Πώς μπορεί το φλαμένκο να μιλήσει για την εξολόθρευση των τσιγγάνων από τους Ναζί; Μετά το Sadler’s Wells του Λονδίνου, ο διεθνούς φήμης χορευτής και χορογράφος από τη Σεβίλλη, Israel Galván έρχεται να απογειώσει το φλαμένκo και το αθηναϊκό κοινό. Στο «Αληθινό» (“Lo Real”), ο Galván σαγηνεύει άλλοτε με τη στατική του εκφραστικότητα κι άλλοτε με μια ταχύτητα που σε κάνει ν’ ακούς τον αέρα να κόβεται στα δύο.
Από την Τετάρτη 23 έως την Κυριακή 27 Απριλίου, στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης πρωταγωνιστεί το φλαμένκο. Κάποτε, ο Γάλλος φιλόσοφος Georges Didi-Huberman είπε στον διάσημο Ισπανό χορευτή: «Ισραέλ, το να χορεύεις την πραγματικότητα είναι συνώνυμο του να χορεύεις το αδύνατο». Κι αυτό ακριβώς αποπειράται να κάνει σε αυτή την παράσταση ο Ισραέλ Γκαλβάν. Επινοεί μια νέα χορογραφική γλώσσα φλαμένκο, ώστε να μπορεί να προσεγγίσει εκφραστικά το δύσκολο θέμα του διωγμού των Ρομά κατά τις δεκαετίες του ’30 και του ’40 από τα φασιστικά καθεστώτα εκείνης της περιόδου.
Πώς να εκφράσει κανείς με το σώμα τα βασανιστήρια, τον πόνο, την περηφάνια, το ελεύθερο πνεύμα; Ο Γκαλβάν το επιχειρεί και κερδίζει το στοίχημα. Συνεργοί του σε αυτό το εγχείρημα είναι δύο εξαιρετικές χορεύτριες (Μπελέν Μάγια και Ισαμπέλ Μπαγιόν), έμπειροι μουσικοί, τραγουδιστές, μια μπάντα, ηθοποιοί και χορευτές. Η παράσταση είναι γεμάτη δυνατές στιγμές –όπως ο συγκλονιστικός χορός της Μάγια, παγιδευμένης στις χορδές ενός ξεχαρβαλωμένου πιάνου που παραπέμπουν στα συρματοπλέγματα των στρατοπέδων συγκέντρωσης– και ενσαρκώνει τον πόνο και το πάθος για την ελευθερία με τέτοιο τρόπο, που είναι αδύνατον να μην κάνει σαφές το μήνυμα κατά του ρατσισμού. Το Lo Real είναι μια παράσταση γεμάτη τραγικές μνήμες, που εγείρουν δύναμη και πάθος για ζωή και δικαιοσύνη.
Ο Γκαλβάν θέτει επί σκηνής τα ερωτήματα που γεννά η αντίφαση ανάμεσα στην έλξη που ασκούσαν στα φασιστικά κινήματα η μουσική και ο χορός της φυλής του και στην απώθηση για την ίδια τη φυλή, που οδήγησε στο ολοκαύτωμά της. Χρησιμοποιεί ιστορικό υλικό που εκφράζει αυτή την αντίφαση, όπως για παράδειγμα την ταινία Tiefland (Κάτω Χώρες, 1943) της περίφημης Γερμανίδας κινηματογραφίστριας Leni Riefenstahl, που είναι βασισμένη στο θεατρικό έργο του Angel Guimerá, Terra baixa. Σε αυτήν, η ίδια εμφανίζεται ως χορεύτρια του φλαμένκο, ενώ χρησιμοποιεί ως κομπάρσους τσιγγάνους από κάποιο κοντινό στρατόπεδο συγκέντρωσης, οι οποίοι μετά το γύρισμα επέστρεψαν στο στρατόπεδο για να εξολοθρευτούν από τους Ναζί.
O πολυβραβευμένος Ισραέλ Γκαλβάν γεννήθηκε το 1973 και μεγάλωσε χορεύοντας φλαμένκο με τον πατέρα του José Galván και τη μητέρα του Eugenia de los Reyes. Στα δεκαοκτώ του κατάλαβε ότι αυτός είναι ο δρόμος του και λίγο αργότερα έγινε μέλος της Compañia Andaluza de Danza υπό τη διεύθυνση του Mario Maya. Μέσα στα δέκα χρόνια που ακολούθησαν, σάρωσε ό,τι βραβείο υπήρχε για το φλαμένκο. Το 1998 ίδρυσε τη δική του ομάδα και άρχισε να περιοδεύει με τις παραστάσεις που τον έκαναν διάσημο, χάρη στο ρίσκο που έπαιρνε ως χορευτής. Μέχρι το 2006 οι παραστάσεις του ήταν σόλο, αλλά κατόπιν άρχισε να χορογραφεί και άλλους χορευτές. Η χορογραφία του La Francesca για την αδελφή του Pastora Galván (2006) κέρδισε τα βραβεία Giraldillo για την καλύτερη μουσική και την πιο πρωτοποριακή παράσταση.
Μετά τις παραστάσεις Arena (2004) και La edad de oro (2005) του απονεμήθηκε το Εθνικό Βραβείο Χορού της Ισπανίας «για την ικανότητά του να παράγει νέες δημιουργίες στην τέχνη του φλαμένκο, χωρίς να ξεχνά τις πραγματικές ρίζες του που το έχουν διατηρήσει μέχρι σήμερα και το έχουν κάνει ένα παγκόσμια αναγνωρίσιμο είδος». Υπήρξε ο πρώτος Ισπανός που συνδέθηκε ως φιλοξενούμενος καλλιτέχνης με το Théâtre de la Ville στο Παρίσι. Το 2012 του απονεμήθηκε το Bessie Award για την παράσταση La edad de oro, καθώς και το Χρυσό Μετάλλιο Καλών Τεχνών του Υπουργικού Συμβουλίου της Ισπανίας.