Εξακολουθεί να είναι ευαίσθητη η κατάσταση στην ελληνική οικονομία με τη χρηματοδότηση να παραμένει το νούμερο ένα πρόβλημα, όπως προκύπτει από την κοινή έκθεση της Ομάδας Δράσης με τη συνεργασία των ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ, ΣΕΤΕ και Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων.
Ο επικεφαλής της Ομάδας Δράσης Χορστ Ράιχενμπαχ υπογράμμισε στην ομιλία του την Τρίτη σε σχετική εκδήλωση, ότι η έκθεση περιλαμβάνει 50 συστάσεις που θα έπρεπε να ενταχθούν στο επιχειρηματικό πρόγραμμα της κυβέρνησης εκ των οποίων οι 12 χαρακτηρίζονται ιδιαίτερα επείγουσες «καθώς εξακολουθεί να είναι ευαίσθητη η κατάσταση».
Ο κ. Ράιχενμπαχ είπε ότι η πρόσβαση σε μέτρα χρηματοδότησης και οι συνθήκες χρηματοδότησης είναι θέματα τα οποία συζητά πάνω από δύο χρόνια, «αλλά δυστυχώς οι συνθήκες παραμένουν δύσκολες». Έχουν μειωθεί κατά 50% οι δανειοδοτήσεις και τα επιτόκια παραμένουν υψηλά και μάλιστα είναι τα υψηλότερα από οπουδήποτε αλλού στην ΕΕ και οι απαιτήσεις παροχής ασφαλειών είναι τεράστιες για τις ΜμΕ».
Ο ίδιος σημείωσε ότι πολύ μεγάλη συμβολή για τη νέα προγραμματική περίοδο μπορεί να έχουν τα διαθρωτικά ταμεία στο θέμα της χρηματοδότησης. Υπογράμμισε, επίσης, ότι είναι απαραίτητος ο διυπουργικός συντονισμός με την καθοδήγηση του επικεφαλής της αρμόδιας επιτροπής για τις ΜμΕ της ΕΕ.
Εξάλλου, ο υπουργός Ανάπτυξης Ν. Δένδιας υπογράμμισε ότι το υπάρχον μοντέλο της ελληνικής οικονομίας δεν είναι διατηρήσιμο και ότι η χώρα χρειάζεται περισσότερες επιχειρήσεις και όχι περισσότερους δημόσιους υπαλλήλους αλλά ικανότερο δημόσιο τομέα. Ο ίδιος ανέφερε ότι στόχος του υπουργείου είναι να διευκολύνει την είσοδο στο επιχειρείν. «Δεν χρειαζόμαστε ήρωες, ούτε χιλιάδες εργατοώρες για να ανοίξεις ένα καφενείο» είπε ο ίδιος.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης, τρεις δείκτες ρίχνουν την επίδοση της Ελλάδας κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ: Είναι πολύ πιο δαπανηρή η μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων (11,8% της αξίας των περιουσιακών στοιχείων σε σύγκριση με 4,6% στην ΕΕ), ενώ το κόστος έναρξης μιας επιχείρησης ανέρχεται σε 910 ευρώ σε σύγκριση με 343 ευρώ στην ΕΕ και το ελάχιστο καταβλητέο κεφάλαιο έχει στην πράξη αυξηθεί σε σχέση με το περασμένο έτος.
Σε ό,τι αφορά τις κρατικές ενισχύσεις και δημόσιες συμβάσεις, η επίδοση της Ελλάδας, όπως επισημαίνεται στην Έκθεση, σε αυτό τον τομέα πολιτικής είναι κατά πολύ χαμηλότερη από τον μέσο όρο της ΕΕ και εμφανίζει δείγματα επιδείνωσης, ιδιαίτερα στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων για τις ΜμΕ.
Συγκεκριμένα, ο χρόνος που χρειάζονται οι δημόσιες Αρχές για να καταβάλουν τις πληρωμές έχει αυξηθεί (2011: 66 ημέρες, 2012: 114 ημέρες) και είναι τετραπλάσιος του μέσου όρου της ΕΕ.
Πολύ χαμηλότερα από τον μέσο όρο της ΕΕ βρίσκεται η επίδοση της Ελλάδας στο θέμα της χρηματοδότησης και εμφανίζει επιπλέον δείγματα επιδείνωσης, κάτι που είναι εξαιρετικά ανησυχητικό για τις ΜμΕ, όπως επισημαίνεται στην Έκθεση. Από τους δείκτες προκύπτει ότι οι τράπεζες είναι εξαιρετικά απρόθυμες να χορηγήσουν δάνεια στις ελληνικές επιχειρήσεις, κυρίως εξαιτίας της σοβαρής χρηματοδοτικής στενότητας που οφείλεται στην κρίση του δημόσιου χρέους. Αυτό επιτείνει τον φαύλο κύκλο της οικονομικής ύφεσης και υπονομεύει σοβαρά τις προσπάθειες των ελληνικών ΜμΕ να εξακολουθήσουν να δραστηριοποιούνται.
Μόνο δύο δείκτες είναι στα επίπεδα του μέσου όρου της ΕΕ: Η διαθεσιμότητα στοιχείων σχετικά με τις πιστώσεις, και η διαφορά των επιτοκίων μεταξύ μικρών και μεγάλων δανείων. Κατά τα λοιπά, η Ελλάδα υπολείπεται του μέσου όρου της ΕΕ σε αυτό τον τομέα πολιτικής, ανεξάρτητα από τον δείκτη που λαμβάνεται υπόψη.
Ιδιαίτερα ανησυχητική είναι η απόκλιση από τον μέσο όρο της ΕΕ σε ό,τι αφορά την προθυμία των τραπεζών να χορηγούν δάνεια και το ποσοστό των αιτήσεων των ΜμΕ για δάνεια οι οποίες απορρίπτονται. Επιπλέον, ο συνολικός χρόνος που απαιτείται για την καταβολή των πληρωμών εξακολουθεί να είναι διπλάσιος από τον μέσο όρο της ΕΕ (104 ημέρες έναντι 52), οι πληρωμές που χάθηκαν είναι σχεδόν διπλάσιες από τον μέσο όρο της ΕΕ (5,9% έναντι 3%), ενώ δεν παρατηρείται βελτίωση του δείκτη «ισχύς των νομικών δικαιωμάτων». Τέλος, αναφέρεται ότι η απορρόφηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων βρίσκεται κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ.
Οι 12 προτάσεις της Ομάδας Δράσης (Task Force)
- Μεταρρύθμιση του νομικού και θεσμικού πλαισίου για την αδειοδότηση επενδύσεων και επιχειρήσεων.
- Περαιτέρω απλοποίηση των διοικητικών διαδικασιών μέσω εξορθολογισμού και ψηφιοποίησης των διαδικασιών.
- Μείωση φορολογικής επιβάρυνσης για τις ΜμΕ (ΦΠΑ, ειδικοί φόροι κατανάλωσης και τοπικοί φόροι) και μείωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης ενέργειας.
- Προώθηση πιστοποιημένων ηλεκτρονικών πληρωμών μεταξύ του δημόσιου τομέα και των επιχειρήσεων.
- Στενότερη εποπτεία της αγοράς για την αποφυγή ολιγοπωλιακών καταστάσεων και μείωση της αντιανταγωνιστικής συμπεριφοράς του παράνομου εμπορίου μέσω αυστηρών ελέγχων στις αποθήκες καθώς και στο δίκτυο πωλήσεων.
- Όσον αφορά τη χρηματοδότηση μέσω των κονδυλίων της ΕΕ, άμεσα διαθέσιμα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η πρόταση είναι να δοθεί προτεραιότητα στις μικρές επιχειρήσεις κατά τη διαδικασία αξιολόγησης των αιτήσεων χρηματοδότησης.
- Διασφάλιση της αποτελεσματικής δρομολόγησης του Ιδρύματος για την Ανάπτυξη (επενδυτικό ταμείο IfG).
- Καλύτερος σχεδιασμός χρηματοδοτικών μέσων μέσω της χρήσης των κονδυλίων της προγραμματικής περιόδου 2014-2020 για την καλύτερη αντιμετώπιση των αναγκών των ΜμΕ.
- Στήριξη εξαγωγικών δραστηριοτήτων μέσω προγραμμάτων συγχρηματοδότησης.
- Βελτίωση της αναπτυξιακής πολιτικής για την προώθηση συνεργατικών σχηματισμών (cluster) και επιχειρηματικών πάρκων.
- Βελτίωση του νομικού και θεσμικού πλαισίου πιστοποίησης επαγγελματικών προσόντων.
- Ελευθερία επιλογής χαμηλότερης ασφαλιστικής κατηγορίας στον ΟΑΕΕ.