Ενας πόλεμος δεν έχει νικητές και νικημένους, έχει μόνο αμέτρητα θύματα και από τα δύο στρατόπεδα. Και τα μεγαλύτερα θύματα αυτής της αιματοχυσίας είναι οι αθώες παιδικές ψυχές, αυτές που χάνονται αλλά και αυτές που μένουν πίσω με τα τραύματα του πολέμου, σωματικά και ψυχικά.
Αδυνατώντας να κατανοήσουν «γιατί αλληλοσκοτώνονται οι μεγάλοι» τα παιδιά που ο παραλογισμός του πολέμου τα οδήγησε στο ορφανοτροφείο του Ιράκ, κάνουν με τον πιο φυσικό τρόπο, τις πιο εύλογες και αφοπλιστικές απορίες, που φέρνουν δάκρυα στα μάτια.
Οι ρεπόρτερ του CNN ταξίδεψαν στο Ιρακ και επισκέφθηκαν ένα ορφανοτροφείο, όπου είδαν τον πόλεμο να καθρεφτίζεται στα μάτια των μεγαλύτερων θυμάτων του: των παιδιών.
Η 11χρονη Χάγιερ Σάμι λέει στο CNN ότι θυμάται τον πατέρα της, σαν σε αναλαμπές μνήμης, ένα χαμόγελο, ένα γέλιο. Ήταν μόνο 4 ετών όταν ο αστυνομικός πατέρας της πυροβολήθηκε σε δρόμο της Βαγδάτης, αλλά θυμάται καθαρά αναμνήσεις από αυτόν και την οικογένειά τους, όταν ήταν ολόκληρη.
Η μικρή προσπαθεί απεγνωσμένα να κατανοήσει γιατί πέθανε ο πατέρας της και γιατί γίνονται όλα αυτά: «Γιατί αυτοί οι άνθρωποι σκοτώνουν άλλους ανθρώπους; Μήπως πληρώνονται για να το κάνουν» ρωτάει με παιδική αθωότητα.
Το «γιατί;» είναι ένα ερώτημα που ενδέχεται να ακούγεται συχνά στο ίδρυμα Αλ Νουρ ση Βαγδάτη, μία σιιτική οργάνωση που φιλοξενεί περισσότερα από 2.000.000 άτομα.
Εδώ, μέσα σε ένα υποβαθμισμένο, διώροφο κτίριο, η Χαζέρ είναι ένα από τα περισσότερα από 300 παιδιά που έχουν μείνει ορφανά - τα περισσότερα «ορφανά» με την ισλαμική έννοια, όταν δηλαδή μια οικογένεια χάνει τον πατέρα-προστάτη της.
Τα περισσότερα έχουν ένα μέρος να μείνουν, μια μητέρα ή ένα μακρινό συγγενή. Το κέντρο λειτουργεί ως κέντρο ημερήσιας φροντίδας, όπου τα παιδιά μπορούν να πάνε για φαγητό, ρουχισμό και εκπαίδευση.
Σε μια πόλη γνωστή για τη βία της, το κέντρο είναι γεμάτο από παιδιά με που έχουν χάσει τους γονείς τους από εκρήξεις και πυροβολισμούς, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις, υπάρχουν παιδιά, των οποίων οι γονείς ήταν καμικάζι αυτοκτονίας.
«Εμείς δεν κάνουμε διακρίσεις» αναφέρει ο Λικά Αλ Αμπούντι, διευθυντής του κέντρου. Κανείς δεν είναι σίγουρος πόσο πολλά παιδιά του Ιράκ έχουν χάσει τους γονείς τους στο ξέσπασμα θρησκευτικής βίας που πλήττει τη χώρα από το 2003. Το ορφανοτροφείο υπολογίζει μερικά εκατομμύρια, ενώ ο ΟΗΕ κάνει λόγο για εκατοντάδες χιλιάδες.
Τώρα, με τον αριθμό των νεκρών να αυξάνεται διαρκώς καθώς συνεχίζονται οι μάχες στο Ιράκ με τους εξτρεμιστές να έχουν αναλάβει μεγάλα τμήματα της χώρας και να προσπαθούν να ανατρέψουν την κυβέρνηση, όλο και περισσότερα παιδιά έρχονται στο Αλ Νουρ.
Ο Αλ Αμπουντί ίδρυσε το κέντρο το 2009 στις παρυφές του Σαντρ Σίτι της Βαγδάτης: «Νιώθω σαν να μην κάνω αρκετά για αυτά τα παιδιά. Πάντα εύχομαι να μπορούσα να κάνω περισσότερα. Προσπαθώ να τα κάνω ξανά ευτυχισμένα» λέει.
Η Χαζέρ κάθεται με την φίλη της, την 11χρονη Μπανίν, την οποία γνώρισε στο κέντρο. Δεν θα μπορούσαν να είναι πιο διαφορετικές. Η Χαζέρ έχει τα μαλλιά τραβηγμένα πίσω με μια πράσινη κορδέλα με ροζ φιόγκο, ενώ η Μπανίν καλύπτει τα μαλλιά της με την παραδοσιακή μουσουλμανική μαντίλα, το χιτζάμπ.
Η φιλία τους γεννήθηκε στη θλίψη. Η Μπανίν έχασε τον πατέρα της πριν από 10 μήνες στο Σαντρ Σίτι κατά τη διάρκεια βομβιστικής επίθεσης. Τώρα αυτή και τα τέσσερα αδέλφια της, ζουν με τους παππούδες τους, οι οποίοι δεν έχουν αρκετά χρήματα για να τα φροντίσουν.
Στην άκρη του δωματίου κάθονται η ενός έτους Ζαχρά και ο αδελφός της Μουσταφά. Τα δύο παιδιά βρέθηκαν να κείτονται ανάμεσα στα πτώματα των γονιών τους, όταν τον Ιανουάριο, οι εξτρεμιστές εισέβαλαν στο σπίτι της οικογένειας στην περιοχή Χουσεινίγια, στα βόρεια προάστια της Βαγδάτης.
Αθώα παιδιά που έχουν μείνει μόνα τους στον κόσμο από τον παραλογισμό του πολέμου, χωρίς ποτέ κανείς να μπορέσει να τους εξηγήσει το γιατί.