«Sofort, unverzüglich» («Αμέσως, χωρίς καθυστέρηση»). Αυτές είναι οι δύο λέξεις, στα γερμανικά, που βγήκαν από τα χείλη ενός μέλους του Πολιτμπιρό του κομμουνιστικού καθεστώτος, του Γκίντερ Σαμπόφσκι, που σήμαναν το τέλος του Τείχους του Βερολίνου.
Σε ένα μεγάλο άρθρο το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων εξηγεί πώς ειπώθηκαν αυτές οι δύο λέξεις σε συνέντευξη Τύπου.
«Ηταν 18.53, Πέμπτη 9 Νοεμβρίου 1989. Ο Γκίντερ Σαμπόφσκι έρχεται στη συνέντευξη Τύπου για να ανακοινώσει τις τελευταίες αποφάσεις της κεντρικής επιτροπής του κομμουνιστικού κόμματος SED. Βγάζει από την τσέπη του ένα χαρτί. Σε μια αίθουσα του Διεθνούς Κέντρου Τύπου, όπου δεν έπεφτε καρφίτσα, ανακοινώνει ότι η ηγεσία της Ανατολικής Γερμανίας αποφάσισε να επιτρέψει τα ταξίδια στο εξωτερικό για τους πολίτες της.
«Και από πότε αυτό θα ισχύσει;», ρωτάει ένας δημοσιογράφος.
Ο Γκίντερ Σαμπόφσκι δεν το γνωρίζει, η ηγεσία δεν του είχε δώσει λεπτομέρειες. Ετσι, λοιπόν, αυτοσχεδιάζει.
«Απ' όσο ξέρω, αμέσως, χωρίς καθυστέρηση» -«Sofort, unverzüglich», απαντάει.
Ο Σαμπόφσκι αναγκάζεται να προφέρει αυτή τη «βόμβα» κυρίως γιατί δέχεται βροχή από ερωτήσεις. «Δεν ήταν συνηθισμένος από ελευθεροτυπία, δεν μπορούσε να διαχειριστεί τις ερωτήσεις των ξένων δημοσιογράφων και έτσι έδωσε την ψευδή εντύπωση ότι το Τείχος έπεσε», αναφέρει σε κεντρικό της άρθρο η Wall Street Journal.
Το 2009 η Wall Street Journal αποκάλυψε ότι είχε στείλει τέσσερις ανταποκριτές σε εκείνη τη συνέντευξη Τύπου. Εναν από το ιταλικό πρακτορείο ειδήσεων, έναν από το Voice of America, έναν από τη γερμανική Bild και έναν τέταρτο για τον οποίο δεν έχει δώσει ποτέ στοιχεία.
Το 2013 ο τέταρτος αυτός δημοσιογράφος επικοινωνεί μόνος του με την αμερικανική εφημερίδα. Αναφέρει ότι ονομάζεται Ραλφ Νιμέγερ, ότι εργαζόταν τότε για το πρακτορείο Dapa, που έχει κλείσει σήμερα. Εκείνος έθεσε την περιβόητη ερώτηση στον Σαμπόφσκι και τον ανάγκασε να κάνει την γκάφα του αιώνα.
Χωρίς αυτούς τους τέσσερις δημοσιογράφους είναι πιθανόν το Τείχος του Βερολίνου να μην είχε πέσει στις 9 Νοεμβρίου 1989. Η Wall Street Journal αναφέρει ότι ο Σαμπόφσκι δεν ήταν επιφορτισμένος να δώσει αυτή τη πληροφορία στη συνέντευξη Τύπου και ότι η εντολή ήταν να το εξαγγείλλει η ίδια η ανατολικογερμανική κυβέρνηση την επόμενη ημέρα. Η δική του ανακοίνωση δεν προέβλεπε άνοιγμα του Τείχους.
«Ο Σαμπόφσκι διάβασε αυτό το πράγμα και έφυγε», θυμάται ο Φερντινάν Πρότσμαν, που ήταν ρεπόρτερ στους New York Times εκείνη την εποχή. «Είχαμε μείνει εκεί άφωνοι και αναρωτιόμασταν τι μπορεί να σήμαινε αυτό το πράγμα».
Οι Γερμανοί πολίτες που παρακολουθούσαν τη συνέντευξη Tύπου πήραν κατά λέξη την ανακοίνωση του Σαμπόφσκι. «Μετά από μια στιγμή σύγχυσης, εκατοντάδες, χιλιάδες και μετά εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι έφτασαν στον πιο κοντινό τους σταθμό ελέγχου και ζητούσαν να φύγουν», γράφει το International Business Times.
Ωστόσο, γύρω στις 23.30 ο αξιωματικός Χάραλντ Γέγκερ διέταξε 46 οπλισμένους φρουρούς να ανοίξουν το Tείχος και να αφήσουν τους ανθρώπους να περάσουν. Το Τείχος μόλις είχε πέσει.
Φωτογραφία: 9 Νοεμβρίου 1989. REUTERS/Fabrizio Bensch