Αποτελεί ίσως ένα από τα τρομοκρατικά χτυπήματα που άφησαν εποχή, καθώς οι στόχοι ήταν δύο από τα ιστορικότερα πολυκαταστήματα της Αθήνας, οι δράστες ήταν μια οργάνωση-φάντασμα που υποστήριξε ότι ήταν παρακλάδι του ΕΛΑ, ενώ ακόμη και οι υπόλοιπες τρομοκρατικές οργανώσεις την καταδίκασαν. Ο λόγος για τις δύο ταυτόχρονες πυρκαγιές που ξέσπασαν στις 19 Δεκεμβρίου του 1980 στα πολυκαταστήματα «Μινιόν» και Κατράντζος, τις οποίες η Αστυνομία απέδωσε σε τρομοκρατικές οργανώσεις.
Σύμφωνα με τους αυτόπτες μάρτυρες, την Παρασκευή 19/12/1980 στις 3 το πρωί, αυτόπτες μάρτυρες άκουσαν εκρήξεις και στα δύο πολυκαταστήματα και αμέσως μετά είδαν τις φλόγες να τα τυλίγουν. Μέσα σε λίγα λεπτά και λόγω των εύφλεκτων υλικών που υπήρχαν, τα δύο κτίρια έγιναν παρανάλωμα του πυρός, αναφέρει η ιστοσελίδα sansimera.
Η Πυροσβεστική, έκανε μεγάλη κινητοποίηση και στα δύο σημεία, φτάνοντας μισή ώρα αργότερα με 38 οχήματα και 170 άνδρες προσπαθώντας κυρίως να αποτρέψει την εξάπλωση της φωτιάς, η οποία είχε τέτοια ένταση που το «Κατράντζος» κατέρρευσε, ενώ από το «Μινιόν» έμεινα μόνο ο σκελετός. Οι ζημιές ανήλθαν σε 2 δισ. δραχμές, ενώ ο δημιουργός του «Μινιόν» Γιάννης Γεωργακάς υπολόγισε μόνο σε 2 δισεκατομμύρια δραχμές το εμπόρευμα που χάθηκε, ενώ, όπως δήλωσε, το κατάστημα ήταν ασφαλισμένο μόνο για 200 εκατομμύρια δραχμές. Στο σημείο έσπευσε και ο πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης, ο οποίος πριν από λίγες ώρες μιλούσε στην Βουλή για την κατάθεση του Προϋπολογισμού.
Ο πολιτικός κόσμος αντέδρασε άμεσα, με τον Ανδρέα Παπανδρέου να κατηγορεί την κυβέρνηση Ράλλη πως «επιτρέπει σε παρακρατικά και εγκληματικά στοιχεία να επιδίδονται σε καταστροφές που θίγουν επαγγελματίες και εργαζόμενους, καθώς και τη γαλήνη του κόσμου», ενώ το ΚΚΕ μίλησε για μια «σκοτεινή υπόθεση». Ο Γεώργιος Ράλλης ενημέρωσε το πρωί τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Καραμανλή και σε δηλώσεις του κατηγόρησε τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ για «εκμετάλλευση του τραγικού γεγονότος».
Ποια ήταν η Τρομοκρατική Οργάνωση που ανέλαβε την ευθύνη
Με προκήρυξη που έφτασε μέσω ταχυδρομείου στις εφημερίδες, στις 22 Δεκεμβρίου, η οργάνωση-φάντασμα «Επαναστατική Οργάνωση Οκτώβρης 80» η οποία υποστήριξε ότι ήταν παρακλάδι του ΕΛΑ, ανέλαβε την ευθύνη του εμπρησμού. Μεταξύ άλλων, στην προκήρυξη αναφερόταν ότι «κάθε επιχείρηση, έτσι και αυτές στηρίζονται στην εκμετάλλευση των προλετάριων. Τα αφεντικά εκμεταλλεύονται της ανάγκη των προλετάριων να έχουν ένα εισόδημα για να ζήσουν και τους στριμώχνουν στο μεροκάματο, την αλλοτρίωση και τη μιζέρια».
Το πιο εντυπωσιακό ήταν ότι οι κορυφαίες τρομοκρατικές οργανώσεις της εποχής, ΕΛΑ και 17Ν αποκήρυξαν την ενέργεια. Ο ΕΛΑ, κατήγγειλε όσους είχαν αποχωρήσει από τις τάξεις του, ενώ αποκάλυψε στο περιοδικό «Αντιπληροφόρηση» ότι η εμπρηστική ουσία έχει εισαχθεί από την Ολλανδία και χρησιμοποιείται για την επιτάχυνση της φωτιάς σε πετρελαιοπηγές. Κριτική στο διπλό τρομοκρατικό χτύπημα άσκησε και η 17Ν. Με προκήρυξή της, που δημοσιοποιήθηκε στις 24 Ιουλίου 1981, υποστήριξε ότι ήταν «επιχειρησιακά ασυντόνιστες, όχι κατάλληλα προετοιμασμένες και πολιτικά επιβλαβείς».
Οι άκαρπες συλλήψεις αντιεξουσιαστών
Η πρώτη σύλληψη δεν άργησε να γίνει από την αστυνομία, όμως ο ύποπτος αφέθηκε ελεύθερος καθώς δεν προέκυψαν επαρκή στοιχεία εις βάρος του.
Λίγο αργότερα συλλαμβάνονται η Αικατερίνη και Ευαγγελία Τσαγκαράκη, δύο αδελφές 23 και 20 ετών αντίστοιχα, καθώς η μία φερόταν ότι «είχε επαφές με άτομα του αντιεξουσιαστικού χώρου».
Ο ανακριτής της υπόθεσης, Μιχάλης Μαργαρίτης, τις απαλλάσσει. Οι προσαγωγές πολλαπλασιάζονται χωρίς αποτέλεσμα. Το πολιτικό κλίμα στη χώρα φορτίζεται επικίνδυνα.Εκτακτα μέτρα φρούρησης λαμβάνονται σε σούπερ μάρκετ, πολυκαταστήματα και τράπεζες, ενώ για πρώτη φορά στα ελληνικά χρονικά, γίνεται έλεγχος των τσαντών στις εισόδους των πολυκαταστημάτων.
Οι επιθέσεις στα πολυκαταστήματα δεν έχουν εξιχνιαστεί μέχρι σήμερα και έχουν παραγραφεί δικαστικά.