Το ότι η Γερμανία πρωτοστατεί στην επιβολή πολιτικών λιτότητας σε όλη την Ευρώπη είναι δεδομένο και αδιαμφισβήτητο. Μάλιστα, ακόμα και τώρα που πυκνώνουν οι φωνές από παντού κατά της Άνγκελα Μέρκελ, προκειμένου να χαλαρώσει τα λουριά, η γερμανική κυβέρνηση όχι μόνο κωφεύει, αλλά επιτείνει την κριτική της προς τις χώρες που δεν σφίγγουν κι άλλο το ζωνάρι.
Προς τι όλη αυτή η εμμονή με τη λιτότητα; Γιατί οι Γερμανοί είναι λάτρεις αυτού του τρόπου σκέψης; Η Deutsche Bank προσπαθεί να εξηγήσει το φαινόμενο όχι με οικονομικούς, αλλά με ιστορικούς και κοινωνιολογικούς όρους.
Όπως σημειώνει το Fortunegreece, η γερμανική τράπεζα κάνει μια ανάλυση σχετικά με τη συμπεριφορά των Γερμανών σε σχέση με τους υπόλοιπους λαούς της Ευρώπης, χρησιμοποιώντας ιστορικά στοιχεία σχετικά με το πώς το «φάντασμα» του πληθωρισμού επηρέασε την οπτική τους για βασικές οικονομικές παραμέτρους.
Αν υπάρχει μια λογική εξήγηση για την εμμονική σχέση που έχουν οι Γερμανοί με τη λιτότητα, αυτή θα πρέπει να αναζητηθεί στο βάθος του χρόνου και κυρίως στην ανασφάλεια που προκάλεσε ο υπερπληθωρισμός που έπληξε τη Γερμανία μετά το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου.
Το φάντασμα του υπερπληθωρισμού
Είναι αλήθεια ότι και άλλες βιομηχανικές χώρες έχουν υποφέρει από περιόδους ακραία υψηλού πληθωρισμού. Αλλά ο γερμανικός υπερπληθωρισμός του 1923 και η περίοδος του υψηλού πληθωρισμού που τελείωσε με τη νομισματική μεταρρύθμιση του 1948 ξεχωρίζουν. Για παράδειγμα, η τιμή του ψωμιού αυξήθηκε από τα 3,5 μάρκα το 1922 στα 700 μάρκα τον Ιανουάριο του 1923, έως και στα 670 εκατ. μάρκα τον Οκτώβριο του 1948.
Η νομισματική μεταρρύθμιση χαρακτηρίστηκε από τους ιστορικούς ως «η μεγαλύτερη απαλλοτρίωση της γερμανικής ιστορίας για τους κατόχους μετρητών» (τα μετρητά και οι καταθέσεις μετατράπηκαν σε αναλογία 100 προς 6,5).
Με δεδομένο ότι ο υπερπληθωρισμός ήταν αποτέλεσμα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και της σύγκρουσης για τις πολεμικές αποζημιώσεις, που ήταν ένας από τους παράγοντες που οδήγησαν στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, αντιλαμβάνεται κάποιος γιατί η υπερβολική αύξηση των τιμών καταναλωτή αποτελεί την «πηγή όλων των κακών» στη συλλογική αντίληψη των Γερμανών.
Αντανάκλαση στην κοινωνία
Τέτοιες τομές αντανακλώνται στη συλλογική μνήμη και την πολιτιστική κληρονομιά μιας κοινωνίας. Από τη μία πλευρά, μέσω της κοινωνικοποίησης, καθώς οι γονείς δίνουν έμφαση σε κάποια στοιχεία του χαρακτήρα μεγαλώνοντας τα παιδιά τους. Για παράδειγμα, οι Γερμανοί γονείς θεωρούν ιδιαίτερα σημαντικό το να μεγαλώνουν τα παιδιά τους σύμφωνα με τις αρχές της λιτότητας.
Αλλά την ίδια στάση τηρούν και στους θεσμούς τους, κάτι το οποίο βρίσκει απόλυτη εφαρμογή στην Bundesbank. Όπως σημείωνε το 1992 ο τότε πρόεδρος της Κομισιόν, όλοι οι Γερμανοί δεν πιστεύουν στον Θεό, αλλά όλοι πιστεύουν στην Bundesbank.
Και οι πολιτισμικές διαφορές με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους δεν τελειώνουν εδώ. Έρευνα δείχνει τη μακροπρόθεσμη στάση που τηρούν οι Γερμανοί απέναντι στα πράγματα, καταγράφοντας την προθυμία τους να κάνουν προσπάθειες γνωρίζοντας ότι αυτές θα αποδώσουν μόνο στο μέλλον.
Συγκεκριμένα, διαπιστώθηκε ότι το 89% των Γερμανών φοιτητών που ερωτήθηκαν προτιμούν να λάβουν 3.800 δολάρια σε έναν μήνα απ' ό,τι 3.400 δολάρια άμεσα. Αντίθετα, στην Ιταλία, την Ισπανία και την Ελλάδα το ποσοστό των ερωτηθέντων που έδωσε την ίδια απάντηση είναι χαμηλότερο του 50%.