Νόμιμη και σωστά γίνεται παραδεκτή από τα δικαστήρια για τον Αρειο Πάγο η καταγραφή με τεχνικά μέσα συνομιλιών (με ήχο ή εικόνα) δημόσιων λειτουργών κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, όταν από την καταγραφή αποδεικνύεται ότι ζητούν ή παίρνουν «μίζα».
Αυτό έκρινε το Ανώτατο Δικαστήριο παρά το γεγονός ότι το Σύνταγμα και ο ποινικός νόμος απαγορεύουν την αθέμιτη καταγραφή εικόνας και ήχου και μάλιστα την τιμωρεί με ποινή κάθειρξης μέχρι και 10 χρόνια.
Όπως όμως διευκρινίζουν οι αρεοπαγίτες στην υπ΄ αριθμ. 277/2014 απόφασή τους, η επίμαχη νομοθετική διάταξη θεσπίστηκε «στα πλαίσια της γενικότερης προστασίας που παρέχεται στον άνθρωπο από το Σύνταγμα της ιδιωτικής του ζωής και γενικότερα της προσωπικότητας του. «Η απαγόρευση αυτή» ξεκαθαρίζουν οι δικαστές «δεν περιλαμβάνει και τις πράξεις ή εκδηλώσεις προσώπων, οι οποίες ανεξάρτητα από τον τρόπο και τον χρόνο που γίνονται, δεν ανάγονται στη σφαίρα της προσωπικής και ιδιωτικής ζωής τους, αλλά πραγματοποιούνται στα πλαίσια των ανατιθεμένων σε αυτούς υπηρεσιακών καθηκόντων και κατά την εκτέλεση τούτων, η οποία ως εκ της φύσεως και του είδους των εκπληρουμένων καθηκόντων υπόκειται σε δημόσιο έλεγχο και κριτική».
Η υπόθεση έφτασε στον Άρειο Πάγο, με αφορμή περίπτωση πολεοδόμου, ο οποίος μαζί με άλλα δύο πρόσωπα πήρε μίζα 55.000 ευρώ για την έγκριση συντελεστή δόμησης. Οι συνομιλίες για την μίζα με τα εμπλεκόμενα πρόσωπα καταγράφηκε με ειδικά μηχανήματα και ο πολίτης στη συνέχεια πήγε στην Υπηρεσία Ειδικών Υποθέσεων της ΕΛΑΣ και κατέθεσε το περιστατικό, ενώ παρέδωσε το CD που είχε καταγράψει τις συνομιλίες. Στην συνέχεια κατέθεσε και μήνυση.
Τελικά, ο υπάλληλος της Πολεοδομίας κρίθηκε ένοχος για το αδίκημα της παθητικής δωροδοκίας και δύο άλλοι συγκατηγορούμενοί του για το αδίκημα της άμεσης συνέργειας στην δωροδοκία.