Ηταν αρχές του 1994 όταν η ταινία «Εις το Ονομα του Πατρός» βγήκε στις κινηματογραφικές αίθουσες προκαλώντας παγκόσμια συγκίνηση και αποσπώντας διθυραμβικές κριτικές. Η ταινία βασιζόταν σε πραγματική ιστορία. Ελάχιστοι όμως ήξεραν τι απέγινε στην πραγματικότητα ο Τζέρι Κόνλον, ο βασικός πρωταγωνιστής της ιστορίας τον οποίο υποδυόταν ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις. Το έμαθαν όλοι πριν από δυο μέρες, όταν ανακοινώθηκε ότι ο Κόνλον πέθανε στα 60 του χρόνια από καρκίνο.
Η ιστορία του Τζέρι Κόνλον ξεπερνά και την πιο καλπάζουσα φαντασία ενός συγγραφέα ή σεναριογράφου. Ο Γολγοθάς του έμελλε να ξεκινήσει τον Οκτώβριο του 1974 όταν ο IRA (που μαχόταν για την ανεξαρτησία της Βόρειας Ιρλανδίας από το Ηνωμένο Βασίλειο) πραγματοποίησε βομβιστικές επιθέσεις σε δύο παμπ-στέκια Βρετανών στρατιωτών στο Γκίλντφορντ, νοτιοανατολικά του Λονδίνου. Από τις επιθέσεις έχασαν τη ζωή τους πέντε άτομα.
Εκείνο το βράδυ, ο τότε 20χρονος Κόνλον βρισκόταν στη θεία του στο Λονδίνο. Η βρετανική αστυνομία ωστόσο είχε άλλη άποψη. Τον συνέλαβε μαζί με άλλα τρία άτομα και τον έστειλε στη φυλακή τον Οκτώβριο του 1975 για να εκτίσει ποινή ισόβιας κάθειρξης. Μερικές εβδομάδες αργότερα, θα τον ακολουθούσαν πίσω από τα σίδερα ο πατέρας του, Πάτρικ «Τζουζέπε» Κόνλον, και η θεία του, Ανι, με την κατηγορία πως κατασκεύαζαν βόμβες για τον IRA. Ηταν η εποχή που η βρετανική κοινή γνώμη ζητούσε απεγνωσμένα να δει επιτυχίες ενάντια στους «τρομοκράτες» του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού. Ο «Τζουζέπε» απεβίωσε στη φυλακή το 1980, καθώς υπέφερε από σοβαρά αναπνευστικά προβλήματα. Στην πορεία ωστόσο, οι καταδίκες θα αποδεικνύονταν απάτη.
Η βρετανική δικαιοσύνη απεφάνθη, με καθυστέρηση πολλών ετών, πως τα κατηγορητήρια εναντίον των Κόνλον ήταν ανεπαρκή και... μαγειρεμένα από την αστυνομία. Ο Τζέρι Κόνλον αποφυλακίστηκε τον Οκτώβριο του 1989 και ο Τζουζέπε Κόνλον αθωώθηκε... μετά θάνατον, τον Ιούνιο του 1991.
Τα χρόνια που ακολούθησαν, ελεύθερος πια ο Τζέρι έγραψε την αυτοβιογραφία του και αφιέρωσε τη ζωή του στην υπεράσπιση-απελευθέρωση άλλων άδικα φυλακισμένων (σε Γκουαντάναμο κ.α.) με την αποζημίωση των 500.000 στερλινών που έλαβε από το Λονδίνο.
Από τον εφιάλτη του δικού του εγκλεισμού ωστόσο δεν συνήλθε ποτέ (υπέφερε από τάσεις αυτοκτονίας και εθισμούς), ούτε μετά το 2005 όταν ο τότε πρωθυπουργός Τόνι Μπλερ απολογήθηκε δημοσίως εκ μέρους της βρετανικής κυβέρνησης. Κανένας όπως από τους αστυνομικούς που πήραν μέρος στη σκευωρία εναντίον των «τεσσάρων του Γκιντφορντ» δεν έχει καταδικαστεί κανένας αστυνομικός κι ούτε πρόκειται, καθώς το βρετανικό κράτος έχει χορηγήσει ασυλία 75 ετών σε όλους τους εμπλεκομένους.
Οσο για τα διδάγματα της ιστορίας του, αυτά ηχούν ακόμη και σήμερα ιδιαιτέρως επίκαιρα. Ο ίδιος ο Κόνλον έγραφε το 2009 στην εφημερίδα «the Guardian»: «Ελπίζω όσα συνέβησαν σε εμάς να λειτουργούν πάντα ως υπενθύμιση ώστε οι άνθρωποι να μην οδηγούνται σε βιαστικά συμπεράσματα, ανεξάρτητα από τη φύση του εγκλήματος».