Η Διοικητική Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας με την υπ΄ αριθμ. 2/2014 απόφασή της έκρινε αντισυνταγματική την νέα πρόσφατη νομοθετική ρύθμιση που αφορά τις μεταθέσεις των Διοικητικών Δικαστών, ενώ αποφάσισε ότι θα ελέγχονται όσοι υπάλληλοι θα «μεταφέρονται» μέσω του θεσμού της κινητικότητας στο χώρο των δικαστηρίων.Ειδικότερα, το άρθρο 12 του νόμου 4229/2014 προβλέπει ότι μετάθεση δικαστικού λειτουργού δεν επιτρέπεται πριν από τη συμπλήρωση υπηρεσίας ενός έτους στην πόλη που τοποθετήθηκε, ενώ σύμφωνα με το παλαιό νομοθετικό καθεστώς δεν μπορούσε να μετατεθεί δικαστής αν δεν είχε συμπληρώσει δύο χρόνια παραμονής στο ίδιο δικαστήριο.
Η Διοικητική Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε ότι η επίμαχη διάταξη που προβλέπει ότι μετά από ένα χρόνο παραμονής ενός δικαστή στο ίδιο δικαστήριο μπορεί να μετατεθεί, είναι αντίθετη στο άρθρο 73 του Συντάγματος.
Συγκεκριμένα, η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε ότι η σχετική διάταξη του Ν. 4229/2014 «προσκρούει στο Σύνταγμα για λόγους που ανάγονται στην ορθολογική οργάνωση και αποτελεσματική λειτουργία της Διοικητικής Δικαιοσύνης».
Ακόμη, η Ολομέλεια του ΣτΕ, έκρινε αντισυνταγματική τη ρύθμιση του ίδιου νόμου 4229/2014 (συγκεκριμένα το άρθρο 86) με την οποία καταργείται η αρμοδιότητα έγκρισης και τροποποίησης των κανονισμών των Διοικητικών Δικαστηρίων από το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Εξάλλου, σε άλλη δεύτερη απόφασή της (την υπ΄ αριθμ. 1/2014) η Διοικητική Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, επισημαίνει ότι για τη στελέχωση των δικαστηρίων στα πλαίσια της κινητικότητας του νόμου 4172/2013, θα πρέπει για κάθε υπάλληλο να αποφαίνεται προηγούμενα το αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο.
Σύμφωνα με τους δικαστές, το υπηρεσιακό συμβούλιο θα αποφαίνεται για κάθε υπάλληλο που θα «αποπειραθεί» μέσω του θεσμού της κινητικότητας να εργαστεί στα δικαστήρια, για το αν «διαθέτει τα προσόντα για να ανταποκριθεί επιτυχώς» στα νέα του καθήκοντα στο χώρο των δικαστηρίων.