Τριάντα μόλις χιλιόμετρα βόρεια του Καΐρου, βαθιά μέσα στην αιγυπτιακή έρημο, προβάλλει το Abou Zaabal Leprosarium: η μοναδική πλέον αποικία λεπρών στην Αίγυπτο και μεγαλύτερη σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή, η οποία αριθμεί περί τους 750 τροφίμους.
Πρόκειται για μια απομονωμένη κοινότητα που κατά τις προηγούμενες δεκαετίες φυλασσόταν νυχθημερόν από την αστυνομία.
Η ιστορία του Αμπού Τζααμπάλ ξεκινάει το 1933, όταν η αποικία αυτή δημιουργήθηκε σε μια απομονωμένη περιοχή σε απόσταση περίπου 30 χιλιομέτρων από το Κάιρο. Αρχικά, σκοπός ήταν η κοινότητα να είναι αυτάρκης και γι' αυτό κάλυπτε μια μεγάλη έκταση, συμπεριλαμβανομένων και καλλιεργήσιμων εκτάσεων, ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες όσων μεταφέρονταν εκεί και βρίσκονταν ξαφνικά έγκλειστοι σε μια «ανοιχτή» φυλακή, όντας σε πολύ περιορισμένη επαφή με τον έξω κόσμο.
Εξαιτίας ακριβώς της γιγάντιας προκατάληψης για τη νόσο, της άγνοιας των υπόλοιπων πολιτών (των ντόπιων, κυρίως, που είχαν ενστάσεις), και βέβαια των ανεπαρκών μέσων αντιμετώπισης της νόσου, εξελίχθηκε σ' έναν τόπο εξορίας και ιδιότυπου εγκλεισμού.
Μέχρι το 1985, η νόσος του Χάνσεν, ευρύτερα γνωστή ως λέπρα, αποτελούσε σημαντικό πρόβλημα σε τουλάχιστον 122 χώρες. Παρ' όλα αυτά, νεότερες έρευνες έχουν δείξει ότι είναι δύσκολα μεταδόσιμη ασθένεια και ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού στις αναπτυγμένες χώρες έχει ανοσία στην προσβολή από το μυκοβακτηρίδιο που ευθύνεται για τη νόσο.
Την τελευταία 20ετία, με διάφορους συνδυασμούς προηγμένων θεραπειών έχουν ιαθεί 15 εκατομμύρια άνθρωποι και, βεβαίως, οι εποχές που υπήρχε ανάγκη απομόνωσης των προσβληθέντων ανήκουν σίγουρα στο παρελθόν.
Σήμερα, παρά τη σημαντική πρόοδο σε επιστημονικό επίπεδο και τις ριζικές αλλαγές ως προς την κοινωνική ανεκτικότητα έναντι της νόσου, οι τρόφιμοι του Αμπού Τζααμπάλ αρνούνται να διαβούν την ανοικτή πλέον πόρτα της εξόδου.
Δεν θέλουν να εγκαταλείψουν το μέρος όπου έζησαν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους. «Εδώ είναι παράδεισος», λένε, «γιατί να θέλουμε να φύγουμε;».