«Θα αποτύχει η Ευρώπη;». Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Γιόσκα Φίσερ ξεδιπλώνει την ανησυχία του για την πορεία της ΕΕ. Στο νέο του βιβλίο καταγγέλλει την έλλειψη ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και προτείνει το ελβετικό μοντέλο.
Όπως αναφέρει η Deutsche Welle, 160 σελίδες περιλαμβάνει το νέο βιβλίο του Γιόσκα Φίσερ, το οποίο παρουσίασε χθες στο Ίδρυμα Χάινριχ-Μπελ στο Βερολίνο. Το ερωτηματικό στον τίτλο («Θα αποτύχει η Ευρώπη;») δεν το εννοεί μόνο ρητορικά. Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών επί κυβέρνησης Σοσιαλδημοκρατών και Πρασίνων υπό τον Γκέρχαρντ Σρέντερ πιστεύει ότι η Ευρώπη έχει πάρει την κάτω βόλτα. Κι αυτό τον ανησυχεί. Θεωρεί μάλιστα πιθανό το ενδεχόμενο να τιναχτεί στον αέρα.
Διάβρωση της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης
«Εάν κάποιος με ρώταγε το 2008 εάν θεωρούσα πιθανή τυχόν αποτυχία της ΕΕ, θα το θεωρούσα παράλογο. Σήμερα διαπιστώνω ότι η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη έχει διαβρωθεί εξαιτίας της ευρωκρίσης». Στην παρουσίαση του βιβλίου, που διήρκεσε μία ώρα, ο Φίσερ χρησιμοποίησε πολλές φορές τη λέξη «αλληλεγγύη». Και έκανε πολλές αναφορές στον καγκελάριο της γερμανικής επανένωσης Χέλμουτ Κολ. «Για έναν άλλον πρώην καγκελάριο, επίσης εν ζωή, δεν μπορώ και δεν θέλω να πω τίποτα», πρόσθεσε. «Εκτός από την πρόταση ότι η στάση του Γκέρχαρντ Σρέντερ απέναντι στη Ρωσία είναι εντελώς διαφορετική από τη δική μου».
Στη χθεσινή παρουσίαση του βιβλίου του ξεκαθάρισε, ωστόσο, ότι «η νεοϊμπεριαλιστική στροφή της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής» δεν είναι το βασικό του θέμα, αλλά πολύ περισσότερο ο κατήφορος της Ευρώπης. Και στηλίτευσε ότι η διαδικασία επανεθνικοποίησης θέτει σε κίνδυνο το ευρωπαϊκό εγχείρημα. «Ήδη στις ευρωεκλογές καταγράφηκε μια καταστροφική εικόνα», είπε. Ο Φίσερ υπενθύμισε ότι όταν εξελέγη πρώτος και μέχρι στιγμής μοναδικός υπουργός Εξωτερικών από το κόμμα των Πρασίνων η ΕΕ ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με τον τερματισμό των εχθροπραξιών των προηγούμενων αιώνων. Κι αυτό ήταν κοινός τόπος στη Γερμανία.
Συνεργασία με συμβιβασμούς.
Το νέο βιβλίο του Γιόσκα Φίσερ
Και σήμερα; Τι προτείνει για να ξεπεράσει η Ευρώπη τα προβλήματά της; «Πρέπει να πορευτούμε μαζί», απαντά. «Και πρώτα, περισσότερη γερμανογαλλική συνεργασία δεν γίνεται χωρίς συμβιβασμούς. Η Γερμανία θα πρέπει να απελευθερωθεί από την εμμονή στη δημοσιονομική πειθαρχία και η Γαλλία από τη δική της εμμονή στην πολιτική ανεξαρτησία (σ.σ.: από την ΕΕ)». O Φίσερ υποστήριξε ότι οι επιπτώσεις από τη δημοσιονομική και τραπεζική κρίση και η πορεία της Ελλάδας προς τη χρεοκοπία, ως αποτέλεσμα πολιτικής από όλην την ΕΕ, δεν έχουν ξεπεραστεί.
Το κούρεμα χρέους
«Την ώρα που ο Γερμανός ηγεμών στο κέντρο της Ευρώπης ξεπέρασε με επιτυχία τα οικονομικά προβλήματα, ενισχύθηκαν τα αντιευρωπαϊκά κόμματα διαμαρτυρίας. Και αυτό είναι απότοκο της λανθασμένης γερμανικής πολιτικής λιτότητας», τόνισε ο Φίσερ. Και πρόσθεσε ότι κάποια στιγμή θα έρθουν τα ευρωομόλογα, όπως και ότι ένα νέο κούρεμα χρέους για τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου «είναι απαραίτητο». Εκείνο που τον εκνευρίζει περισσότερο είναι η έλλειψη ιδεών, η ηττοπάθεια που έχει καταλάβει την Ευρώπη, παρά το το ότι η ευρωπαϊκή ενοποίηση ήταν μια κατάσταση win-win για όλους τους εμπλεκόμενους. «Κούρεμα χρέους έχει ξαναγίνει τη δεκαετία του '50 για τους Γερμανούς, μερικά χρόνια μετά τον πόλεμο. Νομίζετε ότι αυτό άρεσε στο Παρίσι ή στην Αθήνα;»...
Το παράδειγμα της Ελβετίας
Στο επίκεντρο του βιβλίο του βρίσκονται επίσης και προτάσεις που κάνει στο ζητούμενο εξισορρόπησης ανάμεσα στη συγκέντρωση δύναμης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στα εθνικά κράτη. Και φέρνει την ιδέα ενός συστήματος δύο νομοθετικών σωμάτων, την Άνω Βουλή της ΕΕ και την Κάτω Βουλή, με εκπροσώπους από τα κράτη-μέλη. «Πώς είναι δυνατόν να αποτύχει κάτι που στην Ελβετία επιτυγχάνει; Η Ευρώπη δεν είναι ένα έθνος, αποτελείται από πολλές γλώσσες και πολλά ιστορικά αφηγήματα. Γιατί δεν μπορούμε να διδαχθούμε από το ελβετικό μοντέλο;».
Αλλά οι κυβερνήσεις που φαίνεται να μην τα καταφέρνουν με την Ευρώπη είναι όλες δημοκρατικά εκλεγμένες, παρατηρεί μια δημοσιογράφος από τη Δανία. «Έτσι είναι στη ζωή. Οποιος παίρνει λανθασμένες αποφάσεις πληρώνει και το τίμημα», είναι η απάντηση του Φίσερ. Ο 66χρονος συνταξιούχος πλέον πολιτικός παρουσίασε τις θέσεις του με μεγάλο πάθος, «που σπάνια συναντά κανείς στα κυβερνητικά κτίρια του Βερολίνου», παρατηρεί ο αρθρογράφος της Welt.