Ενα ταξίδι στο χρόνο, με «οδηγό» την προϊσταμένη της ΛΔ' Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Μαρία Βαϊοπούλου και προορισμό ένα μικρό χωριό στις όχθες του ποταμού Σοφαδίτη - Ονόχωνου, μας φέρνει στη Φίλια- μια περιοχή με λίγους κατοίκους, πολύ εύφορο έδαφος αλλά και πολλά σημαντικά ιστορικά στοιχεία κρυμμένα στα «σπλάχνα» της.
Ο αρχαιολόγος κ. Θεοχάρης, ανακάλυψε το 1967 τον ιερό χώρο στον οποίο λατρευόταν μία θεσσαλική θεότητα, η Ιτωνία, ως θεότητα του Κάτω κόσμου. Ηταν κόρη του Ιτώνου, γιου του Αμφικτύωνα και αδερφή της Ιοδάμας. Μεγαλώνοντας έγινε πολεμική θεότητα, καθώς τροφοδοτούσε, μέσω του πολέμου, με νεκρούς τον Αδη και ταυτίστηκε με την Αθηνά. Η ονομασία Ιτωνία σημαίνει την ορμητική, επιθετική και νικηφόρα Αθηνά.
Για να τη γνωρίσουμε καλύτερα θα πρέπει να γυρίσουμε τον χρόνο περίπου 2500 χρόνια πίσω στην αρχαιότητα...
Στην αρχαία Αρνη, περιοχή της δυτικής Θεσσαλίας, οι Βοιωτοί κάτοικοι της λατρεύουν την Ιτωνία, η οποία είναι μια καθαρά θεσσαλική Θεά. Αναγκάζονται να μεταφέρουν τη λατρεία της στη Βοιωτία, όπου και δημιουργούν το ιερό της, καθώς οι Θεσσαλοί εισβάλλουν στην περιοχή και γίνονται κυρίαρχοι. Διατηρούν την ήδη καθιερωμένη λατρεία της Ιτωνίας Αθηνάς και την επισημοποιούν με την ίδρυση του Πανθεσσαλικού Ιερού της στη Φίλια, στις όχθες του ποταμού Κουράλιου. Τη σχετική πληροφορία δίνει ο γεωγράφος Στράβων αναφέροντας ότι «ο ποταμός Κουράλιος, που ρέει κοντά στο Ιερό της Ιτωνίας Αθηνάς, χύνεται στον Πηνειό».
Η λατρεία της Ιτωνίας Αθηνάς και η ίδρυση του ιερού της στη δυτική Θεσσαλία τοποθετούνται στα μυκηναϊκά χρόνια (1400-1100 π. Χ.)
Η λατρεία μιας θεότητας από τους Αρχαίους Έλληνες, κατά τους προϊστορικούς χρόνους, γινόταν στα ιερά άλση, σε ιερούς υπαίθριους χώρους με ένα βωμό, συνήθως συγκεντρωμένη στάχτη ή μια μεγάλη πέτρα πάνω στην οποία γινόταν οι θυσίες. Η ύπαρξη βωμού είναι η σημαντικότερη απόδειξη της λειτουργίας ενός ιερού. Οι χώροι πιθανόν να προστατεύονταν- κλείνονταν με περίβολο κατασκευασμένο από φθαρτά υλικά.
Το ιερό της στη Φίλια κατά τους πρώιμους ιστορικούς χρόνους (1100-700 π. Χ.) και την Αρχαϊκή εποχή (700-480 π. Χ.) συνεχίζει να χρησιμοποιείται και μάλιστα με μεγάλη συμμετοχή των πιστών της. Στο δάσος δίπλα στον ποταμό Κουράλιο τα δέντρα είναι πολλά σε αριθμό και η βλάστηση τους αρκετά πυκνή. Οι πιστοί καταφθάνουν στο Ιερό Αλσος και της αφιερώνουν χάλκινα και πήλινα ειδώλια με τη δικιά της μορφή, ανθρώπων και ζώων και χάλκινα ομοιώματα αγγείων. Οι γυναίκες προσφέρουν τα χάλκινα κοσμήματα- περόνες, πόρπες, βραχιόλια, δαχτυλίδια αλλά και περιδέραια από γυάλινες χάντρες -και οι άντρες τα σιδερένια και χάλκινα όπλα τους- ξίφη, πέλεκεις και αιχμές από βέλη και δόρατα. Το καλύτερο δώρο που θα μπορούσαν να χαρίσουν σε μια πολεμική θεότητα μετά από μια νίκη σε μάχη! Ολα αυτά τα αφιερώματα τα κρεμούσαν στα κλαδιά των δέντρων ή τα τοποθετούσαν πάνω σε ξύλινους πίνακες, που τους έδεναν στους κορμούς των δέντρων ή τους έστηναν μέσα στο άλσος.
Το ιερό άλσος που λατρευόταν η Ιτωνία Αθηνά καταστρέφεται από μεγάλη πυρκαγιά τον 6ο αι. π. Χ. και όλα τα αναθήματα πέφτουν από τα δέντρα και θάβονται στη γη μέσα σε ένα στρώμα έντονης στάχτης. Θα περάσουν πάρα πολλά χρόνια για να ξανάρθουν στο φως! Η λατρεία μιας θεότητας εξακολουθεί να είναι υπαίθρια με επίκεντρο ένα βωμό για θυσίες, κτιστό από τον 8ο αι. π. Χ. και ορθογώνιου σχήματος. Ο χώρος επειδή είναι ιερός, μάλλον, προστατεύεται και διακρίνεται με τη δημιουργία ενός περιβόλου γύρω του. Στους πρώιμους ιστορικούς χρόνους δεν είναι εύκολο να διακρίνουμε το θρησκευτικό οικοδόμημα από την απλή κατοικία καθώς και τα δύο έχουν εστία.
Τον 8ο αι. π. Χ. οι Ελληνες, σύμφωνα με την προϊσταμένη της ΛΔ΄ Εφορείας, κατάφεραν να δώσουν μορφή στους θεούς τους με το λατρευτικό άγαλμα, μικρότερο του φυσικού μεγέθους και να ιδρύσουν έναν «οίκο» για αυτό. Η κατασκευή λίθινων εν μέρει μικρών ναών για τη φύλαξη και μόνο του αγάλματος είναι γεγονός. Στα στοιχεία που συνθέτουν ένα ιερό προστίθεται και ο ναός στα τέλη του 8ου αρχές 7ου αι. π. Χ. Είναι απλοί ορθογώνιοι χώροι, μερικοί με αψιδωτή τη μία στενή πλευρά, κατασκευασμένοι από πρόχειρα υλικά. Τα θεμέλια είναι από λίθους και λάσπη. Οι τοίχοι από ωμούς πλίνθους, δηλαδή άχυρα στερεωμένα με λάσπη, στηρίζονται με ξύλινους δοκούς-κορμούς και δημιουργούν τον κυρίως ναό, σηκό. Η στέγη έχει κλίση, είναι από ξύλα και πηλόχωμα και στηρίζεται με μία σειρά από πεσσούς εσωτερικά και από δυο κίονες στην είσοδο εξωτερικά. Στην είσοδο ορίζεται ο πρόναος και πολλές φορές πίσω από τον κυρίως ναό υπάρχει ένας μεμονωμένος χώρος ο οπισθόδομος.