Ενας εμίρης με δυναμική και εύρος δεν μπορεί να μείνει με... ένα μόνο νησί στην κατοχή του. Ο εμίρης του Κατάρ, γνωστός πλέον στο πανελλήνιο αποφάσισε να επεκταθεί ακόμα περισσότερο και μετά την Οξυά, έριξε τα δίχτυα του και αλλού.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ της Realnews, το Ιόνιο Πέλαγος παραμένει το προνομιακό πεδίο για τις... αγορές του, καθώς ο Χαλίφα μπιν Χαμάντ αλ Θάνι απέκτησε το μισό νησί του Πεταλά και λίαν συντόμως θα αποκτήσει και το άλλο μισό.
Συνολικά προτίθεται να αποκτήσει άλλα επτά νησιά στο σύμπλεγμα των Εχινάδων. Ιδιαιτέρως, όμως, η απόκτηση του Πεταλά θεωρείται στρατηγικής σημασία καθώς ειναι το μεγαλύτερο νησί στις Εχινάδες.
Ο Πεταλάς, που βρίσκεται πολύ κοντά στις ακτές της Δυτικής Αιτωλοακαρνανίας και ανήκει στο νομό Κεφαλληνίας, είχε βγει τα τελευταία χρόνια προς πώληση σε μεγάλα μεσιτικά γραφεία της Ελλάδας και του εξωτερικού με τιμή στα 38 εκατομμύρια ευρώ, ωστόσο ο εμίρης φαίνεται να αποκτά το νησί με σαφώς μικρότερο ποσό.
Το νησί είναι ακατοίκητο και πέρασε στην ιδιοκτησία ελληνικής οικογένειας 100 χρόνια πριν από Μονή των Ιωαννίνων. Ο εμίρης απέκτησε επίσης τη νήσο Δρακονέρα, στις Βόρειες Εχινάδες, το Προβάτι και τέσσερις νησίδες με τις ονομασίες Γκράβαρης, Απασα, Σωρός και Πίστρος ενώ βρίσκεται σε προχωρημένες διαπραγματεύσεις για την εξαγορά ακόμα δύο νησιών του συμπλέγματος, του Βρομώνα και της Μάκρης.
Στο μεταξύ πρέπει να σημειωθεί πως η πολυαναμενόμενη αξιοποίηση της Οξυάς και η μετατροπή της σε art island προσκρούει στην κλασική ελληνική γραφειοκρατία. Συγκεκριμένα ακόμα δεν έχει ολοκληρωθεί η περιβαλλοντική μελέτη, καθώς το νησί υπάγεται σε καθεστώς Natura. Οι περιορισμοί που είναι υποχρεωμένος να σεβαστεί στη δόμηση οδήγησαν τον εμίρη στην απόφαση να αγοράσει και άλλα νησιά, ώστε να ολοκληρώσει το επιχειρηματικό του σχέδιο στο Ιόνιο, με επιβλητικές ξενοδοχειακές μονάδες επτά αστέρων που θα γίνουν πόλος έλξης για πλούσιους κα;ι διάσημους από όλον τον κόσμο.
Στα σχέδια του εμίρη του Κατάρ είναι να ολοκληρώσει το πλάνο των αγορών ιδιόκτητων νησιών στην περιοχή του Ιονίου και στη συνέχεια να εκπονηθούν τα σχέδια αξιοποίησης τους από μελετητικά γραφεία διεθνούς εμβέλειας.