Επιστήμονες από τις ΗΠΑ επινόησαν ένα τεστ αναπνοής που ανιχνεύει ορισμένες χημικές ουσίες στον εκπνεόμενο αέρα και δείχνει πόσο πιθανό είναι να πάσχει μια γυναίκα από καρκίνο του μαστού.
Οι ειδικοί γνωρίζουν, εδώ και δύο δεκαετίες, πως οι γυναίκες με καρκίνο του μαστού έχουν μη φυσιολογικές πτητικές ενώσεις στην αναπνοή τους, αλλά πολύ πρόσφατα βρέθηκε τρόπος να χρησιμοποιούνται αυτές οι ενώσεις για τη διάγνωση της νόσου.
Οι έως τώρα μελέτες δείχνουν ότι το τεστ, που δίνει τα αποτελέσματά του σε 6 λεπτά, έχει σχεδόν απόλυτη ακρίβεια στην ανίχνευση των γυναικών δίχως καρκίνο.
Όταν, όμως, τα αποτελέσματά του δεν είναι φυσιολογικά, η γυναίκα παραπέμπεται για μαστογραφία και περαιτέρω έλεγχο.
Η ελπίδα των κατασκευαστών του είναι ότι η απλότητά του θα ωθεί ολοένα περισσότερες γυναίκες να το κάνουν - γυναίκες οι οποίες συχνά σήμερα αποφεύγουν την μαστογραφία, που για πολλές είναι δυσάρεστη.
Το τεστ λέγεται BreathLink και επινοήθηκε από ομάδα επιστημόνων υπό τον δρα Μάικλ Φίλιπς, καθηγητή Κλινικής Ιατρικής στο Ιατρικό Κολέγιο της Νέας Υόρκης, στη Βαλχάλα, και ιδρυτή της εταιρείας Menssana Research Inc. που εμπορεύεται το τεστ.
«Η μελέτη μας έδειξε πως όταν το τεστ της αναπνοής έχει αρνητικό αποτέλεσμα, υπάρχουν πάνω από 99,99% πιθανότητες η γυναίκα να μην έχει καρκίνο του μαστού», είπε.
Η ακρίβειά του, όμως, στην ανίχνευση του καρκίνου καθ' εαυτού είναι μικρότερη, γι' αυτό όταν τα αποτελέσματά του δεν είναι φυσιολογικά, η γυναίκα πρέπει απαραιτήτως να κάνει μαστογραφία.
Όπως γράφουν ο δρ Φίλιπς και οι συνεργάτες του στην επιθεώρηση «PLoS One», δοκίμασαν το τεστ σε 244 γυναίκες. Οι 130 από αυτές είχαν κάνει μαστογραφία, με τις 37 να έχουν «ύποπτα» ευρήματα, και οι υπόλοιπες 114 είχαν υποβληθεί σε βιοψία μαστού, η οποία είχε δείξει πως οι 35 είχαν τελικά αρχικού σταδίου καρκίνο.
Οι εθελόντριες υποβλήθηκαν στο τεστ αναπνοής, που συνίσταται στο να αναπνέουν επί 2 λεπτά σε έναν αναλυτή αναπνοής.
Ο αέρας προωθείται σε μία συσκευή που αναλύει τα επίπεδα διαφόρων πτητικών ουσιών και τα επίπεδά τους αναλύονται από ειδικό πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή για να εξακριβωθεί εάν είναι φυσιολογικά ή ύποπτα για καρκίνο.
Η μελέτη έδειξε πως το τεστ είχε ακρίβεια 83% στον διαχωρισμό των φυσιολογικών από τις ύποπτες μαστογραφίες, 79% στην διάγνωση του καρκίνου και 99,9% στις μαστογραφίες που ήταν φυσιολογικές.
Ο δρ Φίλιπς διευκρίνισε πως το τεστ θα πρέπει να θεωρείται πειραματικό, έως ότου επιβεβαιώσουν τα ευρήματα της νέας μελέτης από μεγαλύτερες έρευνες.
tanea.grΕπισήμανε, ωστόσο, πως αισιοδοξεί ότι τα επόμενα χρόνια το τεστ θα χρησιμοποιείται ολοένα περισσότερο και τελικά θα γίνει η πρώτη επιλογή για τη διάγνωση του καρκίνου του μαστού. Από τα