Μια προσωπικότητα της ευρωπαϊκής ακροδεξίας, αμφιλεγόμενη προσωπικότητα και με προσωπικά θέματα φέρνει η Χρυσή Αυγή στην Ελλάδα για την παρουσίαση της προσφυγής της στο Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καταγγέλοντας ως παράνομη τη διαδικασία προφυλάκισης των Μιχαλολιάκου, Παππά και Λαγού.
Ετσι την Κυριακή σε ξενοδοχείο των Αθηνών θα μιλήσει και ο ευρωβουλευτής Νικ Γκρίφιν, αρχηγός της βρετανικής ακροδεξιάς BNP, που έχει μεν δύο βουλευτές στο ευρωκοινοβούλιο, αλλά κανέναν εκπρόσωπο στη Βουλή των Κοινοτήτων ή στη Βουλή των Λόρδων. Ο Γκρίφιν προ λίγων ημερών απασχόλησε έντονα τη δημοσιότητα αφού κήρυξε πτώχευση. Το δικαστήριο του Γουέλσπολ εντ Νιούτον, στην Ουαλία, δέχτηκε το αίτημα του 54χρονου να κηρύξει προσωπική πτώχευση, με τον ίδιο να διευκρινίζει ότι τώρα που απελευθερώθηκε από τις οικονομικές δυσκολίες του είναι έτοιμος να κατέβει πάλι στις ευρωεκλογές ή και στις ίδιες τις εθνικές εκλογές. "Οι λογαριασμοί του κόμματος δεν επηρεάζονται. Η προεκλογική εκστρατεία του Μαΐου θα είναι η πιο επαγγελματική που κάναμε έως τώρα και εγώ θα είμαι υποψήφιος, επικεφαλής της λίστας", διαβεβαίωσε ο Γκρίφιν.
Ο Γκρίφιν αποφάσισε να κηρύξει χρεοκοπία επειδή τον περασμένο Φεβρουάριο υποχρεώθηκε να πληρώσει περίπου 120.000 στερλίνες (145.000 ευρώ) στους πρώην νομικούς εκπροσώπους του.
Η διαδρομή του Γκρίφιν
Πήγε σχολείο – εξασφαλίζοντας υποτροφία- στο Saint Felix School και ήταν το δεύτερο αγόρι σε όλο το σχολείο. Σε ηλικία 14 ετών διάβασε το πόνημα του Χίτλερ «Ο Αγών μου» (και το βρήκε βαρετό με εξαίρεση ένα κεφάλαιο) και στη συνέχεια, τον ίδιο χρόνο εντάχθηκε στο Νational Front και ως φοιτητής αρθογράφησε σε πλήθος ακροδεξιών εντύπων. Το 1995 εντάχθηκε στο Βρετανικό Εθνικό Κόμμα (BNP) και έγινε εκδότης του κομματικού εντύπου Spearhead (λόγχη) και κομματικός εκπρόσωπος. Είναι γνωστός αρνητής του Ολοκαυτώματος, ενώ το 1997 έγραψε στο The Rune πως οι μαύροι ανήκουν σε ράτσες σκλάβων. Ενα χρόνο μετά του υπεβλήθη ποινή φυλάκισης με αναστολή για κυκλοφορία υλικού που ενδέχεται να αυξήσει το φυλετικό μίσος.
Το 1999 έγινε αρχηγός του κόμματος, παίρνοντας τη θέση του Τζον Τύνταλ, ο οποίος ήταν και ο ιδρυτής του. Θέλησε να δώσει στο κόμμα μια νέα εικόνα, αφαιρώντας από τις δημόσιες εμφανίσεις σύμβολα που παρέπεμπαν στο ναζισμό.