Η Ρωσία συνεχίζει απτόητη το πλάνο της για την Κριμαία και αντιπαρέρχεται τις απειλές των Δυτικών για κυρώσεις σε βάρος της. Οι απειλές της Δύσης δεν θα μεταβάλλουν τη θέση της Μόσχας στο θέμα της Ουκρανίας, διεμήνυσε ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ από την Τύνιδα, ενώ ο εκπρόσωπος του ΥΠΕΞ προειδοποίησε ότι σε περίπτωση που ΗΠΑ και Ε.Ε. υλοποιήσουν τις απειλές τους, θα υπάρξουν αντίποινα, χωρίς να διευκρινίσει περαιτέρω.
«Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να είναι θυμωμένος με τη Ρωσία. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι ΗΠΑ δεν εκπλήρωσαν τις υποχρεώσεις τους στην Ουκρανία», παρατήρησε ο Λαβρόφ κατηγορώντας τη Δύση ότι στην ουσία δεν υποστήριξαν ποτέ μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας στην Ουκρανία.
Σύμβουλοι του Πούτιν ωστόσο και πιο χαμηλόβαθμοι Ρώσοι αξιωματούχοι πάνε ένα βήμα παραπέρα, προειδοποιώντας την Ε.Ε. με κλείσιμο των κρουνών του φυσικού αερίου μέχρι και με οικονομικό κραχ το αμερικανικό χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Ένα χαρακτηριστικό τέτοιο παράδειγμα ήταν οι τοποθετήσεις του γνωστού οικονομολόγου και προεδρικού συμβούλου Σεργκέι Γκλάζιεφ, ο οποίος είπε ότι αν επιβληθούν οικονομικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας, τότε η Μόσχα θα έχει όλο το δικαίωμα να συστήσει να πουληθούν όλα τα αμερικανικά κρατικά ομόλογα, που διαθέτει, αλλά πολύ περισσότερο να αρνηθεί πλέον να χρησιμοποιεί το δολάριο για τις διεθνείς της συναλλαγές και να καταφύγει σε άλλα νομίσματα σε συνεργασία «με τους εταίρους της Ρωσίας σε Ανατολή και Νότο».
Ακόμη πιο εντυπωσιακή ήταν η δήλωση του Ρώσου αξιωματούχου ότι οι δυτικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας θα της επέτρεπαν να αρνηθεί την αποπληρωμή των δανείων ρωσικών εταιρειών από αμερικανικές τράπεζες, καθώς οι κυρώσεις «είναι δίκοπο μαχαίρι» και στο πάγωμα των ρωσικών λογαριασμών, μπορεί να αντιπαρατεθεί το πάγωμα των ρωσικών χρεών.
Ο κ. Γκλάζιεφ προχώρησε ακόμη περισσότερο τους συλλογισμούς του καλώντας τους Ρώσους πολίτες να μη βιάζονται να ανταλλάσσουν τα ρούβλια τους με συνάλλαγμα και λέγοντας ότι οι κυρώσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν την ΕΕ στην καταστροφή, καθώς το ρωσικό φυσικό αέριο, που καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος των ευρωπαϊκών αναγκών δεν μπορεί να αντικατασταθεί από καμία άλλη πηγή.
Αμέσως μετά τη μετάδοσή τους από κρατικά μέσα ενημέρωσης, οι «δημόσιοι συλλογισμοί» του Σεργκέι Γκλάζιεφ χαρακτηρίστηκαν «προσωπική του γνώμη» από αξιωματούχο του Κρεμλίνου και έγιναν δεκτοί από τη ρωσική κυβέρνηση με «έκπληξη», που εκδήλωσε επίσης ανώνυμος εκπρόσωπός της.
Παρά τη συγκρατημένη, έως αρνητική αντιμετώπιση των απόψεων Γκλάζιεφ από την επίσημη Μόσχα, στους ίδιους τόνους κινήθηκαν και οι συζητήσει στη ρωσική Κρατική Δούμα (την Κάτω Βουλή). «Τίποτε δεν απειλεί τον προϋπολογισμό μας, επιδράσεις μπορούν να υπάρξουν μόνο στο Χρηματιστήριο, στις ισοτιμίες συναλλάγματος», υποστήριξε το μέλος της Επιτροπής Προϋπολογισμού και Φόρων Νικολάι Γκοντσάρ, εκτιμώντας ότι παρόμοιες απειλές από τη Δύση «θέλουν να δοκιμάσουν τις αντοχές της Ρωσίας», να διευκρινίσουν πόσο σταθερές είναι οι θέσεις της χώρας. «Εξηγήσαμε με σαφήνεια ότι δεν πρόκειται να προδώσουμε τους "δικούς" μας, τους ανθρώπους μας, όσους θεωρούν τον εαυτό τους αδελφό μας, αλλά την ίδια στιγμή δεν πρόκειται να παρασυρθούμε από προβοκάτσιες», σημείωσε ο Γκοντσάρ.
«Δεν πιστεύω ότι μπορούν να υπάρξουν σοβαρές κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας, Τα τελευταία 20 χρόνια έχει διαμορφωθεί ένα διεθνές οικονομικό πλαίσιο στο οποίο οι δυτικές χώρες έχουν λαμβάνειν πολύ περισσότερα από ό,τι η Ρωσία, γι' αυτό και η "τιμωρία" της πέμπτης οικονομίας του κόσμου χωρίς βλάβη για τους εμπνευστές της είναι αδύνατη», εκτιμά ο Μιχαήλ Γεμελιάνοφ, αντιπρόεδρος της κεντροαριστερής «Δίκαιης Ρωσίας».
Παρά τις σχετικά καθησυχαστικές απόψεις ως προς τις προοπτικές των ρωσοδυτικών σχέσεων, δεν λείπουν και οι εκτιμήσεις ότι η Ρωσία βρίσκεται στην πραγματικότητα σε ένα μεταβατικό στάδιο, το οποίο υποχρεωτικά θα επιταχυνθεί από τις «ριζοσπαστικές» επιλογές εξωτερικής πολιτικής του Βλαντίμιρ Πούτιν. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Ινστιτούτου Εθνικής Στρατηγικής Μιχαήλ Ρέμιζοφ η δεύτερη επέτειος της επανεκλογής του Πούτιν στην προεδρία συμπίπτει με τη δραματική απόφαση για την Κριμαία, μια επιλογή «με μεγάλο κόστος», που πιθανώς να καταστήσει υποχρεωτική μια μορφή «εσωστρέφειας» στην οικονομία της Ρωσίας. «Η ετοιμότητα του Πούτιν να καταβάλλει το τίμημα αυτό, σημαίνει και την ωριμότητά του να ηγηθεί στην αναδόμηση του έως τώρα μοντέλου ανάπτυξης της Ρωσίας, με έμφαση όχι τις εισαγόμενες, αλλά τις δικές της δυνάμεις, με γοργή διαδικασία αντικατάστασης των εισαγωγών, που μπορεί να αποτελέσει κίνητρο για οικονομική ανάπτυξη και για τη δημιουργία ενός αυτοδύναμου κυρίαρχου χρηματιστικού συστήματος».
«Ο Πούτιν μεταλλάσσεται», σχολιάζει ο δημοσιολόγος Αλεξάντρ Προχάνοφ, εκτιμώντας ότι «βρισκόμαστε ολοφάνερα σε μια φάση αναθεώρησης αξιών και συμμάχων, μεθόδων και τακτικών, που αναδεικνύουν τον Ρώσο πρόεδρο σε ηγέτη ευρύτερων εθνικών ενοτήτων του σλαβικού και όχι μόνο κόσμου».
Κατά τον πρόεδρο του Κέντρου Στρατηγικών Επικοινωνιών Ντμίτρι Αμπζάλοφ η εξωτερική πολιτική του Πούτιν τώρα «δοκιμάζεται», καθώς ήταν αδύνατο να μην απαντηθεί από το Κρεμλίνο αυτή η «εξωτερική πρόκληση», που πιθανόν να οδηγήσει και σε εσωτερικές μεταλλάξεις, χωρίς απαραίτητα αυτό να σημαίνει το συνηθισμένο «σφίξιμο των λουριών», που φοβάται κυρίως η ρωσική επιχειρηματική τάξη και η φιλελεύθερη διανόηση, αλλά μια μετεξέλιξη του ρωσικού κράτους πολύ πιο εκτεταμένη και δομική.