Μοναδικά δείγματα της αθηναϊκής αρχιτεκτονικής, δημιουργίας του Τσίλερ που χρονολογούνται στα τέλη του 19ου αιώνα και υπήρξαν υψυλής αισθητικής ξενοδοχεία το Μπάγκειον και ο Μέγας Αλεξανδρος πέρασαν στη λήθη και στην παρακμή. Μαράζωσαν ακολουθώντας τη μοίρα της Ομόνοιας και του κέντρου της πόλης. Τώρα όμως ετοιμάζονται να επιστρέψουν στη ζωή.
Και αυτό θα επιτευχθεί χάρη σε μια πρότυπη συνεργασία ιδιωτικού και δημοσίου, εν προκειμένου του Ιδρύματος Ωνάση που χρηματοδοτεί τις μελέτες αποκατάστασης των κτιρίων και του Δήμου Αθηναιων που επιθυμεί να εντάξει το εργασίες αποκατάστασης στο ΕΣΠΑ και να μετατρέψει τα κεντρικά ξενοδοχεία σε κυψέλες νέας επιχειρηματικότητας. Τις εργασίες αποκατάστασης εκπονεί το αρχιτεκτονικό γραφείο 75, που είναι και το ελληνικό γραφείο που συμμετέχει στη νικητήρια πρόταση του Rethink Athens για τη συνολική ανασυγκρότηση του κέντρου της Αθήνας με άξονα την Πανεπιστημίου.
Μιλώντας στην Καθημερινή και στον Δημήτρη Ρηγόπουλο, ο Αλέξης Γαληνός, διευθύνων σύμβουλος Εταιρείας Ανάπτυξης και Τουριστικής Προβολής Αθηνών δηλώνει πως σπαταλήθηκε ένας ολόκληρος χρόνος για να εγκρίνει το Ελεγκτικό Συνέδριο την προγραμματική σύμβαση με την οποία το Μπάγκειον Ιδρυμα παραχωρεί τα δύο κτίρια στον δήμο. Τώρα οι δημοτικές υπηρεσίες έχουν αποδυθεί σε αγώνα ταχύτητας προκειμένου να συντάξουν τα τεύχη δημοπράτησης έως τις αρχές Μαρτίου. Ομως, δεδομένης της μεγάλης διάρκειας αποπεράτωσης των εργασιών (υπολογίζονται σε 2 - 2,5 χρόνια), δεν φαίνεται εφικτή η ένταξή τους στο τρέχον ΕΣΠΑ, καθώς όλα τα έργα θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί έως το τέλος του 2015. Εκτός εάν υπάρξουν ευχάριστες ειδήσεις από τις οδηγίες του υπουργείου Ανάπτυξης για το τέλος της προγραμματικής περιόδου και επιτρέψουν υπέρβαση του ορίου του 2015. Διαφορετικά, το έργο θα προωθηθεί με το επόμενο ΕΣΠΑ.
Η ιστορία των κτιρίων
Σύμφωνα με το Αρχείο Νεοτέρων Μνημείων, το τετραώροφο ξενοδοχείο "Μπάγκειον" (αναφερόμενο σε παλαιότερες επιγραφές και ως "Πάγκειον"), που δεσπόζει στην ανατολική γωνία της διασταύρωσης της οδού Αθηνάς με την πλατεία Ομονοίας, οικοδομήθηκε μεταξύ των ετών 1890-1894, βάσει σχεδίων του αρχιτέκτονα Ernst Ziller (1837-1923), κατόπιν δωρεάς του Ιωάννη Μπάγκα (ή Πάγκα). Στο σημείο εκείνο προϋπήρχε οικία, στην οποία διέμενε η οικογένεια του Χαρίλαου Τρικούπη, μέχρι το 1883. Η ανέγερσή του "Μπαγκείου" (μαζί με το δίδυμό του "Μέγας Αλέξανδρος", λίγο νωρίτερα) εγκαινίασε, κατά κάποιο τρόπο μια νέα εποχή για τα αθηναϊκά ξενοδοχεία, από πλευράς μεγέθους, εσωτερικής διάταξης και εξωτερικής μορφής (χαρακτηριστική η διακόσμηση της ζώνης του τελευταίου ορόφου με τις κόκκινες ορθογώνιες επιφάνειες). Βασικό νέο στοιχείο αποτελεί η ύπαρξη κεντρικού υαλοσκεπούς αιθρίου, πέριξ του οποίου αρθρώνονται το κτίριο και οι λειτουργίες του. Αρχικά ήταν τριώροφο και ο τέταρτος όροφος προστέθηκε στις αρχές του 20ού αιώνα, εποχή κατά την οποία είχε αποκτήσει και παράρτημα στο διαγωνίως απέναντι κτίριο της πλατείας (στη γωνία με την οδό Γ' Σεπτεμβρίου, επάνω από το ζυθοπωλείο Ζαχαράτου-Καπερώνη). Σε αντίθεση με τα περισσότερα ξενοδοχεία της ευρύτερης περιοχής της Ομόνοιας, που παρήκμασαν μεταπολεμικά, το "Μπάγκειον" παρουσίασε μια αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα, καθώς λειτουργούσε ακόμη τουλάχιστον μέχρι το 1969 (ως Γ' κατηγορίας).
Σύμφωνα πάντα το Αρχείο Νεοτέρων Μνημείων, το επίσης τετραώροφο ξενοδοχείο "Μέγας Αλέξανδρος", που δεσπόζει στη δυτική γωνία της διασταύρωσης της οδού Αθηνάς με την πλατεία Ομονοίας, οικοδομήθηκε το έτος 1889, βάσει σχεδίων του αρχιτέκτονα Ernst Ziller (1837-1923), κατόπιν δωρεάς του Ιωάννη Μπάγκα (ή Πάγκα). Η ανέγερσή του (μαζί με το δίδυμό του "Μπάγκειο", λίγο αργότερα) εγκαινίασε, κατά κάποιο τρόπο μια νέα εποχή για τα αθηναϊκά ξενοδοχεία, από πλευράς μεγέθους, εσωτερικής διάταξης και εξωτερικής μορφής (χαρακτηριστική η διακόσμηση της ζώνης του τελευταίου ορόφου με τις βαθυκόκκινες ορθογώνιες επιφάνειες). Βασικό νέο στοιχείο αποτελεί η ύπαρξη κεντρικού υαλοσκεπούς αιθρίου, πέριξ του οποίου αρθρώνονται το κτίριο και οι λειτουργίες του. Αρχικά ήταν τριώροφο, με αγάλματα στη στέψη, τα οποία αφαιρέθηκαν όταν προστέθηκε ο τέταρτος όροφος (μετά το 1920), ενώ για ένα διάστημα, στις αρχές του 20ού αιώνα, είχε αποκτήσει και παράρτημα σε άλλο κτίριο της πλατείας. Όπως και τα περισσότερα ξενοδοχεία της ευρύτερης περιοχής της Ομόνοιας, παρήκμασε μεταπολεμικά (το συγκεκριμένο λειτουργούσε πάντως ακόμη κατά τη δεκαετία του 1950, ενώ το ομώνυμο καφενείο-γαλακτοπωλείο του ώς τα τέλη του 20ού αιώνα).