε μια ενδεχόμενη εκτεταμένη αναδιάρθρωση του μεγάλου ελληνικού χρέους. Και εδώ πρέπει να επισημάνουμε το εξής σημαντικό: εκτός Γερμανίας δεν υπήρχε σχεδόν κανένας οικονομολόγος ή κεντρικός τραπεζίτης που να πίστευε ότι η προηγούμενη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους (σ.σ. 2012) επρόκειτο να είναι αποτελεσματική. Ετσι, απλά ίσως, μετά και τις κολοσσιαίες προσπάθειες που έχουν κάνει οι Έλληνες και ως ένα βαθμό τις άνευ αντικρίσματος οικονομικές θυσίες, η Γερμανία καταλάβει και συμφωνήσει σε μια διάσωση που θα επιτρέψει στη χώρα να έχει μια ευκαιρία να παλέψει με αξιώσεις να βγει από τα κολοσσιαία της χρέη».