Δύο έλληνες, ένας αυστριακός, ένα κόλπο με προπέτασμα καπνού τυχερά παιχνίδια μέσω τηλεφώνου, 360.000 άτομα που έπεσαν στην παγίδα και 36 εκατομμύρια ευρώ που μπήκαν στις τσέπες της συμμορίας που δρούσε στη Γερμανία.
Αυτό είναι, εν ολίγοις, το στόρι γύρω από τη δράση της συγκεκριμένης τιμωρίας που έπεσε στα χέρια της γερμανικής αστυνομίας η οποία αποκάλυψε όλα τα παρακλάδια, τη δράση και το σχέδιο, μέσω των οποίων, υφάρπαζαν τα χρήματα αθώων και αφελών θυμάτων.
Όπως αποκαλύπτει η Καθημερινή με προπύργιο την πόλη Κρέφελντ της Γερμανίας, η σπείρα ανέπτυξε έντονη δράση μέχρι που έγινε αντιληπτή από την αστυνομία. Το μεσημέρι της 16ης Μαΐου, στο αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας έφτασε ένα ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης από την εισαγγελία της πόλης Κρέφελντ στη Γερμανία.
Ο 44χρονος Ελληνας που βρισκόταν στο στόχαστρο των γερμανικών αρχών ήταν σύμφωνα με το δισέλιδο ύποπτος -μαζί με συνεργούς του- για απάτη ύψους 36 εκατομμυρίων ευρώ εις βάρος 360.000 ατόμων που είχαν πάρει μέρος σε τυχερά παιχνίδια ιδιοκτησίας τους. Την επόμενη ημέρα συνελήφθη στο κέντρο της Αθήνας. Στο μεταξύ ο συνεργός και συμπατριώτης του είχε ήδη συλληφθεί και βρισκόταν στη φυλακή του Ντίσελντορφ.
Γνωστοί από την Ελλάδα
Οι δύο άνδρες είχαν γνωριστεί προ δεκαετίας μέσω κοινών γνωστών. Είχαν παρόμοιες ιστορίες και «έδεσαν» γρήγορα. Και οι δύο είχαν γεννηθεί στη Γερμανία από Ελληνες γονείς και οι δύο με καταγωγή από τη βορειοδυτική Ελλάδα.
Στις αρχές του 2009 οι δύο Ελληνες φαίνεται πως αποφάσισαν να συνεργαστούν. Μαζί με τον τρίτο βασικό κατηγορούμενο της υπόθεσης, ένα δικηγόρο αυστριακής καταγωγής, ο οποίος φυγοδικεί, προχώρησαν στην ίδρυση μιας σειράς εταιρειών που μπορεί να φαίνονταν πως παρείχαν τηλεφωνικές υπηρεσίες για τυχερά παιχνίδια, αλλά στην πραγματικότητα, σύμφωνα με τη γερμανική εισαγγελία, ήταν ένα πολύπλοκο εταιρικό κατασκεύασμα με στόχο οι πελάτες των παιχνιδιών να μην μπορούν να εντοπίσουν τους υπεύθυνους για την απάτη.
Σύμφωνα με την εισαγγελική έρευνα, οι υπάλληλοι των τηλεφωνικών κέντρων τηλεφωνούσαν σε πιθανούς πελάτες και κατά κανόνα τους παραπλανούσαν: οι συμμετέχοντες θεωρούσαν καταρχήν πως με την εγγραφή τους είχαν πρόσβαση σε 200 διαφορετικά παιχνίδια -κάτι το οποίο δεν ίσχυε- ή ότι εάν ήταν ανάμεσα στους τυχερούς θα κέρδιζαν πλούσια δώρα: ταξίδια, αυτοκίνητα ή μετρητά.
Οπως φαίνεται μέχρι στιγμής, ουδέποτε αποδόθηκαν τέτοιου είδους δώρα από τους κατηγορουμένους. Ταυτόχρονα, οι πελάτες, θεωρώντας από τα λεγόμενα των υπαλλήλων πως είχαν αυτομάτως μπει σε κάποια τυχερή κλήρωση ή παιχνίδι, πείθονταν πως θα έπρεπε αναγκαστικά να πληρώσουν κάποιους μήνες συνδρομής, ακόμη και αν το μόνο που ήθελαν να κάνουν ήταν να απεμπλακούν.
Σύμφωνα με τις γερμανικές εισαγγελικές αρχές, ένα επιπρόσθετο στοιχείο είναι ότι οι τελικοί ιδιοκτήτες των εταιρειών ήταν σχεδόν αδύνατον να εντοπιστούν εξαιτίας της πολύπλοκης εταιρικής κατασκευής που είχαν στήσει οι τρεις κατηγορούμενοι.
Μέχρι τον Παναμά
Στην κορυφή της πυραμίδας βρισκόταν μια υπηρεσία εγγραφής σε τυχερά παιχνίδια. Από κάτω, δύο τηλεφωνικά κέντρα σε διαφορετικές πόλεις, τρεις εταιρείες για τεχνική εκτέλεση του έργου και τουλάχιστον 46 εταιρείες, οι οποίες χρησιμοποιούνταν για τις πληρωμές των συνδρομών.
Για να το εξηγήσει αυτό η γερμανική εισαγγελία, αναφέρει στη δικογραφία την εταιρεία HELLAS, η οποία με μια πρώτη ματιά στο καταστατικό δεν φαινόταν να έχει κάποια σχέση με τους κατηγορουμένους. Στην πραγματικότητα όμως είχε: ιδιοκτήτρια της εταιρείας ήταν μια εταιρεία Calamata AG με έδρα όχι την Πελοπόννησο αλλά το Λιχτενστάιν. Ιδιοκτήτης της Calamata ήταν μια άλλη εταιρεία με έδρα τον Παναμά. Και εκεί, στην παναμέζικη εταιρεία, δικαιούχοι ήταν από κοινού οι δύο Ελληνες κατηγορούμενοι...
Πώς αποκαλύφθηκε
Η συνολική δράση των δύο Ελλήνων μπήκε στο μικροσκόπιο όταν η εισαγγελία του Κρέφελντ έλαβε μια καταγγελία από έναν εξαγριωμένο πελάτη. Η έρευνα που ξεκίνησε και βρίσκεται σε εξέλιξη αποκάλυψε τις δεκάδες εταιρείες, τα οικονομικά τους αλλά και τον μεταξύ των κατηγορουμένων καταμερισμό εργασιών και ρόλων: Οι Γερμανοί διαπίστωσαν πως σε πολλές από τις «ύποπτες» εταιρείες, ο Ζ.Δ, ο οποίος δεν είχε φορολογικές υποχρεώσεις στη Γερμανία, εμφανιζόταν ως δήθεν ιδιοκτήτης, ενώ ο πραγματικός ιδιοκτήτης ήταν ο Μ.Γ.
Η αναζήτηση της γερμανικής εισαγγελίας σύντομα έφτασε και στην Ελλάδα. Στην Αθήνα, οι δύο κατηγορούμενοι είχαν ιδρύσει από κοινού δύο εταιρείες: ένα κατάστημα καλλυντικών και μια πρωτοποριακή εταιρεία ενοικίασης αυτοκινήτων. Στο πλαίσιο της δικαστικής συνδρομής, κλιμάκιο τεσσάρων Γερμανών δικαστικών και αστυνομικών ήρθε στην Ελλάδα στα τέλη Ιουνίου και σε συνεργασία με την Οικονομική Αστυνομία πραγματοποίησαν κατ' οίκον έρευνες στις κατοικίες και στα γραφεία των δύο Ελλήνων κατηγορουμένων. Τα κατασχεθέντα έγγραφα, οι σκληροί δίσκοι και το περιεχόμενο των υπολογιστών μεταφέρθηκαν στη ΓΑΔΑ και στη συνέχεια στο Κρέφελντ.
Η ηλεκτρονική αλληλογραφία των κατηγορουμένων είχε εν τω μεταξύ ανοιχτεί, τα τηλέφωνά τους παρακολουθούνταν, ενώ ειδικοί πραγματογνώμονες συμπλήρωναν τους εκατοντάδες φακέλους της δικογραφίας με πίνακες, συνόψεις και καταγραφές των εταιρειών και των οικονομικών τους δραστηριοτήτων. Προσθέτοντας πρόχειρα τα ποσά από τους ισολογισμούς όλων των εταιρειών, οι ειδικοί υπολόγισαν ζημία που ξεπερνά τα 36 εκατ. ευρώ, ενώ τα θύματα υπολογίζονται σε 360.000.
Τα εκατομμύρια
Μέχρι στιγμής πάνω από πέντε εκατομμύρια ευρώ έχουν δεσμευτεί από τραπεζικούς λογαριασμούς, ενώ έχοντας διαπιστώσει κάποιες από τις διαδρομές των χρημάτων, οι Γερμανοί προσπαθούν να εντοπίσουν και τα υπόλοιπα χρήματα. Στόχος τους είναι, εάν οι κατηγορούμενοι καταδικαστούν στο επικείμενο δικαστήριο, τα χρήματα αυτά να επιστραφούν στα θύματα.
Η «Κ» αποκαλύπτει σήμερα πως τουλάχιστον κάποια από τα χρήματα από την δραστηριότητα των υπό εξέταση εταιριών επενδύθηκαν στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα η κυπριακή εταιρία Volhymia, η οποία είχε εισπράξει σε μορφή δανείου σχεδόν 15 εκατ. ευρώ από τις ύποπτες εταιρείες, εμφανίζεται ως αγοραστής ενός ακινήτου στα νότια προάστια.
Μια μεζονέτα 380 τ.μ. με πισίνα σε 2 στρέμματα κήπου μεταβιβάζεται τον Αύγουστο του 2010 έναντι ενός 1,2 εκατ.ευρώ. Την εταιρεία εκπροσωπεί ο προφυλακισμένος Μ.Γ. Το ακίνητο αυτό -στο οποίο διέμενε ο εν λόγω κατηγορούμενος όταν βρισκόταν στην Ελλάδα- εμφανίζεται λίγους μήνες αργότερα και ως έδρα μιας ναυτιλιακής εταιρείας που αγοράζει ένα γιοτ. Στο διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας, σύμφωνα με την έρευνα της «Κ», εμφανίζονται και οι δύο κατηγορούμενοι...