«Μπράβο»! Σαν ιαχή, κανονική κραυγή, αυτό το «μπράβο» διέτρεξε την κατάμεστη αίθουσα Τριάντη στο Μέγαρο Μουσικής το βράδυ της Τετάρτης 21 Ιανουαρίου, δευτερόλεπτα πριν ακουστούν οι τελευταίες νότες του επικού έργου «Τριστάνος και Ιζόλδη» του Βάγκνερ. Ενα μπράβο που σάρωσε την αίθουσα και συνάντησε όσα ακούσαμε επί πέντε ώρες, καθηλωμένοι σε αυτή την ιστορική, πρώτη παρουσίαση της όπερας του Βάγκνερ από την Εθνική Λυρική Σκηνή. Ο Μύρων Μιχαηλίδης έβαλε ένα μεγάλο στοίχημα. Και το κέρδισε με τρόπο εντυπωσιακό.
Ηταν μια ιστορική νύχτα αυτή. Οχι μόνο επειδή η Λυρική τόλμησε, 75 χρόνια από τη δημιουργία της, να ανεβάσει αυτό το επικό έργο-σταθμός του παγκόσμιου ρεπερτορίου. Αλλά γιατί η Λυρική μιας χώρας που παραπαίει οικονομικά και επιμένει να αντιμετωπίζει τον πολιτισμό σαν παντεσπάνι, η Εθνική Λυρική Σκηνή μιας χώρας που αρνείται να καταβάλει όσα έχει υποσχεθεί στη πρώτη όπερα της χώρας, η αναγεννημένη άφοβη ορμητική Λυρική του Μύρωνα Μιχαηλίδη κέρδισε το στοίχημα. Απόλυτα. Το πόσα χρωστάει η Λυρική και ο σύγχρονος πολιτισμός στον Μύρωνα Μιχαηλίδη το έχουμε ξαναπεί -και δεν θα σταματήσουμε να το λέμε. Ο καλλιτεχνικός διευθυντής που την οδήγησε από το λουκέτο στον θρίαμβο και στον πιο ενεργό διάλογο που είχε ποτέ πολιτιστικός φορέας με το κοινό. Αλλά και ο μαέστρος που μετά από τουλάχιστον πέντε ώρες στο πόντιουμ ανέβηκε να υποκλιθεί στο κοινό και έφερε μαζί του πάνω στη σκηνή όλη την ορχήστρα!
Στιγμές πρωτοφανείς. Στιγμές που η περηφάνια, ο ενθουσιασμός, η δουλειά συναντιούνται με το ήθος. Τέτοιες στιγμές ζήσαμε το βράδυ της Τετάρτης στην αίθουσα Τριάντη. Και ονειρευόμασταν τι άλλο θα κάνει αυτή η Λυρική μέσα στο αριστουργηματικό νέο κτίριό της, στο Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος, από το 2016 και μετά.
«Είναι άθλος. Αυτό που κάνει η Λυρική σήμερα είναι άθλος», μονολογούσαμε ήδη από τα διαλείμματα της παράστασης, που ξεκίνησε στις 6.30 το απόγευμα και ολοκληρώθηκε στις 11.20 το βράδυ. Για να ακολουθήσουν έντεκα λεπτά (ναι, τα μέτρησα) χειροκροτημάτων, επιφωνημάτων, ήχων από πόδια που χτυπούσαν ρυθμικά στο πάτωμα, φλας που αναβόσβηναν. Ο Τριστάνος και η Ιζόλδη, αυτή η μεθυστική, ανταριασμένη ιστορία έρωτα και θανάτου είναι ένα έργο που μπορεί να σε καταπιεί, να σε αφανίσει αν δεν έχεις το ανάστημα να το προσεγγίσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι από τον Σεπτέμβριο η ορχήστρα δούλευε το έργο, ενημερωνόταν γι' αυτό, το μελετούσε, έζησε μαζί του πέντε μήνες.
Και μετά, υπήρχε αυτή η σοφία των ιδανικών συναντήσεων. Η συνάντηση του Μύρωνα Μιχαηλίδη με τον Γιάννη Κόκκο, ο οποίος σκηνοθέτησε την παράσταση, έκανε τα σκηνικά και τα κοστούμια. Με ειδικές προβολές, η αίθουσα Τριάντη γινόταν θάλασσα, γινόταν έρημος, γινόταν δάσος, γινόταν το χώμα στο οποίο ξάπλωσαν ο Τριστάνος και η Ιζόλδη για να ολοκληρώσουν τον φυσικά παράνομο, υπό διωγμό έρωτά τους.
Διότι ο έρωτάς τους ήταν το ίδιο με τον θάνατο. Ταυτόσημος με αυτόν. «Από πόθο να καώ κι ύστερα να σβήσω, να χαθώ», λέει ο Τριστάνος. Αλλά και «ποθώντας να πεθάνω. Θέλω να ποθήσω, όχι να πεθάνω από πόθο». Το κείμενο του Βάγκνερ, ένα κορυφαίο ερωτικό ποίημα, που καθήλωσε το κοινό στην ιδανική μετάφραση από τον Αλέξανδρο Ίσαρη. Και τον έρωτα αυτό που σημαίνει θάνατο τον ενσάρκωσαν στην αίθουσα Τριάντη ο διάσημος Γερμανός ηρωικός τενόρος Τόρστεν Κερλ και η συγκλονιστική καθηλωτική Αν Πέτερσεν. Σπουδαία μεγέθη πάνω στη σκηνή, όμως η Αν Πέτερσεν κατόρθωσε να καταδυθεί σε όλες τις σκοτεινές γωνίες των μύχιων συναισθημάτων της Ιζόλδης με μοναδικό τρόπο: από την οργή, την υπέροχη στιγμή της κατάρας (στην πρώτη πράξη), στον έρωτα που την κεραυνοβόλησε, το πάθος, τον πόθο, τον πόνο του πόθου, τη συντριβή, τον θάνατο. Γιατί η Ιζόλδη του Γιάννη Κόκκου πνίγηκε μπροστά στα μάτια μας. Μέσω μιας ειδικής προβολής την είδαμε να οδηγείται αργά μέσα στη θάλασσα και να πεθαίνει, ακολουθώντας το νεύμα του ήδη νεκρού Τριστάνου.
O Bάγκνερ επινόησε μια λέξη για την τελευταία αυτή στιγμή, για τη δραματική άρια παράδοσης της Ιζόλδης: Liebestod. Δηλαδή, «έρωτας-θάνατος». Η ιδανική κατάληξη για έναν έρωτα τόσο άγριο. Εναν έρωτα μαινόμενο, έρωτα που θέλει να καταπιεί τον άλλο, να γίνει ο άλλος. Λέει ο Τριστάνος στη δεύτερη πράξη, τη στιγμή που ενώνονται: «Εσύ Τριστάνος, εγώ Ιζόλδη, ποτέ πια Τριστάνος!» και του απαντά αυτή: «Εσύ Ιζόλδη, εγώ Τριστάνος, ποτέ πιά Ιζόλδη». Η Πέτερσεν και ο Κερλ μετέφεραν όλη την αγριότητα αυτού του έρωτα πριν πέσουν στο έδαφος, πριν το σκηνικό σκιστεί στα δύο και το δυνατό φως προδώσει το μυστικό τους στον βασιλιά Μάρκο.
Βγαίνοντας από το Μέγαρο Μουσικής στη νυχτερινή Αθήνα, λίγα 24ωρα πριν από τις κρίσιμες εκλογές, βράδυ καθημερινής, παρακολουθώ όλο το κοινό που αφιέρωσε τουλάχιστον έξι ώρες για να δει αυτή την επική όπερα. Το κοινό που διέψευσε όσους μέχρι και πρόσφατα έλεγαν πως η όπερα είναι για την ελίτ, όσους πολιτικούς αντιμετωπίζουν τον πολιτισμό ως πάρεργο και πολυτέλεια, ενώ είναι φάρμακο και τροφή για την κριτική σκέψη, όσους πίστευαν ότι το φορτισμένο προεκλογικό κλίμα θα καταπιεί κάθε άλλη δράση. Το βράδυ της Τετάρτης η Εθνική Λυρική Σκηνή έβγαλε αυτοδύναμη κυβέρνηση. Και είχε δίπλα της όχι ένα κοινό, αλλά πολίτες έτοιμους να την υπερασπιστούν και να τη σπρώξουν για να πάει ακόμα πιο ψηλά. Σε νέους άθλους.
* Οι παραστάσεις που είναι προγραμματισμένες για τις 28 και 31 Ιανουαρίου, αλλά και για τις 4 Φεβρουαρίου είναι ήδη sold out!