Η Κατερίνα Βίγκου, 29 ετών, δασκάλα στο 8ο δημοτικό σχολείο Καλαμάτας, ταξίδεψε στην Ρουάντα, φιλοξενήθηκε από μια οικογένεια ντόπιων, τους ακολούθησε το καθημερινό τους πρόγραμμα, παρακολούθησε το μάθημά τους στο σχολείο και επέστρεψε στην Ελλάδα για να μοιραστεί πολύτιμες εμπειρίες με τους μαθητές της.
«Στην πτήση της επιστροφής, σκεφτόμουν πόσο απλή είναι η ζωή και πόσο πολύπλοκη την έχουμε κάνει. Πόσο έχουμε απομακρυνθεί από τη φύση, πόσο έχουμε σταματήσει να σκεφτόμαστε τους άλλους και χτίζουμε τα πάντα γύρω από τον εαυτό μας». λέει η Κατερίνα. Μόλις επέστρεψε από ένα «ταξίδι- όρόσημο».
«Δεν ήταν τόσο οι δύσκολες συνθήκες που με έκαναν να αναθεωρήσω όσο ο τρόπος που οι ίδιοι αντιμετωπίζουν τα πράγματα. Γελάνε συχνά, χορεύουν όποτε τους δίνεται ευκαιρία και πάντα είναι πρόθυμοι να βοηθήσουν τους άλλους.
Ήταν ένα ερευνητικό ταξίδι στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος «Send my Friend to School.» Το πρόγραμμα στην Ελλάδα το έχει αναλάβει η ActionAid. Επέλεξε 5 εκπαιδευτικούς να ταξιδέψουν στην Ρουάντα και στη συνέχεια να δημιουργήσουν εκπαιδευτικό υλικό, βασισμένο στις εμπειρίες τους για τους Έλληνες μαθητές.
Με ενθουσίασε η ιδέα. Οι δικοί μου χάρηκαν πολύ. Βέβαια, υπήρξαν φίλοι που με αποθάρρυναν λέγοντάς μου ότι είναι επικίνδυνο και πως είναι καλύτερο να τα αποφύγω ένα τέτοιο ταξίδι. Αλλά εγώ δεν το σκέφτηκα ούτε στιγμή.
Μείναμε σε 3 διαφορετικές πόλεις. Αρχικά στο Κιγκάλι, την πρωτεύουσα της Ρουάντα. Επόμενη στάση το Μουσάνζε, μία πόλη 3 ώρες περίπου μακριά από την πρωτεύουσα. Και τέλος στην επαρχία του Μούκο, που είναι κοντά στο Μουσάνζε.
Στο Κιγκάλι και το Μουσάνζε μείναμε σε ξενοδοχεία. Θύμιζαν δικά μας ξενοδοχεία της δεκαετίας του 80. Με τη διαφορά ότι όλα τα κρεβάτια είχαν κουνουπιέρες.
Στο Μούκο έμεινα μαζί με την Δήμητρα σε μια οικογένεια ντόπιων, στο σπίτι τους. Μας φιλοξένησε ο Αλεξάντερ και η ντροπαλή Ζακελίν. Μαζί μας στο σπίτι έμεναν και τα αξιαγάπητα παιδιά τους, η Σέζα και ο Σέμα. Μας έδωσαν το κρεβάτι τους για να κοιμηθούμε και οι ίδιοι κοιμήθηκαν στο πάτωμα. Ήταν πραγματικά συγκινητική η φιλοξενία τους, ήταν πολύ χαρούμενοι που ήμασταν εκεί και μας το έδειχναν με κάθε ευκαιρία.
Ο Αλεξάντερ είχε σπουδάσει στο πανεπιστήμιο στο Κιγκάλι τεχνολόγος τροφίμων και για να στηρίξει τον τόπο καταγωγής του είχε γυρίσει στο Μούκο και είχε ξεκινήσει τη δική του δουλειά. Το γεγονός ότι είχε σπουδάσει είναι σπάνιο για τα δεδομένα της επαρχίας του Μούκο. Έφτιαχνε κρασί και χυμούς. Το κρασί το έφτιαχνε από ντομάτες ή από μπανάνα με καραμέλα και μέλι. Για τους χυμούς χρησιμοποιούσε πατζάρια και ανανάδες. Μπορώ να πω ότι ήταν η γεύση τους ήταν πολύ ασυνήθιστη.
Το πρωί ξυπνούσαν νωρίς κατά τις 6, έπλεναν τα χέρια τους και τα πόδια τους με μία λεκάνη με νερό που έφερναν από την πηγή. Δεν είχαν νερό στο σπίτι. Στη συνέχεια τα παιδιά έφευγαν για το σχολείο και ο Αλεξάντερ ξεκινούσε να δουλεύει. Είχε πολλές και διαφορετικές δουλειές στο πρόγραμμά του. Είχε και άτομα που δουλεύαν για αυτόν. Από το κρασί βγάζει περίπου 160 ευρώ το μήνα (όταν ο μισθός ενός δασκάλου είναι περίπου 45 ευρώ το μήνα). Το κόστος ζωής βέβαια είναι ίδιο με εδώ. Δηλαδή τα προϊόντα στην αγορά είναι απλησίαστα για αυτούς. Επομένως όλοι καταναλώνουν μόνο ό,τι παράγουν.
Ο Αλεξάντερ είχε οικόσιτα ζώα, αλλά και χωράφια με φασόλια τα οποία έπρεπε να καλλιεργεί για να τρέφεται όλη η οικογένειά του. Το σπίτι ήταν φτιαγμένο με πλίνθους, αλλά το είχε σοβατίσει και έτσι έδειχνε πιο περιποιημένο από τα υπόλοιπα σπίτια της περιοχής. Είχε ένα δωμάτιο που μας το είχαν παραχωρήσει, το σαλόνι, ένα χωλ και ένα άλλο μικρό δωμάτιο όπου κοιμήθηκαν οι ίδιοι.
Μαγειρεύαμε με φωτιά στο εξωτερικό δωμάτιο. Παρόλο που ήταν ανοιχτό, ο καπνός ήταν πολύς και η ατμόσφαιρα γινόταν αποπνηκτική κάθε φορά που μαγειρεύαμε. Η κουζίνα ήταν έξω, σε ένα δωμάτιο με τοίχους, αλλά χωρίς πόρτες. Το σπίτι είχε ηλεκτρικό ρεύμα μόνο για φως στο σαλόνι, το δωμάτιό μας και το χωλ.
Τρώγαμε κάθε βράδυ όλοι μαζί στο σαλόνι. Στο κέντρο του χαμηλού τραπεζιού, έμπαινε μια μεγάλη πιατέλα με φασόλια, πατάτες, γλυκοπατάτες, κολοκύθα, μπανάνες και ρύζι. Όλα βρασμένα μαζί. Δεν πρόσθεταν αλάτι ούτε κάτι άλλο. Μία μέρα έβαλαν κάτι σαν σπορέλαιο. Το ρύζι το αγόραζαν, όλα τα υπόλοιπα ήταν παραγωγής τους.
Ο χρόνος είναι πολύ σχετικός στο Μούκο που δεν υπάρχουν ρολόγια για να τον μετράνε. Μείναμε τρεις μέρες στο σπίτι τους. Ακολουθούσαμε το πρόγραμμά τους και προσπαθούσαμε να κάνουμε ό,τι έκαναν και αυτοί προκειμένου να αντιληφθούμε ακριβώς τις συνθήκες ζωής τους. Ξυπνούσαμε με την ανατολή και κοιμόμασταν με την δύση του ήλιου.
Όσο ήμασταν εκεί, βοηθήσαμε τους εργάτες του Αλεξάντερ, δύο παιδιά γύρω στα 16, να ετοιμάσουν τις πρώτες ύλες για την παραγωγή κρασιού από μπανάνα. Ξεφλουδίσαμε τις μπανάνες και χρησιμοποιώντας τις ίνες από τα μπανανόφυλλά τους. Ζυμώναμε τις μπανάνες σκυφτοί μέσα στη μακρόστενη ξύλινη σκάφη, ώσπου να βγάλουν το χυμό τους. Στην ουσία κάναμε ότι κάνει ένας αποχυμωτής με τα χέρια. Χρειαζόταν πάνω από μία ώρα ώστε να βγει ο χυμός και πολύ δύναμη.
Στην συνέχεια απλώσαμε τις ίνες πάνω σε ξύλα για να στραγγίξουν καλά. Ανατέψαμε το χυμό με μαγιά. Έπειτα, λιώσαμε ζάχαρη για να φτιάξουμε καραμέλα και ετοιμάσαμε και το μέλι. Στο τέλος τα βάλαμε όλα μαζί σε ένα βαρέλι για να γίνει η ζύμωση. Γενικά όσο ήμασταν εκεί δεν κάναμε μπάνιο, ντρεπόμασταν να χρησιμοποιήσουμε το λιγοστό νερό που είχαν. Επίσης ήταν δύσκολο να πηγαίνουμε τουαλέτα καθώς δεν υπήρχε αποχετευτικό σύστημα.
Δεν φοβήθηκα καθόλου μην κολλήσω κάτι. Έκανα μόνο το εμβόλιο για τον κίτρινο πυρετό που είναι υποχρεωτικό. Δεν έκανα κανένα από τα προαιρετικά. Φυσικά και είχαμε μαζί μας φαρμακείο πλήρως εξοπλισμένο και εγώ είχα μαζί μου ομοιοπαθητικά σκευάσματα για κάθε ενδεχόμενο. Κάποιοι από την αποστολή είχαν μικρά προβλήματα όπως διάρροια και ερεθισμούς από έντομα.
Ο μύθος που καταρρίπτεται όταν επισκέπτεσαι μια υποβαθμισμένη χώρα είναι ότι οι κάτοικοί της είναι δυστυχισμένοι. Φυσικά αυτό δεν πρέπει να παρεξηγηθεί. Καταπατώνται τα δικαιώματά τους καθημερινά. Αποδεικνύεται όμως περίτρανα ότι η ευτυχία δεν έχει σχέση με τα λεφτά. Η ευτυχία τελικά πηγάζει απλά και μόνο από το γεγονός ότι είμαστε ζωντανοί. Αυτό αρκεί για να μπορείς να έχεις μία ευτυχισμένη στιγμή.
Στη Ρουάντα περίπου το 98% των παιδιών πηγαίνει σχολείο. Αυτό δεν σημαίνει και ότι δεν στερούνται το δικαίωμα στην εκπαίδευση. Οι συνθήκες ζωής είναι ένα κομμάτι της εκπαίδευσης. Μου το είπε ένας μαθητής και με άφησε άφωνη. "Αν θέλω να μάθω κάτι εκτός από αυτά που μαθαίνω στο σχολείο, δεν έχουμε κανένα πολιστικό κέντρο, δεν έχουμε ίντερνετ, δεν έχουμε βιβλία". Για εμάς είναι δεδομένο ότι τα παιδιά μας έχουν τόσα πολλά ερεθίσματα εκτός σχολείου που θα μάθουν πιο πολλά από όσα μαθαίνουν στο σχολείο.
Στο σχολείο μέχρι την Γ δημοτικού διδάσκονται όλα τα μαθήματά τους στα Κινιαρουάντα, την γλώσσα τους. Στις επόμενες τάξεις, η διδασκαλία γίνεται στα αγγλικά. Δάσκαλοι που δεν μιλούν σωστά αγγλικά, διδάσκουν σε μαθητές που δεν καταλαβαίνουν. Προσπάθησα να επικοινωνήσω με τους δασκάλους στο διάλειμμα στα αγγλικά, αλλά ήταν αδύνατο, μάλλον απλά διαβάζουν ό,τι λένε τα βιβλία χωρίς να καταλαβαίνουν απόλυτα. Για παράδειγμα το ρήμα build άκουσα να το διδάσκουν ως μπίλντι, το ρήμα keep το πρόφεραν κίπι.
Το στερεότυπο για εμάς τους "λευκούς" είναι ότι είμαστε πλούσιοι, μορφωμένοι και έξυπνοι, οπότε είχαμε και ανάλογη αντιμετώπιση. Μερικές φορές, αισθανόμουν άβολα με αυτό, δεν έχω συνηθίσει να μου φέρονται έτσι. Οι οδηγίες που μας είχαν δοθεί είναι ότι δεν δείχνουμε εικόνες "πολυτέλειας". Υποθέτω, ότι δεν μπορούν να φανταστούν κάτι που δεν έχουν δει. Βέβαια έχουν τηλεόραση και ίντερνετ, όχι στο σπίτι τους, αλλά αν πάνε στην κοντινή πόλη μπορούν να έχουν πρόσβαση.
Η εικόνα που έχει μείνει χαραγμένη στη μνήμη μου είναι η στιγμή από μία συνέντευξη με έναν μαθητή λυκείου. Τον ρώτησα αν θα ήθελε να πω κάτι στους μαθητές μου στην Ελλάδα: "Θέλω να τους πεις ότι αν και δεν τους γνωρίζω τους αγαπάω....και είμαι σίγουρος ότι και αυτοί μας αγαπάνε.".
Όταν επέστρεψα ήμουν πολύ μπερδεμένη και λυπημένη. Σκεφτόμουνα ότι ο πολιτισμός μας ανέχεται την αδικία που βιώνουν στη Ρουάντα, και κατά κάποιο τρόπο είναι αυτός που την έχει δημιουργήσει. Μέσω του προγράμματος της actionaid έγινα ανάδοχος του Νιγιομίζερο, ενός παιδιού από τη Ρουάντα. Αντιλήφθηκα ότι ξοδεύουμε πολλά λεφτά για να ικανοποίησουμε το εγώ μας, και όταν πρόκειται για κάποια ουσιαστική βοήθεια, βρίσκουμε πάντα δικαιολογίες.
Δεν μπορώ να πω ότι αναθεώρησα κάποιες αξίες μου, εκτίμησα όμως κάποια πράγματα που θεωρούσα δεδομένα. Άλλαξε η σχέση μου με τα υλικά αγαθά και πλέον πριν αγοράσω οτιδήποτε, σκέφτομαι αν το έχω πραγματικά ανάγκη.
Νιώθω τυχερή που έκανα αυτό το ταξίδι. Εμείς οι εκπαιδετικοί οφείλουμε να έχουμε ανοιχτούς ορίζοντες ώστε να δείχνουμε νέους δρόμους στους μαθητές. Οτιδήποτε μας βοηθάει σε αυτό, είναι πολύτιμο. Τέτοιου είδους προγράμματα μας δείχνουν νέους κόσμους, άλλους τρόπους σκέψης, διαφορετικούς πολιτισμούς και έτσι μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα αυτό που έχουμε εμείς. Και να το διδάξουμε πιο στοχευμένα στα παιδιά.
Θέλω να ευχαριστήσω την ActionAid που με επέλεξε και με εμπιστεύτηκε για αυτό το εγχείρημα και ειδικά τη Δήμητρα, την Μαρίζα και την Χρυσούλα. Ο καθηγητής των διδακτορικών μου σπουδών κ. Μακράκης Βασίλης με ενημέρωσε για την πρόσκληση της ActionAid προς όλους τους εκπαιδευτικούς και του είμαι ευγνώμων για αυτό». Από το Queen.gr