Για την 29χρονη Σέρβα Ιβάνα Στάνκοβιτς η καθημερινότητά της στην πτέρυγα αναισθησιολογίας του νοσοκομείου της Φρανκφούρτης, είναι... πολύχρωμη. Άνθρωποι διαφορετικής κουλτούρας, που μιλούν άλλη γλώσσα δουλεύουν δίπλα της, όπως και σε άλλα τμήματα.
Έλληνες, Ινδοί, Ούγγροι, Ουκρανοί, Σλοβάκοι και... ελάχιστοι Γερμανοί. Τα γερμανικά νοσοκομεία μοιάζουν πλέον με μοντέρνους πύργους της Βαβέλ, ενώ όπως σημειώνει σε ρεπορτάζ του το Bloomberg, τούτο το φαινόμενο δεν είναι παράδοξο από τη στιγμή που οι ανάγκες της χώρας σε γιατρούς είναι εντυπωσιακά αυξημένη.
Οι Γερμανοί γιατροί, στη μεγάλη πλειοψηφία τους είναι πάνω από 50 ετών (περίπου το 44%), κάποιοι πλησιάζουν στη σύνταξη και από πίσω στην... επετηρίδα, ελάχιστοι νέοι επιστήμονες μπαίνουν στην αγορά εργασίας. Έτσι η χώρα αναγκάζεται να αποταθεί σε όλον τον πλανήτη για να βρει εξειδικευμένο προσωπικό. Και όντως η ζήτηση φτάνει στα όρια της προσφοράς.
Ειδικά για τους κατοίκους των χωρών του Νότου, που πλήττεται από έντονη ανεργία, αλλά και έλλειψη προοπτικών, η Γερμανία θεωρείται ιδανικός τόπος για να εργαστεί ένας γιατρός, ανεξάρτητα από την ειδικότητά του.
Μπορεί το Bloomberg να χρησιμοποιεί το παράδειγμα της Ιβάνα Στάνκοβιτς που πριν από δύο χρόνια πήρε, μαζί με τον άντρα της, την μεγάλη απόφαση να μεταναστεύσει, όμως, στην πραγματικότητα αυτοί που έχουν... κατάληψη στα γερμανικά νοσοκομεία είναι οι Ρουμάνοι και οι Έλληνες.
Στον πίνακα που ακολουθεί φαίνεται καθαρά πως οι δύο χώρες προπορεύονται στην... εξαγωγή γιατρών προς τη Γερμανία. Στη Γερμανία αυτή τη στιγμή εργάζονται 31.000 γιατροί, από τους οποίους 3.215 προέρχονται από τη Ρουμανία και 2.500 από την Ελλάδα.
Οπως σημειώνει ο Γιούργεν Χόφαρτ του Ιατρικού Συλλόγου της Ρηνανίας: «Όσο μακρύτερα πηγαίνει κανείς στην Περιφέρεια, τόσο περισσότερους ξένους γιατρούς συναντάς». ΟΙ λόγοι που οι γιατροί αποφασίζουν να φύγουν από τις χώρες τους δεν είναι μόνο ότι βρίσκουν έστω μια θέση εργασίας, αλλά μια θέση που τους παρέχει σαφώς καλύτερο μισθό. Σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και 10 (!) φορές καλύτερο μισθό από αυτόν που θα έπαιρναν στη χώρα τους και μάλιστα με ευέλικτο ωράριο.
Βέβαια, αυτοί που καταφέρνουν να περάσουν τεστ έτσι ώστε να ενταχθούν στο σύστημα υγείας της Γερμανίας, δεν είναι όσοι κάνουν αίτηση. Οι περισσότεροι κόβονται λόγω μη επάρκειας στη γλώσσα και λιγότερο λόγω μειωμένων δεξιοτήτων, όμως, επ' αυτού το γερμανικό κράτος είναι άτεγκτο: κάθε γιατρός οφείλει να μπορεί να συνεννοηθεί στα γερμανικά.
Αξίζει να σημειωθεί πως η Γερμανία δεν είναι η μοναδική χώρα που ανοίγει τις πόρτες της στους γιατρούς. Αντιθέτως, υπάρχουν άλλες που το κάνουν χρόνια και αυτή τη στιγμή έχουν περισσότερους ξένους γιατρούς στις τάξεις τους. Στον παρακάτω πίνακα φαίνεται πως η Μεγάλη Βρετανία και η Ελβετία είναι στις πρώτες θέσεις. Ακολουθούν οι ΗΠΑ και πολύ μακριά ακόμα βρίσκονται η Γαλλία και η Γερμανία.