Με προκλητική κι επιθετική γλώσσα έρχεται η Τουρκία να διαπραγματευτεί με την ΕΕ τα θέματα προόδου της ενταξιακής της πορείας.
Στην επίμαχη Δήλωση 100 σελίδων που κατέθεσε στο πλαίσιο της 5ης συνάντησης του Συμβουλίου Σύνδεσης Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) - Τουρκίας -πρόκειται για το έγγραφο στο οποίο χαρακτηρίζεται «νεκρό» το Κυπριακό κράτος και «εκλιπούσα» η Κυπριακή Δημοκρατία- η Άγκυρα αξιώνει μεταξύ άλλων θέματα που έχουν σχέση με την εθνοτική καταγωγή της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη, την εκλογή μουφτήδων, αλλά και ζήτημα επέκτασης των χωρικών υδάτων.
Ο υπουργός Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου και ο υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Μεχμέτ Τσαβούσογλου, που υπογράφουν τη Δήλωση, θέτουν στην Ένωση θέμα μουσουλμανικής μειονότητας με προσεκτική γλώσσα, η οποία αποφεύγει τη λέξη αμοιβαιότητα για τη Συνθήκη της Λαζάνης και αναφέρεται σε «παράλληλα δικαιώματα» της ελληνικής μειονότητας στην Τουρκία και της μουσουλμανικής στην Ελλάδα. Σύμφωνα με «Το Βήμα», η Άγκυρα κατηγορεί την Ελλάδα ότι αρνείται να αναγνωρίσει την εθνοτική καταγωγή της «τουρκομουσουλμανικής μειονότητας της Δυτικής Θράκης». Επαναφέρει δε το θέμα της άμεσης εκλογής μουφτήδων.
Επιπλέον, αξιώνει από την Αθήνα να αρνηθεί ουσιαστικά το δικαίωμα που της δίνει το Δίκαιο της Θάλασσας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια. Σε αυτή την περίπτωση, η Άγκυρα θα εξέταζε την άρση του casus belli. Με τον τρόπο αυτό, αγνοεί παντελώς τις προβλέψεις του Δικαίου της Θάλασσας, που αποτελεί βασική αρχή της ΕΕ, ενώ συνδυάζει όλα τα παραπάνω με την προσφάτως υιοθετηθείσα Στρατηγική για τη Θαλάσσια Ασφάλεια που έχει προκαλέσει έντονη ενόχληση στην Άγκυρα. Για τον λόγο αυτό, η Τουρκία υποδεικνύει στην ΕΕ ότι στο πλαίσιο της Στρατηγικής για τη Θαλάσσια Ασφάλεια «θα έπρεπε να αποφεύγει ευαίσθητες λέξεις όπως "απειλή" όταν αναφέρεται στην οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών στην περιφέρειά μας».
Υπενθυμίζεται ότι στο συγκεκριμένο έγγραφο, η Τουρκία με ύφος 1.000 πασάδων χαρακτηρίζει «εκλιπούσα» (defunct) την Κυπριακή Δημοκρατία και τονίζει ότι είναι «νεκρό» το κράτος της Κύπρου, που είναι κράτος-μέλος της ΕΕ. Παράλληλα, η Τουρκία αξιώνει ένα «νέο» διζωνικό-δικοινοτικό καθεστώς, με βάση τη λογική των «δύο συνιστώντων κρατιδίων».
Το έγγραφο, το οποίο εν πολλοίς συνιστά απάντηση στην κοινή θέση της ΕΕ για την Τουρκία, διανεμήθηκε σε όλα τα κράτη-μέλη περιλαμβανομένης και της φερόμενης ως «εκλιπούσας».
Στο έγγραφο η Άγκυρα απορρίπτει κάθετα την «Κοινή Θέση» της ΕΕ για τερματισμό της πρακτικής άσκησης βέτο κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας και σημειώνει χαρακτηριστικά: «Έως ότου εξευρεθεί μια τελική και δίκαιη λύση στο Κυπριακό πρόβλημα, η ένταξη των Ελληνοκυπρίων σε οποιονδήποτε διεθνή οργανισμό δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί θετικά από την Τουρκία. Η υιοθέτηση των απαιτήσεων των Ελληνοκυπρίων για ένταξη σε διεθνείς οργανισμούς θα ενίσχυε τον ψευδή ισχυρισμό τους να εκπροσωπούν την εκλιπούσα 'Κυπριακή Δημοκρατία' και θα τους αποσπούσε την προσοχή από τον στόχο της λύσης».
Σημειώνει, επίσης, πως η «Ελληνοκυπριακή Διοίκηση», όπως αποκαλεί η Άγκυρα την Κυπριακή Δημοκρατία, «δεν εκπροσωπεί ολόκληρο το νησί». Δεν μπορούν, προστίθεται, να ισχυριστούν αρμοδιότητα, δικαιοδοσία ή κυριαρχία επί των Τουρκοκυπρίων, οι οποίοι, όπως υποστηρίζεται, έχουν «ισότιμο καθεστώς».
Υπενθυμίζεται ότι το εν λόγω έγγραφο ξεσήκωσε θύελλες μεταξύ του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών και της Κύπριας ευρωβουλευτού Ελένης Θεοχάρους, που είχε ως αποτέλεσμα την ανταλλαγή βαρύτατων εκφράσεων, την επίδοση ρηματικής διακοίνωσης από την Αθήνα (σσ. είναι η πρώτη φορά που γίνεται κάτι τέτοιο από την εποχή της απριλιανής δικτατορίας). Η κα Θεοχάρους είχε κατηγορήσει την Αθήνα για κωλυσιεργία αναφορικά με το Κυπριακό και τη στάση της απέναντι στην Άγκυρα ενόσω είχε την προεδρία της Ένωσης. Τελικά, τόσο ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης όσο και το κυπριακό υπουργείο Εξωτερικών (με ανακοίνωσή του) αποφάσισαν να ρίξουν τους τόνους διαβεβαιώνοντας για την άριστη σχέση των δύο πλευρών.