Το Τείχος του Βερολίνου το 1961 «σκότωσε» την αθλητική παιδεία της Γερμανίας, η πτώση του το 1989 της έδωσε ξανά ζωή και το γκολ του Σπαρβάσερ το 1974 θα αποτελεί αιώνια σημείο αναφοράς ενός λαού χωρισμένου στα δύο.
Δεν υπάρχει σημαντική πολιτική απόφαση στην ιστορία της ανθρωπότητας η οποία να άφησε ανεπηρέαστο τον αθλητισμό. Το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1974 ήταν σε εξέλιξη. Η μαγική φουρνιά της Ολλανδίας, με τους Κρόιφ, Νέσκενς, Χάαν, απειλούσε τη Δυτική Γερμανία του Μπενκεμπάουερ και του Μίλερ, η οποία θεωρούσε ότι μέχρι τον τελικό θα είχε εύκολο έργο.
Η κλήρωση των ομίλων, όπως συνήθως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, έπαιξε το δικό της παιχνίδι προκειμένου η μοίρα να σταθεί για λίγο στις 22 Ιουνίου πάνω από το Αμβούργο. Εκεί όπου η Δυτική Γερμανία θα αντιμετώπιζε την Ανατολική. Τα «αδέρφια» θα μονομαχούσαν μεταξύ τους στην κορυφαία ποδοσφαιρική διοργάνωση με στόχο την πρωτιά στον όμιλο, αφού με τα αποτελέσματα των πρώτων δύο αγωνιστικών είχαν εξασφαλίσει την πρόκριση σε μεγάλο βαθμό.
Σε ένα κατάμεστο από περίπου 60.000 Δυτικογερμανούς στάδιο, βρίσκονταν και 2.000 φίλαθλοι της Ανατολικής Γερμανίας, με το μίσος να κυριεύει τις ψυχές τους από τα δεινά που περνούσαν από το κομμουνιστικό καθεστώς, το οποίο διαμόρφωνε τις σκληρές συνθήκες της καθημερινότητάς τους. Ο Σπαρβάσερ στο 77ο λεπτό έστειλε την μπάλα στα δίχτυα της Δυτικής Γερμανίας και τη μισή χώρα στα ουράνια. «Αν στον τάφο μου γράφει Αμβούργο 1974, όλοι θα ξέρουν ποιος κείτεται εκεί», είχε δηλώσει αμέσως μετά το τέλος του ματς, θέλοντας να τονίσει τη σημασία εκείνης της νίκης.
Έξι χρόνια μετά, ο Σπαρβάσερ δεν άντεχε πια στο ανατολικό μισό. Ένα βράδυ επιχείρησε να αποδράσει προς τη Δυτική Γερμανία, ψάχνοντας μια καλύτερη ζωή. Ο σκοπός στο Τείχος τον ακινητοποίησε. Στα δευτερόλεπτα που μεσολάβησαν, όμως, πρόλαβε να τον αναγνωρίσει. Τον ήρωα του έθνους του. Τον άνθρωπο που έξι χρόνια πριν τον είχε στείλει στα ουράνια. Ο φύλακας γύρισε το κεφάλι του και ο Σπαρβάσερ απέδρασε. Ήταν μια μικρή νίκη του αθλητισμού απέναντι στην πολιτική...