Η αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Μαρί-Νοέλ Ντυκέν, σε εργασία της, στην οποία επεξεργάζεται -μεταξύ άλλων- δεδομένα της Eurostat για τη γήρανση του πληθυσμού σε όλη την ΕΕ, κατέληξε στο συμπέρασμα πως η Ελλάδα είναι μία τις πλέον γερασμένες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με μόνο την Ιταλία και τη Γερμανία να παρουσιάζουν υψηλότερα ποσοστά γήρανσης.
Όπως προκύπτει από την επεξεργασία των στοιχείων, το ποσοστό του ηλικιωμένου πληθυσμού της Ελλάδας αυξήθηκε σημαντικά, από 16,7% στα 19,4%, επίπεδο υψηλότερο από τον αντίστοιχο μέσο όρο της ΕΕ των 27 (17,5% το 2011).
Ο δείκτης γήρανσης, σύμφωνα με την αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, επιβεβαιώνει σαφώς αυτή την τάση: αν ο αριθμός ηλικιωμένων ατόμων για 100 νέους (κάτω από 15 ετών) ήταν 110 το 2001, σήμερα φτάνει τους 134. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο αντίστοιχος δείκτης ανέρχεται σε 112 για το σύνολο της ΕΕ, ενώ μόνο τρεις χώρες αντιμετωπίζουν ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα σε σχέση με την Ελλάδα (εκτός από τις δύο προαναφερόμενες, είναι επίσης η Βουλγαρία με δείκτη=140).
Εξετάζοντας την ηλικιακή δομή του πληθυσμού της Ελλάδας, προκύπτει ότι το ποσοστό ηλικίας 65 ετών και άνω ξεπερνά το 19% (σχεδόν ένας στους πέντε), τοποθετώντας τη χώρα μας στην ομάδα των τριών χώρων της Ένωσης με τα υψηλότερα ποσοστά- μαζί με την Ιταλία (20,3%) και τη Γερμανία (20,6%).
Στον αντίποδα, οι τρεις χώρες με τα μικρότερα ποσοστά είναι η Ιρλανδία (11,5%) και ακολουθούν η Σλοβακία (12,6%) και η Κύπρος (12,7%).
Οι παραπάνω δείκτες αναδεικνύουν σοβαρό πρόβλημα αναπαραγωγής του πληθυσμού στην Ελλάδα, γεγονός που επιβεβαιώνει η πρόσφατη εξέλιξη του Φυσικού Ισοζυγίου της χώρας (διαφορά μεταξύ των γεννήσεων και των θανάτων).
Σύμφωνα με τα δεδομένα της ΕΛΣΤΑΤ, το Φυσικό Ισοζύγιο μειώθηκε ραγδαία κατά την περίοδο 2008-2012 για να είναι πλέον αρνητικό. Αν το 2008 οι γεννήσεις υπερέβαιναν τους θανάτους κατά 10.300 (θετικό Φυσικό Ισοζύγιο), από το 2011 και έπειτα, οι θάνατοι ξεπερνούν τις γεννήσεις. Πιο ανησυχητική είναι η δραματική φυσική μείωση του πληθυσμού το 2012. Το έλλειμμα υπέρ-τριπλασιάστηκε, από -4.671 το 2011, έφτασε στα -16.299 το 2012.