Ολοι έχουν ακούσει για την οικονομική ανάπτυξη της Κίνας, της Ινδίας, του Μεξικού και της Ρωσίας, τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα σε ό,τι αφορά την τελευταία. Αλλά όπως προκύπτει, η επιτυχία δεν ήρθε μόνη. Αυτές οι χώρες είναι τώρα η μεγαλύτερη πηγή παράνομου χρήματος στον κόσμο, εξάγοντας ένα τρισεκατομμύριο δολάρια κάθε χρόνο σε ξέπλυμα κεφαλαίων, ναρκωτικά και πληρωμές κάτω από το τραπέζι.
Αυτή είναι η σκοτεινή πλευρά του αναπτυσσόμενου κόσμου, σύμφωνα με μία νέα έκθεση για τη διαφθορά του οργανισμού για την Παγκόσμια Οικονομική Διαφάνεια (GFI), την οποία παρουσίασε η Washington Post. Και τα ποσά αυξάνονται κατά 10% κάθε χρόνο.
Η Κίνα είναι επικεφαλής, συνεισφέροντας με σχεδόν 250 δισεκατομμύρια δολάρια σε παράνομες χρηματοοικονομικές ροές το 2012, καθώς μέχρι εκείνη τη χρονιά είναι διαθέσιμα τα δεδομένα. Η Ρωσία ακολουθεί με παράνομες εκροές ύψους 125 δισεκατομμυρίων, ενώ η Ινδία, η τρίτη πιο διεφθαρμένη χώρα στον κόσμο, ακολουθεί με 100 δισ. συνεισφορά στον παγκόσμιο «κουμπαρά» του μαύρου χρήματος.
Συνολικά, οι 10 πρώτες χώρες αντιπροσωπεύουν ένα «εντυπωσιακό 67% του παγκόσμιου συνόλου», σύμφωνα με τους ερευνητές. Το συμπέρασμα είναι πως αυτά τα κράτη, ανεξάρτητα από την επιτυχία τους, ακόμη παλεύουν για να ελέγξουν τη διαφθορά και την παράνομη χρηματοδότηση που εύκολα μπορούν να υπονομεύσουν την ανάπτυξη και να τις εμποδίσουν να κεφαλαιοποιήσουν την επιτυχία τους.
Για να αντιληφθεί κανείς τα μεγέθη, αρκεί να αναλογιστεί ότι περίπου 145 αναπτυσσόμενες χώρες σε όλο τον κόσμο διοχέτευσαν κατά μέσο όρο από 1 εκατομμύριο έως 125 δισ. δολάρια στο διάστημα 2003-2012. Η πιο απλά, να κοιτάξει αυτόν τον πίνακα.
Οι παράνομες χρηματοοικονομικές ροές είναι ιδιαίτερα προβληματικές στις αναπτυσσόμενες χώρες, εκεί όπου τα χρηματοπιστωτικά συστήματα είναι συχνά πιο ευάλωτα στη διαφθορά. Τα τρισεκατομμύρια των δολαρίων αντιπροσωπεύουν χρήματα που θα μπορούσαν σε διαφορετική περίπτωση να διοχετευθούν μέσω των οικονομικών και να συμβάλλουν στην ανάκαμψη. Αντί αυτού όμως, καταλήγουν στα χέρια εγκληματιών, διεφθαρμένων αξιωματούχων και επιχειρηματιών.
«Οι παράνομες εισροές κεφαλαίων συχνά στερούν από τις αναπτυσσόμενες χώρες σημαντικούς δασμούς, διευκολύνουν το έγκλημα και καταλήγουν στην παραοικονομία», αναφέρει η έκθεση.
Το δύσκολο είναι να περιοριστεί ο όγκος του παράνομου χρήματος, που εισέρχεται και εξέρχεται στις αναπτυσσόμενες χώρες. Ο πιο συνηθισμένος τρόπος για την κίνηση του μαύρου χρήματος είναι μέσω αναληθών στοιχείων για το εμπόριο, κάτι που πέρα από παράνομο, είναι και δύσκολο να ανιχνευθεί.
Οπως και στις περισσότερες από τις άλλες μορφές ξεπλύματος χρήματος, αυτή η πρακτική στο εμπόριο διαιωνίζεται από τη γενικότερη αδιαφάνεια στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Οι εταιρίες στις αναπτυσσόμενες χώρες συχνά έχουν τη δυνατότητα να λειτουργούν χωρίς να κοινοποιούν σημαντικές πληροφορίες για τα οικονομικά τους, τις συναλλαγές, ή ακόμη και την ιδιοκτησία.
Ενα από τα κλειδιά για την αντιστροφή αυτού του κλίματος είναι ρίχνοντας φως σε αυτές τις πληροφορίες, καλώντας τις κυβερνήσεις να καταστήσουν υπόλογες τις εταιρείες και κατά συνέπεια να φέρουν διαφάνεια εκεί όπου δεν υπάρχει. Και μία καλή αρχή θα μπορούσε να γίνει από την Κίνα, τη Ρωσία και την Ινδία, από όπου έρχονται τα περισσότερα παράνομα χρήματα, σημειώνει η εφημερίδα.