«Όταν ο απλός, ο κοινός άνθρωπος του χωριού πάρει τ' όπλο στον ώμο και βγει στα βουνά ν' αγωνιστεί για την λευτεριά του, δημιουργεί κοσμοϊστορικά γεγονότα που έχουν απήχηση σε όλη την οικουμένη»
Σε αυτή τη φράση θα μπορούσε να συνοψιστεί η πολιτική εμπειρία του Τούρκου κομμουνιστή αγωνιστή και διανοούμενου, Μιχρί Μπελί, του οποίου η ελληνική πολιτική εμπειρία μπορεί εξίσου να συνοψιστεί στην φράση «Όσοι πολέμησαν στις τάξεις του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας τίμησαν το ελληνικό έθνος. Κι εγώ ως Τούρκος, νιώθω περήφανος και ευτυχής που συμμετείχα σ' αυτόν τον λαμπρό αγώνα εκτελώντας ένα ταπεινό καθήκον, που πολέμησα σε έναν δίκαιο αγώνα δίπλα στα πιο τίμιο, τα πιο γενναία παλληκάρια του ελληνικού λαού».
Ο Μιχρί Μπελί, ήταν ο «καπετάν-Κεμαλ» του ΔΣΕ και «έφυγε» πλήρης ημερών στις 16 Αυγούστου 2011, ενώ η ένταξή του στις γραμμές του ΔΣΕ συνιστούσε μοναδική περίπτωση.
Ο Μιχρί Μπελί γεννήθηκε το 1916 στη Συληβρία της Ανατολικής Θράκης και ο πατέρας του ήταν πρόεδρος του Κακουργιοδικείου της περιοχής.
Στις πρωτοχρονιάτικες διακοπές του 1932-1933 ο Μπελί μαζί με μια ομάδα συμμαθητών του επισκέφθηκε την Αθήνα και μάλιστα ήταν η πρώτη μαθητική ομάδα που επισκεπτόταν την Ελλάδα με την συγκεκριμένη εκδρομή να αποτελεί ένα σύμβολο των φιλικών σχέσεων που αναπτύσσονταν μεταξύ των δύο χωρών.
Οι μαθητές συναντήθηκαν με την πολιτική ηγεσία της Ελλάδας τον πρωθυπουργό Παναγή Τσαλδάρη και τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Ελευθέριο Βενιζέλο, ενώ όπως έγραψε ο ίδιος ο Μπελί «μέσα μου υπερίσχυαν τα αισθήματα έχθρας για τους γκιαούρηδες».
Ωστόσο, όπως σημειώνει και πάλι ο ίδιος «η έχθρα που είχε συσσωρευτεί μέσα μου από την σοβινιστική προπαγάνδα τόσων χρόνων, διαλύθηκε μέσα σε εκείνη την εβδομάδα που έζησα στην Αθήνα κι είδα καθαρά στα μάτια των Ελλήνων, τα φιλικά, τα αδερφικά αισθήματα που έτρεφαν για μας».
Αυτές οι εντυπώσεις επηρέασαν βαθιά την συνείδηση του νεαρού Μπελί ο οποίος αποφοιτώντας το 1937 από την Ροβέρτειο Σχολή της Κωνσταντινούπολης (νυν Πανεπιστήμιο του Βοσπόρου) μετέβη στη συνέχεια με υποτροφία στις ΗΠΑ με αντικείμενο των σπουδών του την ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας μετά την Μικρασιατική Καταστροφή.
Στις ΗΠΑ ο Μιχρί Μπελί εκτός από τις σπουδές του ανέπτυξε και πολιτική δράση εντασσόμενος στο κίνημα για την προάσπιση των πολιτικών δικαιωμάτων των μαύρων στην Πολιτεία του Μισσισιπή. Μαζί με τον Δανό Γκας Ουτ ήταν οι μόνοι λευκοί που δραστηριοποιούνταν στις γραμμές του Αμερικανικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Στην συνέχεια δραστηριοποιήθηκε στο φοιτητικό κίνημα και στο εργατικό κίνημα των λιμενεργατών του Σαν Φρανσίσκο.
Οι σπουδές του και η ένταξή του στο κομμουνιστικό κίνημα τον οδήγησε στο να υποστηρίξει με συνέπεια την συνεργασία και την αλληλεγγύη των λαών Ελλάδας και Τουρκίας πιστεύοντας ότι οι λαοί «δύο ανεξάρτητων και δημοκρατικών χωρών, αφού πρώτα έχουν διώξει αντάμα τον ιμπεριαλισμό από την περιοχή» έχουν το αναφαίρετο δικαίωμα να καθορίσουν την πορεία τους με την ελεύθερη βούλησή τους και χωρίς να έχουν πρότυπα ούτε την «Οθωμανική Αυτοκρατορία», ούτε την «Μεγάλη Ιδέα».
Με την έναρξη του Β Παγκοσμίου Πολέμου, ο Μπελί επέστρεψε στην Τουρκία μέσω Ιαπωνίας και Κίνας και δραστηριοποιήθηκε στις γραμμές του Τουρκικού Κομμουνιστικού Κόμματος ως μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του και ιδρυτής της Ένωσης Προοδευτικής Νεολαίας.
Το φθινόπωρο του 1944 ο Μπελί συνελήφθη και καταδικάστηκε σε φυλάκιση και εξορία μαζί με πενήντα άλλους συντρόφους του. Στα τέλη του 1946 δραπέτευσε στο εξωτερικό και την άνοιξη του 1947 έφθασε στα ελληνικά βουνά και εντάχθηκε στις γραμμές του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ).
Ο Μπελί, εξέδιδε αρχικά την τουρκόφωνη εφημερίδα «Σαβάς» (Πόλεμος), ενώ αργότερα ανέλαβε και στρατιωτικά καθήκοντα πολεμώντας ως Καπετάν-Κεμάλ μαζί με ένα μικτό τάγμα από μειονοτικά στοιχεία.
«Δεν ξέρω ποιος και πως το είχε προτείνει, αλλά το τάγμα μας ονομάστηκε «Τάγμα Οθωμανών». Και κανείς δεν έφερε αντίρρηση. Ενώ όλοι ήμασταν υπέρ της δημοκρατίας. Εναντίον του σουλτανάτου. Πρέπει να θεωρήσει κανείς φυσιολογικό το ότι δεν είχαμε αντίρρηση για το επίθετο Οθωμανός. Δεν θα μπορούσε να ονομαστεί «Τούρκικο Τάγμα». Γιατί στο τάγμα υπήρχαν και πολλοί άλλοι εκτός από Τούρκους, Έλληνες, Γκαγκαούζοι, Πομάκοι, Βλάχοι, Τσιγγάνοι κλπ. Λέγοντας «Τάγμα Οθωμανών» τους καλύπταμε όλους», σημείωσε ο ίδιος.
Επίσης ο Μπελί μετέφρασε στα τουρκικά τον ύμνο του ΕΛΑΣ «από τον οποίο αντιλαλούσαν στα χρόνια της δεκαετίας του '50 οι στρατιωτικές φυλακές του Χάρμπιγε και του Ορχανιγε στην Κωνσταντινούπολη».
Στις 6 Ιουλίου 1947 ο Μπελί τραυματίστηκε σοβαρά και μεταφέρθηκε για νοσηλεία αρχικά στην Βουλγαρία και στη συνέχεια στην Μόσχα. Επέστρεψε στην Ελλάδα και συμμετείχε στις πολεμικές επιχειρήσεις ως το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου τον Αύγουστο του 1949.
Το 1950 επέστρεψε στην Τουρκία φυλακίστηκε, ενώ αργότερα αυτοεξορίστηκε. Φιλοξενήθηκε από την Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης μετά το πραξικόπημα του 1971, ενώ το 1979 διέφυγε βαριά τραυματισμένος από δολοφονική εναντίον του επίθεση.
Μετά το πραξικόπημα του στρατηγού Κενάν Εβρεν το 1980 διέφυγε στην Μέση Ανατολή και στη συνέχεια πήγε στην Σουηδία όπου παρέμεινε μέχρι το 1992, έτος που επέστρεψε στην Τουρκία.
Η συναρπαστική και θυελλώδης ζωή του αποτυπώθηκε στο ντοκιμαντέρ του Φώτου Λαμπρινού «Καπετάν Κεμάλ: Ένας σύντροφος» με αφορμή το γύρισμα του οποίου, ο Μπελί επισκέφθηκε και πάλι την Θράκη αναζητώντας του εναπομείναντες στην ζωή συντρόφους του.
«Για ένα διάστημα στα χρόνια του εμφυλίου, η καρδιά της ευρωπαϊκής κοινωνικής επανάστασης χτυπούσε σε αυτά τα βουνά. Εκείνοι οι χωρικοί που ζούσαν έξω από τον κόσμο σε πρωτόγονες συνθήκες, είχαν βρεθεί ξαφνικά στο επίκεντρο ιστορικών γεγονότων. Για την μονότονη ζωή τους αυτό ήταν μεγάλη αλλαγή που τους σημάδεψε για πάντα. Είχαν περάσει πενήντα χρόνια, αλλά ο καπετάν-Κεμαλ, ο διοικητής του Τάγματος Οθωμανών είχε μείνει βαθιά χαραγμένος στη μνήμη όσων είχαν ζήσει εκείνες τις μέρες» έγραψε ο ίδιος, ο οποίος βρήκε παλιούς του συντρόφους εκτός από το χωριό Χατζίορεν την «έδρα της αντιπροσωπείας της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης στην Ανατολική Μακεδονία και την Θράκη» από την οποία είχε πολλές αναμνήσεις.
Ο Μιχρί Μπελί «έφυγε» έχοντας κερδίσει τον σεβασμό του διεθνούς επαναστατικού και κομμουνιστικού κινήματος, έχοντας στα χείλη την φράση του Μπαλζάκ ότι «δεν υπάρχει πιο γόνιμο έδαφος από αυτό που έχει ποτιστεί με το αίμα των ανθρώπων που έπεσαν για να το υπερασπιστούν», έχοντας στα χείλη τον «Θούριο» του Ρήγα Φεραίου που τόσο τον συγκινούσε.
Αλλά και με την εικόνα της Ελλάδας να γεμίζει τα μάτια του μετά την τελευταία του επίσκεψη στην πατρίδα μας: «Αναχώρησα το πρωί πριν χαράξει ακόμα, μέσα στο σκοτάδι. Είχα περάσει τρείς γεμάτες μέρες στα βουνά της Ροδόπης. Οι συνταξιδιώτες μου κι εγώ ήμασταν ευχαριστημένοι. «Άξιζε τον κόπο» είπαμε...»
Γιώργος Μηλιώνης./ ΑΠΕ-ΜΠΕ