Ως μια καλή ένδειξη ότι κάτι αλλάζει στον τομέα της ανταγωνιστικότητας, έρχεται η έκθεση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα ανέβηκε 10 θέσεις παγκοσμίως (81η από 91η).
Όπως σημειώνει η Deutsche Welle, συγκεντρώνοντας 4,04 βαθμούς η Ελλάδα κατατάσσεται φέτος στην 81η θέση, την ώρα που το 2013 βρισκόταν στην 91η και το 2012 στην 96η θέση. Όπως αναφέρεται στο Global Competitiveness Report 2014-2015 του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, «οι βελτιώσεις στη λειτουργία της αγοράς προϊόντων (85η) με αυξημένα επίπεδα ανταγωνισμού (71η) και οι πιο ευέλικτες αγορές εργασίας, αν και παραμένουν αρκετά άκαμπτες, (117η), σε συνδυασμό με καλύτερες μακροοικονομικές επιδόσεις και μια σαφή μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, οδήγησαν σε αυτή την πιο θετική αξιολόγηση, παρά το υψηλό επίπεδο του χρέους. Όλα αυτά καταδεικνύουν ότι η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων έχει αρχίσει να αποδίδει».
Σημαντικές προκλήσεις
«Παρά ταύτα», όπως επισημαίνει την έκθεση, «η Ελλάδα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις, οι οποίες θα πρέπει να αντιμετωπιστούν προκειμένου να συνεχίσει να βελτιώνεται η ανταγωνιστικότητά της. Πιο συγκεκριμένα, η λειτουργία των θεσμών της παραμένει αδύναμη και λαμβάνει χαμηλή βαθμολογία για την αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης (129η), η χρηματοπιστωτική της αγορά (130η) δεν έχει συνέλθει ακόμη από την οικονομική κρίση, υπάρχουν ανησυχίες για την ευρωστία των τραπεζών της (141η) ενώ η πρόσβαση σε χρηματοδότηση (136η) παραμένει ο πιο προβληματικός παράγοντας για το επιχειρείν στη χώρα».
«Πέραν αυτών», όπως σημειώνεται, «προκειμένου να στηριχτεί η δομική αλλαγή της ελληνικής οικονομίας έτσι ώστε να μπορεί να κινηθεί προς πιο παραγωγικές και στηριγμένες στη γνώση δραστηριότητες, θα πρέπει να ενισχύσει την ικανότητα καινοτομίας (109η). Αυτό απαιτεί βελτιώσεις της ποιότητας του εκπαιδευτικού συστήματος (111η) καθώς επίσης μεγαλύτερες επενδύσεις σε δραστηριότητες που παράγουν γνώση, όπως στα R&D (σσ. Έρευνα και Ανάπτυξη) (114η).
Πρωτιά για την Ελβετία
Την πρώτη θέση στην παγκόσμια κατάταξη καταλαμβάνει για έκτη συνεχή χρονιά η Ελβετία. Και εδώ όμως οι συντάκτες της έκθεσης διαπιστώνουν προβλήματα στην αγορά εργασίας. Ως κίνδυνος αναφέρεται η όλο και μεγαλύτερη δυσκολία των ελβετικών επιχειρήσεων να βρουν εξειδικευμένο προσωπικό.
Στη δεύτερη θέση βρίσκεται η Σιγκαπούρη, στην τρίτη οι ΗΠΑ για την οποία οι συντάκτες κάνουν λόγο για βελτιώσεις σε όλους τους τομείς, στην τέταρτη η Φιλανδία ενώ στην πέμπτη η Γερμανία.
Η υποχώρηση της τελευταίας κατά μια θέση (4η το 2013) σχετίζεται κυρίως με τις ανησυχίες που εκφράζονται για την αγορά εργασίας. Σύμφωνα με την έκθεση, η Γερμανία θα πρέπει να καταβάλει μεγαλύτερες προσπάθειες για την μόνιμη ενσωμάτωση μεταναστών και γυναικών στην αγορά εργασίας, προκειμένου να αντιμετωπίσει το δημογραφικό. Επιπλέον θα πρέπει να εξακριβωθεί κατά πόσον θα επηρεάσει η εισαγωγή του κατώτατου μισθού την ευελιξία της αγοράς εργασίας.
Πρόοδος για τις χώρες της κρίσης
Γενικότερα, και παρά τη σημαντική πρόοδο που καταγράφεται στις χώρες της κρίσης, όπως στην Ελλάδα, την Ισπανία και την Πορτογαλία, οι οικονομολόγοι του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ προειδοποιούν ότι η υλοποίηση δομικών μεταρρυθμίσεων είναι αποφασιστικής σημασίας προκειμένου να αποφευχθεί μια νέα κρίση της παγκόσμιας οικονομίας. «Μελλοντικά τα όρια της ανταγωνιστικότητας στην Ευρώπη δεν θα καθορίζονται πλέον μεταξύ Βορρά και Νότου, αλλά μεταξύ εκείνων που υλοποιούν αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και εκείνων που δεν το πράττουν», αναφέρει ένας εκ των συντακτών της έκθεσης.
Μια θέση «σκαρφάλωσε» η Κίνα που βρίσκεται πλέον στην 28η ενώ άλλες γοργά αναπτυσσόμενες οικονομίες, όπως η Τουρκία, η Νότια Αφρική και η Βραζιλία υποχώρησαν στην παγκόσμια κατάταξη.
Η ουκρανική κρίση
Οι ειδικοί του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ προειδοποιούν και για τις συνέπειες της ουκρανικής κρίσης. «Πιθανές περαιτέρω κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας θα είχαν –λόγω του μεγέθους και της σημασίας της ρωσικής οικονομίας- επιπτώσεις όχι μόνον στην ανταγωνιστικότητα της Ρωσίας αλλά και στους οικονομικούς εταίρους της χώρας».
Για την αξιολόγηση της ανταγωνιστικότητας μιας χώρας οι οικονομολόγοι λαμβάνουν υπόψη μια σειρά από παράγοντες, όπως την ποιότητα των θεσμών, τις υποδομές, το σύστημα υγείας, το εκπαιδευτικό σύστημα, το μέγεθος της εγχώριας αγοράς και το μακροοικονομικό περιβάλλον. Επιπλέον παράγοντες της οικονομίας απαντούν σε ένα ερωτηματολόγιο για την αποτελεσματικότητα και τη διαφάνεια ως προς το έργο της κυβέρνησης.