Με την υπουργό Παιδείας Άννα Διαμαντοπούλου να επισημαίνει σε όλους τους τόνους ότι «ήρθε η ώρα να αλλάξει η τριτοβάθμια εκπαίδευση», την ΝΔ και τα κόμματα της Αριστεράς να καταψηφίζουν επί της αρχής και τον ΛΑΟΣ να τοποθετείται θετικά, εισήχθη προς επεξεργασία το νομοσχέδιο για την «δομή, λειτουργία, διασφάλιση της ποιότητας των σπουδών και διεθνοποίηση των ΑΕΙ».
«Αν θέλουμε να κάνουμε ριζική τομή στην εκπαίδευση δεν θα μπουν κόκκινες γραμμές», τόνισε η υπουργός Παιδείας κι αφού ανέφερε ότι το νομοσχέδιο αυτό συζητείται σε μια εξαιρετικά δύσκολη στιγμή για την οικονομία και τα πανεπιστήμια είναι αυτά που αποτελούν παγκοσμίως ατμομηχανή ανάπτυξης, ξεκαθάρισε ότι στόχος του νομοθετήματος είναι τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα να αποδώσουν στην κοινωνία, «όχι στους ακαδημαϊκούς και τους φοιτητές».
Ακόμη η υπουργός επισήμανε ότι θα διατηρηθεί το αυτοδιοίκητο των ΑΕΙ και ΤΕΙ αλλά θα αλλάξει το μοντέλο διοίκησης. «Τα πανεπιστήμια δεν ανήκουν σε κανέναν μόνο στον ελληνικό λαό» είπε χαρακτηριστικά απαντώντας έτσι στην απαίτηση των ακαδημαϊκών «να ρυθμίζουν τα του οίκου τους», αλλά και στην επισήμανση του εισηγητή της ΝΔ, Άρη Σπηλιωτόπουλου ότι καταλύεται η βασική λειτουργία της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Πρόσθεσε δε: «οι ακαδημαϊκοί δεν μπορεί επουδενί να μην εμπίπτουν στο Σύνταγμα».
Επίσης στην κριτική που άσκησαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης και ειδικά ο κ. Σπηλιωτόπουλος ότι η κυβέρνηση αιφνιδίασε την πανεπιστημιακή κοινότητα, η κυρία Διαμαντοπούλου απάντησε ότι ο διάλογος ξεκίνησε το 2007 και δεν υπάρχει κανένας αιφνιδιασμός αφού όσα θεσμοθετούνται περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ, ενώ έγιναν σε βάθος αναλύσεις και το νομοθέτημα συνοδεύεται από τεκμηρίωση με βάση τα διεθνή δεδομένα και τις ανάγκες της χώρας μας.
Η υπουργός ανέφερε ότι δεν καταργείται το δημόσιο πανεπιστήμιο αλλά η χρηματοδότησή του από την Πολιτεία θα γίνεται με κανόνες, λογοδοσία σε ετήσια βάση και αξιολόγηση με βάση τους στόχους κάθε πανεπιστημίου και θα τεκμηριώνεται το κόστος σπουδών ανά σχολή.
Ο εισηγητής της ΝΔ, πρώην υπουργός Παιδείας, Άρης Σπηλιωτόπουλος αφού κατηγόρησε τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ για διαχρονική ισοπεδωτική πολιτική στον ευαίσθητο χώρο της Παιδείας και έλλειμμα συναινετικής διάθεσης «αφού κάθε φορά που έρχεται ξηλώνει και ξεκινά και από την αρχή» τόνισε ότι το νομοσχέδιο επαναλαμβάνει διατάξεις της ΝΔ, - με τις οποίες σαφώς συμφωνεί - όμως οι δομικές ρυθμίσεις που ενσωματώνει καταλύουν την βασική λειτουργία της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που είναι το αυτοδιοίκητο και η αυτονομία των πανεπιστημίων. Επίσης έκανε λόγο για ρυθμίσεις που αντιστρατεύονται το πνεύμα του συντακτικού νομοθέτη, για τις οποίες προέβλεψε ότι θα καταπέσουν. Δήλωσε την αντίθεση της ΝΔ με τις διατάξεις που αφορούν στην εκλογή των πρυτάνεων, με την κατάργηση του λέκτορα, με την καθιέρωση προσόντων για την επιλογή των καθηγητών και με τον τρόπο που αντιμετωπίζεται η ελληνική οικογένεια, ενώ ζήτησε να μην καταργηθεί η δυνατότητα που δίνει το κράτος για κάποια συγγράμματα.
Τέλος ο κ. Σπηλιωτόπουλος καταλόγισε στην κυβέρνηση ότι αγνόησε τα αποτελέσματα του διαλόγου και αιφνιδίασε την πανεπιστημιακή κοινότητα βάζοντας άλλους να ρυθμίσουν τα του οίκου της ενώ επικαλούμενος την διαφωνία του βουλευτή του ΠΑΣΟΚ Κώστα Καρτάλη είπε: «Βρείτε τα μεταξύ σας και πείτε μας και μας».
Ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ, Γιάννης Ζιώγας χαρακτήρισε το νομοσχέδιο «κομμάτι της σαρωτικής αντιλαϊκής επίθεσης που το κεφάλαιο και η κυβέρνηση έχει εξαπολύσει στο έδαφος της κρίσης». Όπως είπε αποτελεί ένα αντιδημοκρατικό, αντιδραστικό, ταξικό πλαίσιο που η υλοποίησή του στηρίζεται σε ολιγαρχικά όργανα εξουσίας και πρόσθεσε πως το νομοθέτημα αυτό οδηγεί στη διάλυση των σπουδών, σε πτυχία πολλαπλών ταχυτήτων και στο σύνολό τους υποβαθμισμένα σε σχέση με τα σημερινά, σε εμβάθυνση της επιχειρηματικής λειτουργίας των ιδρυμάτων, κατάργηση ασύλου και αντιδραστικές αλλαγές στη διοίκηση. «Βάζει ταφόπλακα στην όποια ανώτατη και δωρεάν εκπαίδευση έχουμε», ανέφερε.
Εκ μέρους του ΛΑΟΣ ο Άδωνις Γεωργιάδης δήλωσε ότι υπερψηφίζει την αρχή του νομοσχεδίου γιατί «είναι καλύτερο από το ισχύον» και παρά τις όποιες ενστάσεις υπάρχουν για την λειτουργικότητα του νομοθετήματος. «Είναι πολύ δεξιότερο από εκείνο της Μαριέττας Γιαννάκου γιατί καταργεί το πανεπιστημιακό άσυλο και συνδέει την αξιολόγηση των ιδρυμάτων με την χρηματοδότησή τους» είπε.
Ο ειδικός αγορητής του ΣΥΡΙΖΑ, Τάσος Κουράκης υπογράμμισε ότι είναι αδιανόητο να κατατίθεται αυτό το νομοσχέδιο μέσα στο καλοκαίρι με κλειστά πανεπιστήμια, με την απουσία των φοιτητών και ενώ έχει εκφραστεί αρνητική θέση από 17 Συγκλήτους. Μίλησε δε για νομοσχέδιο που παραβιάζει το Σύνταγμα, προσβάλλει το κύρος των πανεπιστημιακών δασκάλων, έχει προβλήματα νεποτισμού και αδιαφάνειας και δεν μπορεί να εφαρμοστεί.