Για την Τζένιφερ Λόρενς, μόλις 23 ετών, τα πράγματα πήγαν πολύ γρήγορα. Ενα Οσκαρ για την ταινία Happiness Therapy, ένας χρυσός ρόλος στην επιτυχημένη σειρά Hunger Games. Αλλά η ηθοποιός που είναι η δεύτερη πιο καλοπληρωμένη σταρ του Χόλιγουντ δεν ξεχνάει ότι πριν από την επιτυχία αναγκάστηκε να δώσει μάχη για να πετύχει όσα πέτυχε.
Σε ηλικία 14 ετών δεν είχε ποτέ φύγει από το Κεντάκι όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε. Σήμερα, στα 23 της, δεν έχει την αίσθηση ότι ταξιδεύει αλλά ότι μεταφέρεται από το ένα ξενοδοχείο στο άλλο για να δίνει συνεντεύξεις. Αυτό είναι το αντάλλαγμα για κάποιον που πληρώνεται 10 εκατομμύρια δολάρια για μια ταινία.
Απέτυχε εντελώς στο σχολείο και αναγκάζεται, όπως έχει δηλώσει, να διαβάζει ακατάπαυστα λογοτεχνία για να κλείσει τρύπες -Αννα Καρένινα, Ανατολικά της Εδέμ κλπ.
Το να παίζει ρόλους μπροστά στους δημοσιογράφους έγινε η δεύτερη δουλειά της.Ο στόχος της είναι σαφής, να αντέξει και να γίνει καλύτερη. Να δίνει πάντα την εντύπωση ότι δεν πλήττει με τις ερωτήσεις. Πρόσφατα μια δημοσιογράφος μασούσε τσίχλα μπροστά της, μια άλλη της έκανε ερωτήσεις και φορούσε γυαλιά ηλίου, κι αυτά την ενοχλούν. «Με ρωτούν οι δημοσιογράφοι “Ποιός σας φίλησε καλύτερα στην ταινία”; Θέλω εκείνη τη στιγμή να του πω “Φύγε από δω, ηλίθιε, χάνω χρόνο”. Αλλά πρέπει να μείνω εκεί, να δείχνω φιλική και να χαμογελάω, ειδικά όταν οι κάμερες είναι μπροστά».
Την ανακάλυψαν σε ηλικία 14 ετών, σε ένα δρόμο της Νέας Υόρκης. Ηταν εκεί σε διακοπές με τη μητέρα της και την είδε ένας κυνηγός ταλέντων. «Εχετε ωραίο κεφάλι δεσποινίς. Πρέπει να κάνετε ταινίες» της είπε. Η πρόταση ήταν δελεαστική, ειδικά για κάποιον, όπως εκείνη, που δεν ήξερε τι να κάνει στη ζωή του, σε ένα σχολείο του Κεντάκι.
Ωστόσο το παραμύθι σταμάτησε εδώ. «Εγινα αμέσως ένα κορίτσι από φωτογραφία ταυτότητας σε έναν κατάλογο, ένα κορίτσι ανάμεσα σε άλλα, το οποίο ειλικρινά δεν είχε τίποτα εξαιρετικό πάνω του».
Πάλεψε πολύ για να πάρει τον ρόλο μιας νεαρής κοπέλας στην ταινία Winter's Bone, το 2010. Ενα 17χρονο κορίτσι έψαχνε τον πατέρα του που είχε χαθεί σε μια καταστροφή στο Μισούρι. Η σκηνοθέτης Debra Granik δεν της έδωσε το ρόλο. Πολύ νέα, πολύ ηθοποιός, πολύ αστικό προφίλ, όχι αρκετά φυσική. Επιμένει, παίρνει ένα αεροπλάνο μέσα στη νύχτα, ξαναγυρίζει για μια τρίτη οντισιόν. Φτάνει στο πλατό ξημερώματα, άπλυτη, αχτένιστη, άβαφη και κουρασμένη. Την βρίσκουν «φυσική» και συνεπώς καλή για το ρόλο. «Τον πήρα ξύνοντας την πόρτα με τα νύχια μου» αφηγείται η ίδια.
Αμέσως μετά παίζει στο Σύμπλεγμα του Κάστορα της Τζόντι Φόστερ με τον Μελ Γκίμπσον. Θυμάται ακόμη το τραγικό πρόσωπό του. Ηταν την εποχή που ο μεγάλος σταρ είχε συζυγικά προβλήματα, νυχτερινούς τσακωμούς και προβλήματα με τις αντισημητικές του δηλώσεις. Είχε μείνει σκιά του εαυτού του. «Είχα μπροστά μου κάποιον που ξέφυγε από το δρόμο του, έναν ηθοποιό που τα είχε όλα. Και σκέφτηκα, ότι στη ζωή τίποτα δεν κατακτάς για πάντα».