Επίτιμη διδάκτωρας του Πανεπιστημίου Αθηνών αναγορεύθηκε την Παρασκευή η καθηγήτρια Βυζαντινής Ιστορίας, Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ, σε τελετή στη Μεγάλη Αίθουσα των Προπυλαίων.
«Τι είναι αυτό πού μου χαρίζει μια τέτοια τιμή; Ασφαλώς η προσπάθεια μου να δείξω ότι το Βυζάντιο δεν αποτελεί μόνο θεμέλιο της ελληνικής υπόστασης, αλλά συστατικό στοιχείο του ευρωπαϊκού πολιτισμού» τόνισε η κα Αρβελέρ σε ομιλία που εκφώνησε μετά την αναγόρευσή της σε επίτιμη διδάκτορα.
Η κα Αρβελέρ υπογράμμισε τη σημασία που έχουν αποκτήσει σήμερα η μελέτη και η ανάδειξη της βυζαντινής περιόδου κάνοντας λόγο για «ανανεωμένο βυζαντινισμό». Παράλληλα, αναφέρθηκε στους άρρηκτους δεσμούς του βυζαντινού κόσμου με τη σημερινή εποχή, την κληρονομιά και τη διαχρονία του βυζαντινού πολιτισμού.
Ιδιαίτερη ήταν η αναφορά της κας Αρβελέρ στη σχέση των νεοελλήνων με την Κωνσταντινούπολη και την Αγία Σοφία, αλλά και στη θέση που κατέκτησαν στην ποίηση, στη λογοτεχνία και στη λαϊκή παράδοση. «Χρωστάμε στο Βυζάντιο την οικουμενικότητα του μείζονος ελληνισμού» σημείωσε η κα Αρβελέρ. «Για τους νεοέλληνες το Βυζάντιο είναι αενάως παρόν» πρόσθεσε.
Στο τέλος της ομιλίας της, η κα Αρβελέρ δήλωσε αλληλέγγυα στην προσπάθεια των πρυτανικών αρχών να επαναπροσδιορίσουν την έννοια του ασύλου ως άσυλο ελεύθερης διακίνησης των ιδεών, αποσπώντας το χειροκρότημα των παρισταμένων. Αναφερόμενος στους λόγους για τους οποίους το Πανεπιστήμιο Αθηνών αποφάσισε να απομείνει στην Eλένη Αρβελέρ την ύψιστη διάκρισή του, ο πρύτανης του ΕΚΠΑ, Θόδωρος Φορτσάκης, τόνισε ότι ανάγονται όχι μόνο στην επιστημονική διαδρομή της, αλλά και στο γεγονός ότι με το έργο της και τη δημόσια παρουσία της έχει καταστεί μια προσωπικότητα οικεία.
«Είναι το πρόσωπο του Έλληνα, της Ελληνίδας που θα θέλαμε να έχει η χώρα και στο εσωτερικό κα στο εξωτερικό. Ακούγοντας την αισθανόμαστε ότι μετέχουμε κι εμείς στην πορεία της» σημείωσε χαρακτηριστικά ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών. «Η επιστημονική της σκέψη, ότι το Βυζάντιο αποτελεί τμήμα της ευρωπαϊκής ιστορίας, δεν έχει βρει τη θέση που της αξίζει. Η θέση αυτή παρέχει στην Ελλάδα τη δυνατότητα να αναπτύξει πληθώρα δράσεων, αλλά η Ελλάδα δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται τη σημασία αυτής της δυνατότητας» πρόσθεσε ακόμη.