«Τρεις το λάδι, τρεις η ΝΕΡΙΤ» είναι ο τίτλος του άρθρο της Λώρης Κέζα, ενώ ο Δημήτρης Γαλάνης υπογράφει τίτλο με τον εύγλωττο τίτλο «ΝΕΡΙΤ: Ανταποδοτικό χωρίς αντίκρυσμα». Το Βήμα σήμερα, με δύο διαφορετικά άρθρα διατυπώνει ενστάσεις και σκέψεις με αφορμή το γεγονός ότι από χθες επιβλήθηκε το ανταποδοτικό τέλος για την ΝΕΡΙΤ ύψους 3 ευρώ.
«Είναι σίγουρα μια παγκόσμια πρωτοτυπία η επιβολή ενός ανταποδοτικού τέλους χωρίς αντίκρισμα» σημειώνει στην εισαγωγή του ήδη ο Δημήτρης Γαλάνης επισημαίνοντας ότι αν και το επίσημο πρόγραμμα της ΝΕΡΙΤ δεν θα το δούμε πριν τον Μάρτιο, θα αρχίσουμε να πληρώνουμε από τώρα μέσω του λογαριασμού της ΔΕΗ. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στο σημείο της ανακοίνωσης που αναφέρει πως η λειτουργία της ΝΕΡΙΤ θα κοστίζει 101 εκατ. ευρώ, αλλά οι πολίτες θα πληρώνουν συνολικά 191 εκατ. Ευρώ, για να συμπληρώσει ο δημοσιογράφος «Πρόκειται σίγουρα για μια άνευ προηγουμένου πρόκληση για την κοινή λογική, αλλά και για τα οικονομικά των πολιτών που δεν διανύουν και την καλύτερη περίοδο. Αφού η κυβέρνηση απέλυσε 2.700 εργαζόμενους και αποστερήθηκε τα έσοδα για την ΕΡΤ επί ένα εξάμηνο με αποτέλεσμα να επιβαρυνθεί ο προϋπολογισμός με περισσότερα από 110 εκατ. ευρώ που διατέθηκαν για τη λειτουργία του μεταβατικού φορέα, τώρα οι πολίτες καλούνται να πληρώσουν για υπηρεσίες οι οποίες δεν τους παρέχονται ... τουλάχιστον ακόμα.»
Από την πλευρά της η Λώρη Κέζα αναπτύσσει δύο «φανταστικά» σενάρια που εμπνέονται από τις κυβερνητικές ανακοινώσεις όπως επισημαίνεται χαρακτηριστικά. Καταλήγει γράφοντας «Λένε λοιπόν ότι τα έσοδα από το ανταποδοτικό τέλος για το 2014 έχουν προϋπολογιστεί στα 191 εκ. ευρώ από τα οποία τα 101 εκ. καλύπτουν το κόστος λειτουργίας της ΝΕΡΙΤ. Η εταιρεία θα συνεισφέρει 91,4 εκ. στο πρωτογενές πλεόνασμα του κρατικού προϋπολογισμού για το 2014.
Πέρα από τα σενάρια δημιουργικής φαντασίας, υπάρχουν τα δεδομένα. Η κρατική ραδιοτηλεόραση αντιμετωπίστηκε αλλοπρόσαλλα. Δεν θα σταθούμε καθόλου στα γεγονότα, τη βίαιη εκκένωση του ραδιομεγάρου ή την παράνομη κατάληψή του ούτε θα επαναλάβουμε όσα συνθέτουν την ανεκδοτολογία των ημερών. Θα σταθούμε στο σχεδιασμό. Από πουθενά δεν προκύπτει ότι υπήρξε σαφής άποψη για το μέλλον της κρατικής τηλεόρασης, από πουθενά δεν μαρτυρείται ότι υπήρξε όραμα για το μέλλον. Δεν υπήρξαν σοβαρές πολιτικές αποφάσεις. Ο πρωθυπουργικός τσαμπουκάς δεν είναι σοβαρή πολιτική απόφαση ακόμη κι αν δικαιολογείται από την άρνηση των παραγόντων (διευθυντικών και συνδικαλιστικών) να δώσουν εξηγήσεις για τη λειτουργία του μαγαζιού.
Οι προοπτικές των κρατικών καναλιών παραμένουν ασαφείς. Λειτουργούν όλοι σαν ο χρόνος να είναι άπειρος. Μακάρι να διαψευστούμε. Μια πρώτη διάψευση θα ερχόταν με τη δημοσιοποίηση της μελέτης βάσει της οποίας το τέλος καθορίστηκε στα τρία ευρώ και όχι στα δυο ή τα τέσσερα. Υπάρχει λοιπόν μελέτη; Εδώ είμαστε, αναμένουμε.»