«Στους δρόμους επικρατούσε φρίκη. Οι πολιτοφυλακές των Χούτου ξεκοίλιαζαν κυριολεκτικά ανθρώπους και τους άφηναν εκεί να πεθάνουν. Κάπου 800.000 άνθρωποι από τη φυλή των Τούτσι δολοφονήθηκαν με τον ίδιο τρόπο. Μου έσκισαν και το δικό μου στομάχι, αλλά επέζησα».
Βλέποντας κανείς τη Λία Τσισούγκι, δύσκολα του περνά από το μυαλό ότι είδε την κόλαση με τα μάτια της. Κι όμως, αυτή η εμφανίσιμη 40χρονη γυναίκα, πρώην μοντέλο, νυν συγγραφέας και πρόεδρος φιλανθρωπικού ιδρύματος, έζησε τον εμφύλιο της Ρουάντα πριν από 20 χρόνια και παρά λίγο να μπει και αυτή στην ατέλειωτη λίστα των θυμάτων.
Τον Απρίλιο του 1994 ξεκίνησε μια από τις πιο φρικτές γενοκτονίες των τελευταίων δεκαετιών, η οποία εκτυλίχθηκε μπροστά στην παγκόσμια αδιαφορία. Mέσα σε μόλις 100 ημέρες, περισσότεροι από 800.000 άνθρωποι από τη φυλή των Τούτσι σφαγιάσθηκαν από φανατικούς της φυλής Χούτου.
Η σφαγή ξεκίνησε στις 6 Απριλίου 1994 όταν καταρρίφθηκε το ιδιωτικό αεροπλάνο του προέδρου της Ρουάντας Ζιβενάλ Χαμπιαριμάνα, ο οποίος ήταν Χούτου. Η δολοφονία του πυροδότησε ένα άνευ προηγουμένου δολοφονικό μένος από εξτρεμιστές Χούτου κατά των Τούτσι, οι οποίοι αν και μειοψηφία, είχαν παραδοσιακά το πάνω χέρι στη χώρα. Ο ΟΗΕ δεν παρενέβη για να σταματήσει την αιματοχυσία, η οποία έληξε τρεις μήνες αργότερα όταν το Πατριωτικό Μέτωπο της Ρουάντα (ένοπλη οργάνωση των Τούτσι) κατέλαβε την πρωτεύουσα Κιγκάλι με την υποστήριξη του στρατού της Ουγκάντα.
Η Λία Τσισούγκι είναι κι αυτή μια Τούτσι. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο γειτονικό Κονγκό. Στα 16 της μετακόμισε μαζί με την οικογένειά της στο Κιγκάλι, όπου άρχισε να εργάζεται ως μοντέλο παράλληλα με το σχολείο. "Μεγάλωσα σε ένα παραδεισένιο περιβάλλον", αφηγείται. "Οι γονείς μου ήταν παραγωγείς καφέ κι εγώ δεν έμαθα ποτέ τι σημαίνει στέρηση". Ούτε όταν μετακόμισε στη Ρουάντα συνειδητοποίησε ποτέ το μίσος που σιγόβραζε σε μεγάλη μερίδα των Χούτου κατά των ανθρώπων της δικής της φυλής. Λίγα χρόνια αργότερα, παντρεύτηκε με ένα πιλότο, επίσης Τούτσι κι απέκτησε ένα αγοράκι.
Την ημέρα που καταρρίφθηκε το αεροπλάνο του προέδρου, η 20χρονη τότε Λία βρισκόταν στο αεροδρόμιο μαζί με τον μόλις έξι μηνών γιο της και την κουβερνάντα της. "Μόλις έπεσε το αεροπλάνο ξέσπασε πανζουρλισμός", θυμάται σήμερα. "Λίγο αργότερα, άρχισαν να ακούγονται πυροβολισμοί από την πίσω μεριά της καφετέριας, όπου καθόμουν. Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν να σώσω το παιδί μου. Η ιδιοκτήτρια, μια Χούτου, μας έκρυψε ευτυχώς στο σπίτι της".
Από εκείνη τη στιγμή, ξεκίνησε μια μεγάλη περιπέτεια επιβίωσης. Οι τρεις τους κατόρθωσαν να φτάσουν στο Ζαϊρ. Κάπου στην πορεία, έπεσαν σε μπλόκο των Χούτου οι οποίοι μαχαίρωσαν τις δυο γυναίκες. Τη Λία την παράτησαν λιπόθυμη σε μια στοίβα από ακρωτηριασμένα πτώματα, νομίζοντάς τη για πεθαμένη. "Ξύπνησα από το κλάμα του γιου μου", λέει, "τον κρατούσε στην αγκαλιά της η κουβερνάντα μου, μαχαιρωμένη κι αυτή".
Οι δυο γυναίκες και το παιδί πέρασαν κατόπιν στην Ουγκάντα και από εκεί στη Νότια Αφρική, όπου τη Λία την περίμενε μια ευχάριστη έκπληξη. Ο άντρας της, που τον θεωρούσε νεκρό, ήταν τελικά ζωντανός! Ολοι μαζί κατέληξαν στη Βρετανία, όπου ζουν μέχρι σήμερα. Η Λία ξεκίνησε μια καινούργια ζωή. Σπούδασε νοσοκόμα, άρχισε να εργάζεται, αλλά, η φρίκη που έζησε, δεν την εγκατέλειψε ποτέ. Τις νύχτες ξυπνούσε από τους εφιάλτες. Αρχισε να αποξενώνεται από τον άντρα της και πριν από μερικά χρόνια πήραν διαζύγιο. Εζησε, ωστόσο, και στιγμές απρόσμενης χαράς. Το 2001 ανακάλυψε ότι η μητέρα της ήταν ζωντανή. Ως τότε, πίστευε πως είχε σκοτωθεί, όπως και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς της.Πριν από τρία χρόνια, η Λία Τσισούγκι αποφάσισε να διηγηθεί τη συγκλονιστική ιστορία της σε βιβλίο, το "Μακριά από τον Παράδεισο" (A long way from paradise). Παράλληλα, είναι επικεφαλής της φιλανθρωπικής οργάνωσης Everything is a Benefit (τα πάντα είναι κέρδος) που προσφέρει βοήθεια στις γυναίκες-θύματα βιασμού στο Κονγκό, τη γενέτειρά της. "Αυτό το οφείλω στη μητέρα μου", λέει σήμερα΄"Εκείνη ήταν που μου έλεγε "πρέπει να αλλάξεις τα πράγματα. Η δική σου γενιά θα πρέπει να το κάνει. Αλλιώς, η ιστορία θα επαναληφθεί".