Η απόφαση του Μάριο Ντράγκι και της ΕΚΤ να τονώσουν βαθμιαία τη νομισματική στήριξη της οικονομίας οδηγεί ολοένα και πιο κοντά σε εκτεταμένες αγορές κρατικών ομολόγων και σε τύπωμα νέου χρήματος.
Κάπου εκεί αναζητείται το... μαγικό ραβδί που ψάχνουν και οι αγορές, αλλά τέτοιο, σύμφωνα με το Reuters, δεν υπάρχει! Όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, ακόμα και οι ιθύνοντες της ΕΚΤ συμφωνούν πως η αγορά στοιχείων ενεργητικού από τον ιδιωτικό τομέα μπορεί να μην επαρκούν. Άρα χρειάζονται περαιτέρω δράσεις -ακόμη πιο τολμηρές- στις αρχές του 2016. Κυρίως στον τομέα της αγοράς εταιρικών ομολόγων.
Ενώ ορισμένοι κεντρικοί τραπεζίτες του ευρώ αντιτίθενται από λόγους αρχής να γίνει το τελικό βήμα -η ποσοτική χαλάρωση- άλλοι εμφανίζονται διστακτικοί, επειδή δεν υπάρχει εγγύηση ότι το μέτρο αυτό θα αναζωογονήσει την οικονομία της Ευρωζώνης, σημειώνει το δημοσίευμα. Τα εμπόδια για το βήμα αυτό παραμένουν μεγάλα. Υπάρχει μία μειοψηφία επτά, πιθανόν και δέκα, από τα 24 μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ που είναι αντίθετα στο μέτρο, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, δήλωσαν στο Reuters πηγές της κεντρικής τράπεζας.
«Με δεδομένη την αντίθεση της Γερμανίας, ο Μάριο Ντράγκι θα ήθελε μία ισχυρή πλειοψηφία στο Διοικητικό Συμβούλιο για να ανακοινώσει ένα μεγάλο και αξιόπιστο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης», δήλωσε οικονομολόγος της αμερικανικής τράπεζας JP Morgan.
Σε περίπτωση που η ΕΚΤ προχωρήσει σε ποσοτική χαλάρωση, θα πρέπει να αγοράζει ομόλογα ανάλογα με τη συμμετοχή των χωρών στο κεφάλαιό της, δηλαδή ανάλογα με το μέγεθος των οικονομιών των χωρών - μελών. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα ότι θα αγόραζε τα περισσότερα ομόλογα από τη Γερμανία, τη χώρα που χρειάζεται λιγότερο μία βοήθεια.
Οι περισσότερες ευρωπαϊκές εταιρείες βασίζονται στον τραπεζικό δανεισμό παρά στον δανεισμό τους από τις αγορές και οι ευρωπαϊκές μετοχές διαπραγματεύονται ήδη σε υψηλά επίπεδα τιμών. Ακόμη και αν η ΕΚΤ επρόκειτο να αγοράσει κρατικό χρέος αξίας πολλών δισ. ευρώ από τις τράπεζες, κάποιες από αυτές εξακολουθούν να διορθώνουν τους ισολογισμούς τους και όλες αντιμετωπίζουν αυστηρότερους κεφαλαιακούς κανόνες, κάτι που περιορίζει τη δυνατότητά τους να δανείσουν επιχειρήσεις και νοικοκυριά, αναφέρει το δημοσίευμα.