Εφημερίδα εγνωσμένης εγκυρότητας και με μεγάλες δημοσιογραφικές επιτυχίες στο ενεργητικό της, η βρετανική «The Guardian», κυκλοφόρησε την περασμένη Πέμπτη συνοδευόμενη από ένα διαφημιστικό ένθετο, πλούσιο σε ανδρικά πουκάμισα και γραβάτες.
«Αποκλειστική προσφορά για τους αναγνώστες της The Guardian» έγραφε με μεγάλα γράμματα στο εξώφυλλό του το εν λόγω ένθετο, στο οποίο αναγραφόταν και ένας ειδικός «εκπτωτικός» κωδικός.
Κάνοντας χρήση του συγκεκριμένου κωδικού, ο ενδιαφερόμενος αναγνώστης θα μπορούσε να αγοράσει τα πουκάμισα της διαφημιζόμενης φίρμας, με έκπτωση έως και... 70%.
Την ίδια ημέρα, στην ιστοσελίδα της «Guardian» έκανε την εμφάνισή του και ένα δημοσίευμα-ανάλυση, στο οποίο ο αρθρογράφος Ρόι Γκρίνσλεϊντ μιλάει για την ανάγκη να «διαφοροποιηθούν» τα έσοδα του παραδοσιακού Τύπου.
Θα χρειαστεί, ενδεχομένως, να αρχίσουν να «πωλούν» και... μη-ειδησεογραφικές υπηρεσίες, χρησιμοποιώντας το εμπορικό τους σήμα (brand name) ως «κράχτη». Αυτό ήταν το πνεύμα του κειμένου.Εάν θέλουν να επιβιώσουν οι εφημερίδες, θα χρειαστεί να βρουν εναλλακτικές πηγές εσόδων, πέρα από πωλήσεις, διαφημίσεις και συνδρομές.
Η «Guardian», ήδη, κινείται προς μια τέτοια κατεύθυνση. Από τον Μάιο του 2013 λειτουργεί τη δική της καφετέρια «guardiancoffee» στην καρδιά του ανατολικού Λονδίνου, μέσα στο εμπορικό κέντρο «Boxpark Shoreditch».
Παράλληλα, πλέον πουλάει, μέσω της ιστοσελίδας της, μπλουζάκια, CD, DVD κ.ά. («entertainment.guardianoffers.co.uk») και πακέτα διακοπών («guardian escapes»). Επιπλέον, διαθέτει και τον δικό της ιστοχώρο γνωριμιών («soulmates.theguardian.com»).
Στον χώρο του ηλεκτρονικού εμπορίου έχει μπει δυναμικά τα τελευταία χρόνια και μια άλλη, ιστορική εφημερίδα του Ηνωμένου Βασιλείου, η «The Daily Telegraph», η οποία κυκλοφορεί από το 1855.
Στην ηλεκτρονική διεύθυνση «shop.telegraph.co.uk», ο επισκέπτης μπορεί να αγοράσει σχεδόν τα πάντα: από ρούχα μέχρι ηλεκτρικά είδη, και από έπιπλα μέχρι μηχανές του γκαζόν.
Επιχειρηματίες των Μίντια
Το ίδιο μπορεί να κάνει και στο αντίστοιχο διαδικτυακό κατάστημα της «Τhe Independent» («independentoffers.co.uk») καθώς και στο «Mailshop» της «Daily Mail», η οποία ωστόσο φημίζεται περισσότερο για το ταξιδιωτικό της πρακτορείο «mailtravel.co.uk».
Περισσότεροι «ποιοτικοί», οι «The New York Times» έχουν πλέον το δικό τους online βιβλιοπωλείο.
Να διαφοροποιήσει τις πηγές εσόδων του έχει προσπαθήσει και ο εκδοτικός όμιλος «Conde Nast» που κυκλοφορεί κάποια από τα δημοφιλέστερα περιοδικά της υφηλίου (The New Yorker, Vanity Fair, Vogue, Wired, GQ κ.ά.).
Αρχής γενομένης από το 2012, λειτουργεί τη δική του σχολή μόδας στο Λονδίνο, την επονομαζόμενη «Conde Nast College of Fashion and Design».
Η παραπάνω τάση έχει μεταφερθεί και στον εναλλακτικό-εξειδικευμένο Τύπο.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του βρετανικού μουσικού περιοδικού «The Wire» που λειτουργεί κι αυτό το δικό του ηλεκτρονικό βιβλιοπωλείο.
Oσο για το επίσης μουσικό «NME», αυτό πια δεν πουλάει μόνο βιβλία, αλλά τα πάντα, από δίσκους και CD μέχρι μπλουζάκια και κούπες για καφέ.
Είναι χαρακτηριστικό πως ακόμη και το αμερικανικό περιοδικό «Forbes» έχει λανσάρει τη δική του... ηλεκτρονική κάβα («Forbes Wine Club»), μέσω της οποίας πουλάει κρασιά.
Σε συνέντευξή του μάλιστα πριν μερικούς μήνες, ο Μάικ Πέρλις, διευθύνων σύμβουλος της «Forbes Media», δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο κάποια στιγμή η εταιρεία να αρχίσει να πουλάει και ρούχα.