Με λιγότερα από 800 ευρώ το μήνα αναγκάστηκαν να επιβιώσουν το 2012 οι μισές οικογένειες στην Ελλάδα. Οι αριθμοί προκαλούν προβληματισμό για τη διανομή του κοινωνικού μερίσματος.
Σύμφωνα με αυτά τα στοιχεία, που παρουσιάζει η «Καθημερινή», 2.751.856 φορολογούμενοι με τις συζύγους τους και τα προστατευόμενα μέλη τους έκαναν πέρυσι φορολογικές δηλώσεις με ετήσιο εισόδημα κάτω των 9.500 ευρώ. Από αυτές τις οικογένειες, περίπου μία στις τρεις έχει ακίνητη περιουσία με αξία χαμηλότερη των 100.000 ευρώ, ενώ 600.000 νοικοκυριά έχουν ακίνητα 100.000 -150.000 ευρώ, αλλά εισόδημα μικρότερο των 9.500 ευρώ.
Αυτούς τους αριθμούς μελετά η επιτροπή που θα καθορίσει τον τρόπο που θα διανεμηθεί το κοινωνικό μέρισμα των 450 εκατ. ευρώ. Σε σύγκριση με τα στοιχεία μίας χρονιάς νωρίτερα, μέσα σε μόλις 12 μήνες αυξήθηκε κατά 207.743 ο αριθμός των οικογενειών με ετήσιο εισόδημα κάτω των 9.000 ευρώ. Το 2012, καταγράφηκαν 2.339.670 δηλώσεις με ετήσιο εισόδημα κάτω από αυτό το όριο και το 2013 αυξήθηκαν σε 2.547.413.
Προκειμένου να καθοριστούν τα κριτήρια για τη διανομή του κοινωνικού μερίσματος ζητήθηκε η συνδρομή του ΟΑΕΔ, όπως αναφέρει το δημοσίευμα, ώστε να εξακριβωθεί ποιοι από αυτούς που εμφανίζονται ως φτωχοί είναι ταυτόχρονα και μακροχρόνια άνεργοι. Προέκυψε ότι μόλις 200.000 μακροχρόνια άνεργοι εμφανίζονται να δηλώνουν ετήσιο εισόδημα κάτω από 5.000 ευρώ τον χρόνο. Ετσι η επεξεργασία των στατιστικών στοιχείων στο πλαίσιο της επιτροπής αναδεικνύει για ακόμη φορά το ζήτημα της αδυναμίας να χαραχθεί κοινωνική πολιτική χωρίς να προκληθούν μεγάλες αδικίες.
Μία από τις εναλλακτικές που συζητήθηκαν ήταν το οριζόντιο εισοδηματικό και περιουσιακό κριτήριο, αλλά σε τέτοια περίπτωση θα εισέπραττε το μέρισμα ένας εργένης φοροφυγάς και όχι κάποιος οικογενειάρχης με δύο παιδιά που θα εμφάνιζε 400-500 ευρώ παραπάνω ετήσιο εισόδημα.
Η δεύτερη εναλλακτική λύση θα ήταν να τεθούν πιο συγκεκριμένα κριτήρια: δηλαδή να επιδοτηθούν μόνο όσοι χαρακτηρίζονται μακροχρόνια άνεργοι, υπερήλικες (άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών χωρίς εισοδήματα ή με πολύ χαμηλά εισοδήματα) και άτομα με προβλήματα αναπηρίας.
Τέθηκε ακόμη και το ενδεχόμενο το εισοδηματικό κριτήριο να μην είναι κοινό για όλους, αλλά να διαφοροποιείται από κατηγορία σε κατηγορία για να περιοριστούν όσο το δυνατόν περισσότερο τα φαινόμενα αδικιών (π.χ. το εισοδηματικό κριτήριο για έναν μακροχρόνια άνεργο να είναι μεγαλύτερο απ' ό,τι για έναν επιτηδευματία που έκλεισε το κατάστημά του πριν από έναν χρόνο.