Την Τετάρτη 27 Αυγούστου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης ο πολυαναμενόμενος Κώδικας Δεοντολογίας της Τράπεζας της Ελλάδας που αναφέρεται στις ρυθμίσεις χρεών ιδιωτών, αλλά και επιχειρήσεων.
Σε αυτόν γίνεται ειδική αναφορά στους δανειολήπτες που αδυνατούν να ανταποκριθούν στα δάνεια που έχουν λάβει, σημειώνοντας τους συνήθεις, στη διεθνή πρακτική, τύπους ρυθμίσεων.
Ακόμη, αναφέρει και τις περιπτώσεις οριστικής διευθέτησης των δανείων που συνδυάζονται με παράδοση (εθελοντική ή υποχρεωτική) της εμπράγματης εξασφάλισης στο πιστωτικό ίδρυμα προς μείωση του συνόλου του δανείου ή ακόμα και με ρευστοποίηση των εξασφαλίσεων προς κάλυψη του δανείου.
Η όλη διαδικασία θα μπορεί να ολοκληρωθεί σε πέντε βασικά στάδια:
Επικοινωνία με τον δανειολήπτη, συγκέντρωση οικονομικών και άλλων πληροφοριών, αξιολόγηση των οικονομικών στοιχείων, πρόταση των κατάλληλων λύσεων στον δανειολήπτη
και διαδικασία εξέτασης ενστάσεων.
Τα πέντε στάδια αφορούν στον λεγόμενο συνεργάσιμο δανειολήπτη, δηλαδή αυτόν ο οποίος πληροί τα ακόλουθα κριτήρια:
α) παρέχει πλήρη και επικαιροποιημένα στοιχεία επικοινωνίας στους δανειστές ή όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό τους (π.χ. αριθμούς σταθερού, κινητού τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση, διεύθυνση κατοικίας και εργασίας) και προβαίνει σε ορισμό συγγενικού ή φιλικού προσώπου, ως αντικλήτου επικοινωνίας για κάθε περίπτωση που ο ίδιος δεν είναι διαθέσιμος,
ΦΕΚ
Το πλήρες κείμενο του Κώδικα Δεοντολογίας των τραπεζών
β) είναι διαθέσιμος σε επικοινωνία με τον δανειστή ή με όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό αυτού και ανταποκρίνεται με ειλικρίνεια και σαφήνεια, σε κλήσεις και επιστολές του δανειστή ή όποιου ενεργεί νομίμως για λογαριασμό του, αυτοπροσώπως είτε διά του αντικλήτου του, με κάθε πρόσφορο τρόπο, εντός 15 εργάσιμων ημερών,
γ) προβαίνει αυτοπροσώπως είτε διά του αντικλήτου του σε πλήρη και ειλικρινή γνωστοποίηση πληροφοριών προς το δανειστή ή όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό του, αναφορικά με την τρέχουσα οικονομική του κατάσταση, εντός 15 εργασίμων ημερών από την ημέρα μεταβολής της ή εντός 15 εργάσιμων ημερών από την ημέρα που θα ζητηθούν ανάλογες πληροφορίες από το δανειστή ή όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό του,
δ) προβαίνει αυτοπροσώπως είτε διά του αντικλήτου του, σε πλήρη και ειλικρινή γνωστοποίηση πληροφοριών, προς το δανειστή ή όποιον ενεργεί για λογαριασμό του, οι οποίες θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην μελλοντική οικονομική του κατάσταση, εντός 15 εργάσιμων ημερών από την ημέρα που θα περιέλθουν σε γνώση του (π.χ. πλήρωση προϋποθέσεων λήψης επιδόματος, εμφάνιση νέων περιουσιακών στοιχείων που θα περιέλθουν στην κυριότητα του [κληρονομιά κ.λπ.], απώλεια κυριότητας περιουσιακών στοιχείων, ανακοινώσεις απόλυσης, καταγγελίες μισθώσεων, εξαγορά ασφαλιστικών προϊόντων, κέρδη οποιασδήποτε μορφής κ.λπ.) και
ε) συναινεί σε διερεύνηση εναλλακτικής πρότασης αναδιάρθρωσης με το δανειστή ή όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό του, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον Κώδικα Δεοντολογίας του Ν. 4224/2014»,
Για τους μη συνεργάσιμους δανειολήπτες ο Κώδικας αφιερώνει ολόκληρο κεφάλαιο ενώ αναφέρεται ρητά ότι υπάρχει ο κίνδυνος εκποίησης ακόμη και της μοναδικής κατοικίας του οφειλέτη. Ιδού τι αναφέρεται χαρακτηριστικά:
«Μετά την κατηγοριοποίηση ενός δανειολήπτη ως μη συνεργάσιμου, το ίδρυμα οφείλει να τον ενημερώσει για το γεγονός αυτό εντός δέκα πέντε (15) ημερολογιακών ημερών γραπτώς και να γνωστοποιήσει, κατ' ελάχιστον, τα εξής:
(α) Το γεγονός ότι έχει ταξινομηθεί ως μη συνεργάσιμος και τον/τους ειδικότερο/−ους λόγους για την κατάταξή του ως μη συνεργάσιμου.
(β) Τις λεπτομέρειες αναφορικά με το χρονοδιάγραμμα, με βάση το οποίο το ίδρυμα προτίθεται να κινηθεί στο μέλλον (π.χ. διαδικασία ρευστοποίησης).
(γ) Τον κίνδυνο εκποίησης από το ίδρυμα τυχόν εξασφαλίσεων που έχουν παρασχεθεί από τους εγγυητές.
(δ) Αν ο δανειολήπτης και τυχόν εγγυητές θα εξακολουθούν να είναι υπόχρεοι για τυχόν εναπομένον υπόλοιπο μετά την ενδεχόμενη εκποίηση εξασφαλίσεων, καθώς και τον τρόπο και το επιτόκιο που αυτό θα εκτοκίζεται.
(ε) Το ενδεχόμενο τυχόν ανώτατα όρια χρεώσεων ή και προσαυξήσεων, προβλεπόμενα στη σύμβαση, να παύσουν να ισχύουν, υπό την επιφύλαξη της ισχύουσας νομοθεσίας.