«Σε αίθουσα κακόφημου μπαρ», όπως χαρακτηριστικά σημειώνει στην απόφασή του το Πειθαρχικό της ΕΛ.ΑΣ, είχε μετατρέψει το Μεταγωγών ανθυπαστυνόμος που αποτάχθηκε από την Αστυνομία και τώρα ζητά από το ΣτΕ να ακυρωθεί η απόφαση αυτή και να επιστρέψει στην υπηρεσία του.
Ενα βράδυ του 1998, όπως αναφέρει στο ρεπορτάζ του το «Πρώτο Θέμα», ο ανθυπαστυνόμος του Μεταγωγών και ενώ εκτελούσε χρέη αξιωματικού υπηρεσίας αποφάσισε να διοργανώσει στο γραφείο του ένα πάρτι με αλλοδαπές που κρατούνταν στο τμήμα και οι οποίες ήταν προς απέλαση. Ο δεσμοφύλακας με δική του εντολή έβγαλε από τα κρατητήρια του υπογείου έξι αλλοδαπές κρατούμενες που είχαν συλληφθεί την προηγούμενη μέρα, ενώ στο γραφείο του ανθυπαστυνόμου πήγαν ακόμη τρεις συναδέλφοί του και ένας φίλος του. Ουίσκι, αναψυκτικά, φρούτα και λαϊκή μουσική στη διαπασών, συμπλήρωσαν το σκηνικό.
Ενώ το πάρτι βρισκόταν στο φόρτε του, ο ανθυπαστυνόμος πήρε κοντά του μια αλλοδαπή την οποία λίγο αργότερα έβαλε και κάθισε στα γόνατά του, ενώ στο τέλος του δεύτερου μπουκαλιού ουίσκι, το κέφι άναψε για τα καλά και ο ανθυπαστυνόμος πήρε από το χέρι την αλλοδαπή, ανέβηκε πάνω στο γραφείο και άρχισε να χορεύει, κάνοντας παράλληλα άσεμνες πράξεις και χειρονομίες. Το παράδειγμά του ακολούθησαν και οι υπόλοιποι της παρέας, οι οποίοι έκαναν κι αυτοί τα ίδια με τις άλλες αλλοδαπές.
Το πάρτι έληξε στις 4 το πρωί, αφού όλοι ήταν πλέον μεθυσμένοι. Ο ανθυπαστυνόμος διέταξε έναν αρχιφύλακα να οδηγήσει δύο από τις κρατούμενες αλλοδαπές στα λουτρά του 5ου ορόφου για να κάνουν μπάνιο. Φυσικά δεν έκαναν μόνο μπάνιο αλλά και οι δυο τους ήρθαν σε ερωτική επαφή με τον αρχιφύλακα επί τρία τέταρτα. Και ακολούθως ήρθε η απόδραση... Οι κρατούμενες προσποιήθηκαν ότι πάνε για μπάνιο. Ομως, αντί να μπουν στο λουτρό, ανέβηκαν στην ταράτσα της Υποδιεύθυνσης Μεταγωγών Δικαστηρίων Αθηνών και από κει πήδηξαν στην ταράτσα του διπλανού κτιρίου. Ομως, στην προσπάθεία τους να αποδράσουν τραυματίστηκαν και δεν μπορούσαν να κινηθούν. Ανήμπορες έμειναν στην ταράτσα μέχρι που ξημέρωσε, όταν και τις βρήκε ένοικος της πολυκατοικίας η οποία ειδοποίησε και την αστυνομία.. Ετσι, συνελήφθησαν και μεταφέρθηκαν σε νοσοκομείο.
Οι υπόλοιπες τέσσερις αλλοδαπές, τύφλα στο μεθύσι, γύρισαν μόνες τους στα κελιά του κρατητηρίου για να ξαπλώσουν. Η πόρτα του κρατητηρίου όχι μόνο δεν κλειδώθηκε ποτέ από κανέναν αστυνομικό, αλλά έμεινε και ανοιχτή, με αποτέλεσμα να αποδράσουν δύο άλλες κρατούμενες.
Σύμφωνα με το Πειθαρχικό Συμβούλιο, ο ανθυπαστυνόμος υπέπεσε σε αντιπειθαρχική και ποινικά κολάσιμη συμπεριφορά λόγω της καταφανούς παραμέλησης και παράβασης των υπηρεσιακών του καθηκόντων. Ακόμη, έγινε υπαίτιος απόδρασης κρατουμένων, ενώ έβλαψε και προσέβαλε όχι μόνο την τιμή και την υπόληψή του ως αστυνομικού, αλλά και το κύρος της υπηρεσίας του. Ο ίδιος, απολογούμενος στο Πειθαρχικό, αποδέχθηκε την ευθύνη του, όχι όμως στον υπέρτατο βαθμό που του αποδόθηκε, ενώ υποστήριξε ότι «δεν στοιχειοθετείται η διαφθορά χαρακτήρα» που του καταλογίζεται «ελλείψει αποδείξεως της σαρκικής επαφής».
Από ποινικής πλευράς, στον ανθυπαστυνόμο επιβλήθηκε εξάμηνη φυλάκιση με τριετή αναστολή. Παρ' όλα αυτά, η ποινή τελικά παραγράφηκε, καθώς στο μεταξύ ψηφίστηκαν ευεργετικές διατάξεις που έδιναν αυτή τη δυνατότητα. Τώρα καλείται το ΣτΕ να αποφανθεί για την αναίρεση που έχει ασκήσει ο ανθυπαστυνόμος κατά της απόφασης του Διοικητικού Εφετείου με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του να ακυρωθεί η πειθαρχική ποινή της οριστικής απόταξης που του έχει επιβληθεί.