Ο Νίκος Ρωμανός δεν έχει διάθεση να γίνει μάρτυρας. Αγαπά τη ζωή, αλλά δεν μπορεί να ξεχάσει τα όσα έγιναν την 6η Δεκεμβρίου, πριν από έξι χρόνια. Αυτά είπε ο πατέρας του 21χρονο, Γιώργος Ρωμανός, μιλώντας στον Observer για το τι οδηγεί τις πράξεις του γιου του.
«Αγαπά φανατικά τη ζωή. Θέλει να ζήσει», λέει και προσθέτει στη συνέντευξή του στη βρετανική εφημερίδα. «Αλλά η κατάστασή του χειροτερεύει, γίνεται πιο αδύναμος». Ομως, σημειώνει το δημοσίευμα, η επιθυμία για να βρεθεί ένας μάρτυρας είναι πραγματική, σε μία χώρα στην οποία φουσκώνει ο θυμός των άνεργων νέων. Και στο πρόσωπο του Ρωμανού, σημειώνει ο Observer, όσοι διαδήλωναν στους δρόμους φαίνεται πως βρήκαν τον υποψήφιο μάρτυρα.
«Ο γιος μου είναι πολύ θυμωμένος, πολύ έξυπνος και πολύ συνειδητοποιημένος για το τι κάνει. Αυτό που φαίνεται παράλογο δίνει νόημα στους ανθρώπους. Αν οι αρχές του είχαν επιτρέψει να σπουδάσει, κάτι που είναι δικαίωμά του, τίποτα από όλα αυτά δεν θα είχε συμβεί», λέει ο Γιώργος Ρωμανός και προσθέτει ότι μπορεί οι διαδηλωτές να φωνάζουν συνθήματα για να θυμηθεί ο κόσμος την 6η του Δεκέμβρη, όταν έπεσε νεκρός ο Αλέξης Γρηγορόπουλος, αλλά δεν χρειάζεται. «Γιατί δεν μπορούμε να ξεχάσουμε. Τα όσα συνέβησαν εκείνο το βράδυ έχει χαραχτεί τόσο βαθιά στο μυαλό πολλών Ελλήνων και ειδικά στην οικογένειά μου», εξηγεί.
«Εκείνη η σφαίρα θα μπορούσε να είχε χτυπήσει το Νίκο, αλλά ήταν ο Αλέξης. Πριν από εκείνο το βράδυ, ήταν αθώος. Μετά πολιτικοποιήθηκε. Δεν ήταν κάτι που μπορούσε να ξεχάσει», συμπληρώνει ο Γιώργος Ρωμανός και αρνείται κατηγορηματικά κάθε εμπλοκή του γιου του με την τρομοκρατία. «Οταν εκείνος και οι αναρχικοί φίλοι του λήστεψαν την τράπεζα ήταν πολύ ευγενικοί. Είπαν σε όλους ότι δεν είχαν τίποτα μαζί τους, ότι το πρόβλημά τους ήταν με το κράτος», προσθέτει.
Για τον πατέρα του, ο Ρωμανός είναι ένας τυπικός εκπρόσωπος της νέας γενιάς που, παρότι μέσης κλάσης και προνομιούχος, ριζοσπαστικοποιήθηκε μεγαλώνοντας σε μία χώρα όπου το πολιτικό σύστημα κατηγορείται για την καταστροφή.
«Είναι πιο αστός από την αστική τάξη, ένας bon viveur που του αρέσουν το καλό φαγητό, τα καλά ρούχα, που κάθε χρόνο πήγαινε στην Αυστρία για να βελτιώσει τα γερμανικά του και είχε ταλέντο στο πιάνο. Αλλά ήξερε τι συνέβαινε γύρω του. Έβλεπε πώς η διεφθαρμένη ελίτ είχε καταστρέψει τον κοινωνικό ιστό αυτής της χώρας», σημειώνει χαρακτηριστικά