Με άρθρο του στην εφημερίδα «Τα Νέα», ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών Ευάγγελος Βενιζέλος κάνει λόγο για δικαίωμα της Ελλάδας να περάσει σε μια άλλη φάση, εκτός μνημονίων, κατηγορεί τον ΣΥΡΙΖΑ και τη λοιπή αντιπολίτευση για το ότι επιχαίρει για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση, ενώ εξαπολύει σφοδρή επίθεση στους πλούσιους, αντισυστημικούς χομπίστες, αναφερόμενος ουσιαστικά στη Γιάννα Αγγελοπούλου.
Για την κ. Αγγελοπούλου (ουσιαστικά τη «φωτογραφίζει») σημειώνει στο άρθρο του: «Τι έχουν να πουν αυτοί που αφενός μεν επικρίνουν την κυβέρνηση γιατί βιάστηκε, υποτίθεται, να μιλήσει για έξοδο από το Μνημόνιο, αφετέρου, δε, νταντεύουν τον ΣΥΡΙΖΑ που επαγγέλλεται ότι θα το καταργήσει μονομερώς και άμεσα μαζί με όλους τους εφαρμοστικούς νόμους;
Υπάρχει κάποιος λογικός ειρμός σε αυτή τη στάση; Προφανώς κανένας. Πρόκειται για μια γνήσια "αντισυστημική" και "αντισυμβατική" προσέγγιση που επιτρέπει σε ορισμένους πάμπλουτους χομπίστες (με τα χρήματα στο εξωτερικό και τις πιθανές ζημιές στην Ελλάδα) να διασκεδάζουν την ανία τους εις βάρος των πολιτών, και μάλιστα των πιο αδύναμων, υπό τις ιαχές ορισμένων αμετανόητων «λαθρεμπόρων επιρροής» που νομίζουν ότι το 2014 είναι όπως ήταν το 2004».
Εχουμε δικαίωμα
Για το σχέδιο της κυβέρνησης να εξέλθει από τα μνημόνια ο κ. Βενιζέλος γράφει: «Η Ελλάδα δικαιούται να περάσει σε μια νέα φάση. Σε μια φάση "μετά το πρόγραμμα", χωρίς νέο πρόγραμμα, αλλά με ενεργούς τους υφισταμένους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς στήριξης. Η Ελλάδα σέβεται τους ισχύοντες κανόνες λειτουργίας της ευρωζώνης και τους σχετικούς όρους, αλλά αυτό δεν συνιστά νέο "Μνημόνιο". Η Ελλάδα, όπως όλα τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης, μετέχει σε μηχανισμούς πολυμερούς εποπτείας στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών θεσμών και διαδικασιών, αλλά αυτό δεν έχει σχέση με την τρόικα».
Με άκρως κριτικό πνεύμα αντιμετωπίζει και τη στάση της αντιπολίτευσης κατά την πρόσφατη συζήτηση για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης: «Η αντιπολίτευση αρκέστηκε να επαναλάβει, με τον πιο αυτάρεσκο τρόπο, τη δική της αντίληψη, που βασίζεται στην υπόσχεση για άμεση, μονομερή κατάργηση του Μνημονίου και των εφαρμοστικών νόμων ως προοίμιο για μια λύση στο ζήτημα του χρέους, το περιεχόμενο της οποίας αλλάζει σχεδόν κάθε ημέρα.
Η εικόνα αυτή προκάλεσε την αντίδραση των αγορών, τόσο στο επίπεδο του ελληνικού Χρηματιστηρίου (που επηρεάζεται από ελάχιστο όγκο συναλλαγών) όσο και στο επίπεδο των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων (με δεδομένο ότι το 87% του ελληνικού χρέους βρίσκεται εκτός αγορών γιατί το κατέχουν τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και κατά ένα μικρό μέρος το ΔΝΤ).
Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί αντέδρασαν άμεσα με την κινητοποίηση των μηχανισμών της ΕΚΤ και καθαρές δηλώσεις του αρμόδιου επιτρόπου. Στο εσωτερικό της χώρας όμως κάποιοι κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν».
Η αντιπολίτευση ζητωκραυγάζει
Και συνεχίζει: «Η αντιπολίτευση και οι πρόθυμοι συνοδοιπόροι της σε διάφορους κύκλους γιατί άραγε ζητωκραυγάζουν και επιχαίρουν; Γιατί αντιμετωπίζει δυσκολίες η κυβέρνηση; Μήπως τις δυσκολίες τις αντιμετωπίζει η χώρα και όχι η κυβέρνηση; Μήπως αυτό που είδαμε τις προηγούμενες ημέρες ήταν μερικές ήπιες σκηνές από το μέλλον σε περίπτωση που κάποιοι θα αποφάσιζαν να κινηθούν μονομερώς και εκτός ευρωπαϊκού και διεθνούς πλαισίου;
Επιχαίρουν για τις δυσκολίες αυτής της διαπραγμάτευσης που σχεδιάστηκε και γίνεται ολοκληρωμένα και υπεύθυνα και δεν καταλαβαίνουν ότι έχασαν κάθε πρόσχημα σε σχέση με την επικίνδυνη ανευθυνότητα των όσων λένε και υπόσχονται με απύθμενη αυταρέσκεια;».
Για να συμπληρώσει: «Μια Ελλάδα χωρίς Μνημόνιο και χωρίς τρόικα προφανώς προκαλεί ανησυχία - στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, στο ΔΝΤ και στις αγορές - για τη βούληση και την ικανότητά της να διατηρήσει τα εντυπωσιακά δημοσιονομικά της επιτεύγματα, να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την ανταγωνιστικότητά της, να μη γυρίσει πίσω σε καταστάσεις οριακές και επικίνδυνες, όπως αυτές του 2009-2010.
Χρειάζονται εγγυήσεις σταθερότητας από την πλευρά των ευρωπαϊκών θεσμών, κυρίως όμως εσωτερικά. Γι' αυτό μιλάμε πάντοτε για συμφωνημένο σχέδιο. Συμφωνημένο εξωτερικά με τους εταίρους μας και εσωτερικά με όσους έχουν υποχρέωση να μοιραστούν το βάρος της εθνικής ευθύνης και της εθνικής συναίνεσης, διασφαλίζοντας τη συνέχεια του κράτους και των διεθνών δεσμεύσεών του, όπως συμβαίνει με κάθε σοβαρή ευρωπαϊκή χώρα».