Τους εγκεφάλους 23 ενήλικων ανθρώπων με δυσλεξία και 22 χωρίς μελέτησαν με τη βοήθεια λειτουργικής μαγνητικής τομογραφίας ερευνητές από το Βέλγιο, τη Βρετανία και την Ελβετία, με επικεφαλής τον καθηγητή ψυχιατρικής Μπαρτ Μπόετς του Καθολικού Πανεπιστημίου της Λουβέν, στην προσπάθεια τους να απαντήσουν για τα αίτια που προκαλούν την νόσο.
Οι επιστήμονες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι δυσλεκτικοί καταλαβαίνουν κανονικά τις ελάχιστες «μονάδες ήχου» της γλώσσας, με τα οποία δημιουργούνται οι λέξεις, όμως δεν διαθέτουν τα κατάλληλα νευρωνικά «κυκλώματα» για την επεξεργασία τους λόγω των προβλημάτων ενδοεπικοινωνίας του εγκεφάλου, μεταδίδει το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Η δυσλεξία προκαλείται από προβλήματα επικοινωνίας ανάμεσα σε διαφορετικές περιοχές του εγκεφάλου, τις ακουστικές και τις γλωσσικές, που έχουν ως συνέπεια την ελαττωματική νευρική «καλωδίωση», αναφέρει η έρευνα των επιστημόνων.
Η δυσλεξία, που μπορεί να κληρονομηθεί, αποτελεί ένα είδος «τύφλωσης απέναντι στις λέξεις» και είναι άσχετη με τον δείκτη νοημοσύνης, με αποτέλεσμα αρκετοί να μην την θεωρούν πραγματικό ιατρικό πρόβλημα, ενώ άλλοι επιμένουν πως πρόκειται για βιολογικό θέμα που άπτεται της νευροεπιστήμης. Έτσι, μέχρι σήμερα δύο είναι οι κυρίαρχες θεωρίες για τις αιτίες της: είτε ότι προκαλείται από πραγματικά προβλήματα «καλωδίωσης» του εγκεφάλου, είτε ότι προέρχεται απλώς από την ανικανότητα του εγκεφάλου να κατανοήσει τη σχέση ήχων και συμβόλων που απαρτίζουν την ανθρώπινη γλώσσα.
Οπως είπε ο Μπόετς, με την έρευνα αυτή καταρρίπτεται η ευρέως διαδεδομένη άποψη ότι οι άνθρωποι που πάσχουν από αυτήν, έχουν κατώτερη ικανότητα να αναγνωρίσουν και να διακρίνουν τους ξεχωριστούς ήχους μιας γλώσσας. Αντίθετα, όπως είπε, το πρόβλημα πηγάζει από την ελλιπή διασύνδεση ανάμεσα στην ακουστική περιοχή του εγκεφάλου (όπου γίνεται η επεξεργασία των ήχων των φωνημάτων) και στην περιοχή του Μπροκά (όπου γίνεται η ανωτέρου επιπέδου φωνολογική επεξεργασία της γλώσσας).
Οι ερευνητές εξέφρασαν την ελπίδα πως η έρευνά τους μπορεί να βοηθήσει στην ανάπτυξη πιο αποτελεσματικών τεχνικών για τη βελτίωση της κατάστασης των δυσλεκτικών ανθρώπων, για παράδειγμα μέσω μη επεμβατικής διέγερσης του εγκεφάλου (όπως είναι η μαγνητική διακρανιακή διέγερση).