Η αριστερή κυβέρνηση της Σουηδίας ανακοίνωσε το Σάββατο μια συμφωνία με την κεντροδεξιά αντιπολίτευση, χάρη στην οποία αποφεύγεται η διεξαγωγή πρόωρων βουλευτικών εκλογών και περιορίζεται η άκρα δεξιά στο περιθώριο του πολιτικού συστήματος.
«Η κυβέρνηση δεν θα οργανώσει πρόωρες εκλογές» το Μάρτιο, αντίθετα με ό,τι είχε ανακοινώσει στην αρχή του μήνα, δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου ο σοσιαλδημοκράτης πρωθυπουργός Στέφαν Λεβέν.
Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα κατέληξε με το κίνημα των Πρασίνων, τον κυβερνητικό σύμμαχό του, και τα τέσσερα κόμματα της (κεντροδεξιάς) Συμμαχίας στη λεγόμενη «συμφωνία του Δεκεμβρίου», η οποία «επιτρέπει να κυβερνήσει μια κυβέρνηση μειοψηφίας», διευκρίνισε.
Στις αρχές Δεκεμβρίου, η κυβέρνηση είχε ανακοινώσει πρόωρες εκλογές για τις 22 Μαρτίου. Θα ήταν οι πρώτες πρόωρες εκλογές στη Σουηδία από το 1958.
Ο Λεβέν επεδίωκε να λύσει την πολιτική κρίση που προκλήθηκε από την ακροδεξιά, η οποία θέλει να αλλάξει την μεταναστευτική πολιτική επειδή την θεωρεί υπερβολικά γενναιόδωρη.
Οι Δημοκράτες της Σουηδίας (SD, άκρα δεξιά) είχαν απορρίψει τον κυβερνητικό προϋπολογισμό και είχαν ψηφίσει υπέρ εκείνου της αντιπολίτευσης, ωθώντας τον πρωθυπουργό να καλέσει και πάλι τους ψηφοφόρους στις κάλπες. Τελικά δεν θα χρειασθεί να ξαναψηφίσουν.
Η συμφωνία που επιτεύχθηκε, θέτει τις βάσεις για μια συνεργασία ανάμεσα στα έξι κόμματα που διεκδικούν κυβερνητικές αρμοδιότητες -τους σοσιαλδημοκράτες και τους Πρασίνους από τη μια πλευρά, και την κεντροδεξιά, που έχει συνασπισθεί στους κόλπους της Συμμαχίας (συντηρητικοί, αγροτικό κέντρο, φιλελεύθεροι και χριστιανοδημοκράτες), από την άλλη πλευρά- πάνω σε τρία θέματα, δηλαδή τις συντάξεις, την ενέργεια και την άμυνα.
Η συμφωνία, η οποία ισχύει ως το 2022, προβλέπει πως κάθε κυβέρνηση μειοψηφίας θα μπορεί να περνάει τον προϋπολογισμό της με την παθητική στήριξη της αντιπολίτευσης.
«Είναι μια νίκη για τη Σουηδία», τόνισε η εκπρόσωπος του συντηρητικού κόμματος (Μετριοπαθείς), του μεγαλύτερου της αντιπολίτευσης, η Άν Κίνμπεργκ Μπάτρα.
Είναι επίσης ένα βήμα προς περισσότερη συναίνεση, το στοιχείο που χαρακτηρίζει την πολιτική και την κοινωνία της Σουηδίας και το οποίο η πρόσφατη άνοδος της ακροδεξιάς (12,9% των ψήφων) είχε αποδυναμώσει.
«Η Σουηδία είναι υπερήφανη για την παράδοσή της που έγκειται στο να διευθετεί τα δύσκολα ζητήματα πέρα από παρατάξεις, μια παράδοση την οποία δεν έχουν όλες οι χώρες», υπενθύμισε ο πρωθυπουργός, φανερά ανακουφισμένος.
«Η συμφωνία αυτή είναι ενδεικτική αυτού που κάνουμε συνήθως στη σουηδική πολιτική: βρίσκουμε μακροπρόθεσμες λύσεις», εξήγησε η πολιτειολόγος Καμίλα Σάντστρεμ, η οποία διδάσκει στο πανεπιστήμιο του Ούμεο (βόρεια Σουηδία).
Από τη συμφωνία αποκλείεται ντε φάκτο η άκρα δεξιά, η οποία βρίσκεται περιθωριοποιημένη στο κοινοβούλιο, αν και έχει δύναμη μεταξύ των ψηφοφόρων.
«Η θεμελιώδης ιδέα είναι να μην επιτραπεί στους Δημοκράτες της Σουηδίας να έχουν επιρροή», συνεχίζει η Σάντστρεμ.
Για να σηματοδοτήσουν τη δυσαρέσκειά τους μπροστά στη νέα κατάσταση, οι SD ανακοίνωσαν πως θα καταθέσουν πρόταση μομφής. Το πιθανότερο είναι πως δεν θα συγκεντρώσει παρά τις ψήφους των 49 βουλευτών τους.
«Δεν έχουμε καμιά εμπιστοσύνη στον Λεβέν ως πρωθυπουργό», δήλωσε μιλώντας στη δημόσια τηλεόραση SVT ο προσωρινός πρόεδρος των Δημοκρατών της Σουηδίας Ματίας Κάρλσον.
Σύμφωνα με έναν σχολιαστή του δημόσιου ραδιοσταθμού SR, τον Φρέντρικ Φούρτενμπαχ, «η δύναμή τους θα μειωθεί, δεν θα μπορούν πλέον να προκαλέσουν μια κυβερνητική κρίση. Μ' αυτή τη συμφωνία, χάνουν επιρροή».
Τα θέματα της μετανάστευσης και της ολοκλήρωσης έχουν αποκλεισθεί από τη συμφωνία.
«Το γεγονός προκαλεί κάποια έκπληξη. Επείγει να συζητηθούν τα ζητήματα αυτά», δήλωσε η Σάντστρεμ.
Τα ενδιαφερόμενα κόμματα επισήμαναν πάντως πως προβλέπουν να συνεργασθούν στα θέματα αυτά. Αποφεύγουν έτσι να μετατρέψουν τις βουλευτικές εκλογές σε «δημοψήφισμα για τη μετανάστευση», όπως επιθυμούσε η άκρα δεξιά.
Η κυβέρνηση θα προτείνει τον Απρίλιο ένα διορθωτικό προϋπολογισμό. Μέχρι τότε θα κυβερνά με τον προϋπολογισμό της κεντροδεξιάς αντιπολίτευσης που υιοθετήθηκε στις 3 Δεκεμβρίου.