Το παράκαναν τα Νέα στην αντιπαράθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ; Πόσο διαφωνεί με το δελτίο του Μega; Τι είναι στην πραγματικότητα το success story; Πόσα δημοσιογραφικά φάουλ έχει κάνει; Ο Παύλος Τσίμας που σε λίγες μέρες γίνεται 60 ετών και μόλις συμπλήρωσε 20 χρόνια στην τηλεόραση αναλογίζεται πως ίσως «ένας κύκλος έκλεισε», δηλώνει ανεκτικός στους χαρακτηρισμούς περί σταλινικού μιντιακού μπλοκ για τα μέσα ενημέρωσης που εργάζεται, βρίσκει κωμική τη Συριζοφοβία αλλά και βλέπει τον ΣΥΡΙΖΑ ως έναν έφηβο που ψήλωσε απότομα και δεν ξέρει πόσο μακριά είναι τα χέρια του.
Τετάρτη πρωί, υπό καταρρακτώδη βροχή συνάντησα τον Παύλο Τσίμα στο γραφείο του στο Μega όπου ετοιμάζονται τα επόμενα ρεπορτάζ για την εκπομπή του Ερευνα – με σταθερό προσανατολισμό στα θέματα της κρίσης που ξεκίνησαν να τον απασχολούν ήδη από το 2008, τότε που ο υπουργός Οικονομικών Γιάννης Παπαθανασίου τον είχε πάρει τηλέφωνο μεταμεσονύχτια για να τον ρωτήσει ποιος τον έβαλε να πει ότι η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει. Το ίδιο πρωινό της συνάντησής μας, στο πρωτοσέλιδο των Νέων ο πατερούλης Στάλιν κρατά «αγκαλιά» τον Αλέξη Τσίπρα, ενώ στα social media οι ριπές εναντίον του Μega για την μνημονιακή πολιτική είναι καταιγιστικές. Μιλήσαμε πολύ για τις «συνθήκες πολέμου» σε αυτή τη συγκυρία που συναντηθήκαμε, σε μια διαδρομή που ξεκίνησε από μια δυσμενή κομματική μετάθεση... «Δημοσιογράφος έγινα με δυσμενή κομματική μετάθεση που με έφερε στον Ριζοσπάστη. Υποχρεωτικά», εξηγεί. «Όταν πρωτοπήγα δεν μου πέρασε από το μυαλό ότι θα μείνω πολύ καιρό εκεί μέσα. Στην πραγματικότητα πήρα την απόφαση ότι μου αρέσει να είμαι δημοσιογράφος περίπου δύο χρόνια αφότου είχα αρχίσει τυπικά να δουλεύω ως δημοσιογράφος. Όταν τον Σεπτέμβριο του '90 έκλεισε η «Πρώτη» της οποίας ήμουν διευθυντής, έφυγα από το κτήριο του Περισσού που με είχαν καλέσει στη συνεδρίαση της κεντρικής επιτροπής όπου και ελήφθη η απόφαση να κλείσει η «Πρώτη» και πηγαίνοντας προς την εφημερίδα για να το ανακοινώσω στους υπόλοιπους, μέσα μου πήρα δυο αποφάσεις. Πρώτον, ότι αυτό είναι το τέλος της σχέσης μου με το κομμουνιστικό κόμμα με το οποίο ήμουν συνδεδεμένος από τα χρόνια της δικτατορίας και ότι η σχέση μου θα τελείωνε έτσι: Δεν θα πω τίποτα, δεν θα κάνω κάποια αίτηση, απλά δεν θα ξαναπάω. Δεύτερον, ότι τελειώνει και η δημοσιογραφία για μένα και ότι θα ξαναγυρίσω στην δικηγορία. Αποφάσισα ότι θα συνεχίσω με τη δημοσιογραφία δύο μήνες μετά, τον Δεκέμβριο. Ένα βράδυ με κάλεσε να φάμε ο Λέων Καραπαναγιώτης και με έπεισε να συνεχίσω να δοκιμάζω το δημοσιογραφικό πεδίο. Η σχέση μου με τη δημοσιογραφία είναι αυτές οι δυο αποφάσεις.»
33 χρόνια μετά εργάζεστε σε δυο μέσα -Mega και Νέα- που χαρακτηρίστηκαν ως το πιο σταλινικό, μνημονιακό, μιντιακό μπλοκ από τον ΣΥΡΙΖΑ
Αυτά είναι κουβέντες. Είμαι ανεκτικός. Αν ανατρέξω στα χρόνια μου στο Ριζοσπάστη είναι πιθανό να έχω γράψει και εγώ τα ίδια και χειρότερα για άλλους. Αυτές είναι κουβέντες που έχουν τόση αξία όση... Δεν τους δίνω σημασία, είναι η μια όψη του παιχνιδιού της πολιτικής: Πρέπει να κρατάς το στράτευμα φανατισμένο και σε εγρήγορση, άρα πάντα χρειάζεσαι εχθρούς.
Ψυχολογικά σας επηρεάζει η επίθεση από την Αριστερά;
Φυσικά. Πολύ δυσάρεστο είναι. Πάρα πολύ δυσάρεστο. Αλλά πολύ πριν γίνω δημοσιογράφος στα χρόνια που έκανα μεταπτυχιακό στις Πολιτικές Επιστήμες, είχα διαβάσει ένα κείμενο – που το ξαναδιάβασα πολλές φορές έκτοτε- που λέει ότι οι δημοσιογράφοι ανήκουν σε μια κοινωνική κάστα παρία που η υπόλοιπη κοινωνία έχει την άποψη ότι αποτελεί το χειρότερο κατακάθι της από ηθικής απόψεως. Η φράση αυτή ειπώθηκε το 1918 από τον Μαξ Βέμπερ σε μια εποχή κρίσης. Στην εποχή των κρίσεων οι δημοσιογράφοι είναι πάντα ο παρίας στον οποίον η κοινωνία καθρεπτίζει ότι χειρότερο φοβάται ότι έχει μέσα της.
Νιώθετε, προσωπικά, ότι αυτή η κριτική για τα Μέσα που εργάζεστε σας αγγίζει; Εχει αλλάξει κάτι στον τρόπο που σας αντιμετωπίζει το κοινό;
Φυσικό δεν είναι. Φυσικά και κάτι έχει αλλάξει και για μένα προσωπικά. Όχι για κάτι που έχω κάνει εγώ, αλλά επειδή δουλεύω στο Mega. Επειδή το Μega έχει στοχοποιηθεί συμπαρασύρει και εμένα. Πρέπει να φέρεις με καρτερικότητα την συνέπεια της στιγμής. Πολύ πιο άσχημα αισθανόμουν στα πρώτα χρόνια της τηλεόρασης, στην εποχή της ευφορίας όταν πήγαινες κάπου να φας και ένιωθες ότι τα γκαρσόνια θεωρούν υποχρέωσή τους να σου δώσουν καλύτερο τραπέζι επειδή σε είδαν σε τηλεόραση. Το έβρισκα το ίδιο παράλογο με αυτό που συμβαίνει τώρα που κάποιος επειδή σε έχει δει στο γυαλί της τηλεόρασης σε ταυτίζει με ό,τι αισθάνεται ότι φταίει που η ζωή του ανατράπηκε . Αλλά ξαναλέω ότι αυτό είναι φυσικό. Το σύνδρομο "σκότωσε τον αγγελιοφόρο" είναι πανάρχαιο. Ισχύει η φράση του Βέμπερ, είναι φυσικό στην εποχή της κρίσης οι δημοσιογράφοι να αντιμετωπίζονται με ηθική απαξία και οι ίδιοι να βρίσκονται σε συνεχή ηθικά διλλήματα. Ετσι κι αλλιώς η δημοσιογραφία είναι ένα επάγγελμα ηθικά προβληματικό.
Ηθικά διλήμματα. Αισθάνεστε εγκλωβισμένος ποτέ από τη στάση του δελτίου του Mega, μετανιώνετε για απόψεις και θέσεις που λαμβάνονται;
Είναι δυνατόν; Είναι δυνατόν να συμμετέχεις σε ένα δελτίο που διαχειρίζεται κάθε μέρα μια διακεκαυμένη επικαιρότητα και πολλές φορές να πρέπει να πεις μια άποψη χωρίς να έχεις όλα τα στοιχεία μπροστά σου -γιατί τα θέματα μετράνε λεπτά- και να μην έχεις αμφιβολίες και διαφωνίες εκ των υστέρων; Ακόμα και για κάποια πράγματα που είπα εγώ ο ίδιος έχει συμβεί αργότερα να πω ότι έκανα φάουλ. Φυσικά και έχω διαφωνίες με το δελτίο μου...
Διορθώνονται τα φάουλ; Αισθάνεστε την ανάγκη να το κάνετε;
Η ζωή συνεχίζεται. Την επόμενη φορά είσαι πιο προσεκτικός. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος, δεν μπορείς να κάνεις κάτι άλλο. Ο φίλος μου ο Νίκος ο Βούτσης είπε τις προάλλες ότι βρισκόμαστε σε πόλεμο. Αν υποθέσουμε ότι ναι, βρισκόμαστε σε πόλεμο τότε επανέρχεται μια ερώτηση: Τι κάνει ένας δημοσιογράφος σε έναν πόλεμο; Η δημοσιογραφία στον πόλεμο είναι δύσκολη γιατί είτε θα ταυτιστείς με ένα από τα δυο αντιμαχόμενα στρατόπεδα και θα γίνεις προπαγανδιστής του δίκαιου μιας από τις δυο πλευρές οπότε παύεις να είσαι δημοσιογράφος, είτε θα σταθείς ανάμεσα στα δυο στρατόπεδα και θα αισθανθείς ότι έχεις μια υποχρέωση απέναντι στην αλήθεια η οποία όμως σε περίπτωση πολέμου είναι δυσεύρετη έτσι κι αλλιώς. Και είναι πολύ εύκολο ενώ νομίζεις ότι υπηρετείς τον στόχο αναζήτησης της αλήθειας χωρίς να το καταλαβαίνεις να γίνεσαι προπαγανδιστής της μίας πλευράς. Δεν υπάρχει τίποτα πιο δύσκολο από το να καλύπτεις δημοσιογραφικά έναν πόλεμο, πολύ περισσότερο όταν ο πόλεμος είναι εμφύλιος.
Σε ποιο μέτωπο βρίσκεστε σε αυτόν τον πόλεμο;
Σε αυτόν τον πόλεμο δεν παίρνω μέρος. Δεν είμαι εμπόλεμος. Ούτε θα μου άρεσε ούτε θα ωφελούσε αν κατέβαινα με τον όπλο μου σε αυτό τον ιδεατό πόλεμο. Ο ρόλος του δημοσιογράφου δεν είναι να ενσωματώνεται σε μια από τις δυο εμπόλεμες πλευρές. Ο ρόλος του είναι να προσπαθεί να σταθεί ανάμεσα στους εμπόλεμους ή να σωπαίνει. Εγώ σε αυτό τον πόλεμο δεν συμμετέχω.
Αρα τα έχετε «καλά» με όλες τις πλευρές, βρίσκεστε τελικά στο απυρόβλητο. Οχι;
Στην πραγματικότητα δεν τα έχω καλά με καμία πλευρά. Δεν είσαι στο απυρόβλητο, το αντίθετο. Είσαι κινούμενος στόχος από όλες τις πλευρές, αν έχεις ενσωματωθεί σε προστατεύει πάντα ο στρατός σου, αν και πάντα κινδυνεύεις από ατυχήματα.
Μιλώντας για πόλεμο, μήπως τα Νέα τα παρακάνουν και δικαιώνουν τον ΣΥΡΙΖΑ με την εμμονή τους σε αυτή την αντιπαράθεση;
Πιθανόν. Δεν αποκλείεται...Πρέπει να πω ότι υπάρχει ένα διάχυτο κλίμα, μια Συριζοφοβία που κυκλοφορεί. Μου φαίνεται αστεία, κωμική. Το ίδιο κωμική όσο μου φαίνεται και η πόζα του ΣΥΡΙΖΑ ότι είμαστε οι άγγελοι στις πύλες της πόλης για να την απελευθερώσουμε και οι σκοτεινές δυνάμεις μας ρίχνουν καυτό λάδι από τα μιντιακά τους κάστρα. Κωμικές αφηγήσεις και οι δύο, ασύμβατες με την πραγματικότητα της χώρας.
Η μάχη της διαπλοκής μαίνεται και εσείς εργάζεσθε σε δύο μέσα –Mega και Τα Νέα- που έχουν κατηγορηθεί ως προπύργια της διαπλοκής.
Η μάχη ενός πολιτικού με τη διαπλοκή, τους εκδότες, το εκδοτικό κατεστημένο, είναι τόσο παλιά όσο η λάσπη. Το είδαμε το '88 και το '89 με τον Ανδρέα Παπανδρέου, το '92 με τον Μητσοτάκη εναντίον του ΣΚΑΙ, το 95 με τον Εβερτ εναντίον των εκδοτών, το 2000 με τον Καραμανλή εναντίον της διαπλοκής, το 2010 με τον Γιώργο Παπανδρέου. Τώρα το ξαναβλέπουμε. Είναι η γνωστή παλιά ιστορία. Αυτό που διαφέρει από τις προηγούμενες φορές είναι ότι παλιά δεν έπαιρνε προσωπικό χαρακτήρα, δεν ήταν προσωπική αντιπαράθεση. Τώρα είναι προσωπική αντιπαράθεση με συγκεκριμένα άτομα, με τον Χαντζόπουλο, τον Πρετεντέρη... Πιστεύω ότι παρασύρεται ο ΣΥΡΙΖΑ και το κάνει αυτό γιατί έχει πάθει αυτό που παθαίνουν οι έφηβοι που ψηλώνουν απότομα και δεν ξέρουν πόσο μακριά είναι τα χέρια τους. Ετσι και ο ΣΥΡΙΖΑ νομίζει ότι είναι ακόμα ένα μικρό κόμμα, ένας όμιλος αριστερού προβληματισμού, ενώ στην πραγματικότητα είναι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης που διεκδικεί να γίνει κυβέρνηση.
Την αντιπαράθεση με συγκεκριμένα πρόσωπα την αποδίδετε, δηλαδή, μόνο σε αυτό το εφηβικό αντανακλαστικό;
Είναι αυτό που στα σχολικά βιβλία γράφουν «με την ορμή των νεοφώτιστων στα στήθη οι μουσουλμάνοι ξεκίνησαν να κατακτήσουν τη Δύση...» Είναι μια τέτοια ορμή. Χαριτωμένη και επικίνδυνη. Χαριτωμένη, αρκεί να μην βρεθούν μπροστά σου.
Εχουμε συνθήκες Εμφυλίου πολέμου; Μνημονιακοί και αντιμνημονιακοί;
Δεν πιστεύω ότι ζούμε σε συνθήκες πολέμου. Αν είναι να πολεμήσουμε ας το κάνουμε για κάτι που αξίζει. Εξαρχής είχα αυτή τη άποψη, ότι είναι προβληματικό να βλέπουμε το μνημόνιο ως διαχωριστική γραμμή στην πολιτική ζωή και στην κοινωνία. Δεν πίστεψα ποτέ ότι είναι η αληθινή διαχωριστική γραμμή. Εξαρχής αρνήθηκα να στρατευθώ σε μια γραμμή μνημόνιο-αντιμνημόνιο. Όταν επιβλήθηκε το μνημόνιο είχα αρκετή διαύγεια και είχα κάνει αρκετό ρεπορτάζ για να πιστεύω και να γράφω ότι δεν θα οδηγήσει πουθενά. Εγραφα ότι θα οδηγήσει σε μεγαλύτερο και όχι μικρότερο χρέος, σε ένα μεγάλο κοινωνικό σοκ και σε μια αδυναμία εφαρμογής γιατί είναι αδύνατο να εφαρμόσει οτιδήποτε η κρατική διοίκηση στην Ελλάδα. Είχα εξαρχής την άποψη ότι το μνημόνιο είναι ο λάθος δρόμος. Απλά θεωρούσα ότι το «ναι ή όχι» στο μνημόνιο δεν απαντά στο βασικό πρόβλημα που είχε η χώρα. Η Ελλάδα είχε χρεοκοπήσει ήδη από το 2008 και δεν το ήξερε. Η χώρα είχε χρεοκοπήσει και ο Καραμανλής έλεγε «είμαστε θωρακισμένοι» ο Παπανδρέου «λεφτά υπάρχουν». Η χώρα είχε χρεοκοπήσει, το πολιτικό σύστημα έλεγε ψέματα και πετούσε στα σύννεφα. Όταν η χρεοκοπία έγινε αμετάκλητη το 2010, η διαχωριστή γραμμή έπρεπε να είναι «πετάμε στα σκουπίδια αυτό που χρεοκόπησε και πάμε για κάτι άλλο, ή προσπαθούμε να συντηρήσουμε και να φτιασιδώσουμε αυτή τη σχεδία που έχουμε και να πορευθούμε μαζί της». Τόσο στο μνημονιακό όσο και στο αντιμνημονιακό στρατόπεδο υπάρχουν εξίσου δυνάμεις του παλιού και του καινούριου.
Όπως;
Στον ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν πολλοί σοβαροί άνθρωποι, εκπροσωπεί και ένα χώρο που έχει επεξεργασίες αλλαγής, αλλά στο ίδιο στρατόπεδο βρίσκονται ταυτόχρονα και τα ρετάλια της παλιάς διαφθοράς και του παλιού πελατειακού συστήματος. Στο μνημονιακό στρατόπεδο δεν είναι μόνο οι πολιτικοί που προσπαθούν να σώσουν το τομάρι τους, αλλά και μια μερίδα ανθρώπων που θεώρησαν ότι το μνημόνιο ήταν μια ευκαιρία να αλλάξουν κάποια πράγματα στην Ελλάδα που με το καλό δεν γινόταν.
Υπάρχουν ρόλοι στο δελτίο ειδήσεων του Mega; Πώς διαμορφώνεται η παρουσία σας;
Ρόλοι δεν υπάρχουν. Στη σύσκεψη συμφωνούμε για ποιο θέμα θέλει να μιλήσει ο καθένας. Εγώ τηρώ με θρησκευτική ευλάβεια την αυτοπειθαρχία μου, σπανιότατα ή ποτέ δεν έχω παρέμβει σε άλλο θέμα, ούτε σχολιάζω την άποψη που κάποιος άλλος μπορεί να πει στο δελτίο.
Δεν καυγαδίζετε, επίσης.
Ποτέ. Σε αυτά τα είκοσι χρόνια στην τηλεόραση δεν έχω καυγαδίσει ποτέ. Ακόμη και όταν παρουσίαζα εγώ talk show. Το βρίσκω αισθητικά φτηνό και -εντός εισαγωγικών- ιδεολογικά λάθος. Δεν είναι ο ρόλος της τηλεόρασης να εξάπτει τα πάθη και σίγουρα δεν είναι να διασκεδάζει τους θεατές όπως τον παλιό καιρό διασκέδαζαν οι θεατές βλέποντας τον Καραγκιόζη να παίζει ξύλο με τον Μπάρπα Γιώργο. Δεν πιστεύω σε αυτή την τηλεόραση και δεν θέλω να παίξω ούτε τον ρόλο του Καραγκιόζη ούτε τον ρόλο του Μπάρμπα Γιώργου. Επιβίωσα 20 χρόνια κάνοντας αυτό. Αν αυτό δεν μπορεί να σταθεί στην τηλεόραση μαζεύω τα μπογαλάκια μου και φεύγω.
Ποια θεωρείτε την σημαντικότερη συνέντευξη που έχετε κάνει;
Το πρώτο ρεπορτάζ που έκανα για τα ΝΕΑ τα Χριστούγεννα του 1990. Είχα συμφωνήσει με τον Καραπαναγιώτη να κάνω ένα ρεπορτάζ για το τι σκέφτεται η Αριστερά στην Ευρώπη μετά την πτώση του Τείχους, το τέλος του υπαρκτού σοσιαλισμού. Παραμονή Χριστουγέννων βρέθηκα στο Λονδίνο στο σπίτι του Ερικ Χομπσπάουμ του μεγάλου ιστορικού. Εμεινα στο σπίτι του ως αργά το βράδυ, φάγαμε και συνεχίσαμε να κουβεντιάζουμε. Νομίζω ότι πολιτικά η συζήτηση με αυτόν τον άνθρωπο καθόρισε τον τρόπο με τον οποίο βλέπω τα πράγματα έκτοτε -όχι μόνο επειδή ήταν από τους κορυφαίους σοφούς του αιώνα, αλλά και επειδή εγώ βρισκόμουν σε μια εποχή μετάβασης, είχε μόλις κλείσει για μένα ένα πολιτικό κεφάλαιο, αισθανόμουν πως βρίσκομαι στο κενό. Υπάρχει μια φράση που μου είπε και που την επαναλαμβάνω στον εαυτό μου πότε-πότε: Μου διηγήθηκε πως μετά την εισβολή των Σοβιετικών στην Ουγγαρία υποσχέθηκε στον εαυτό του ότι θα δώσει πίσω την κομματική του ταυτότητα. Είπε όμως στον εαυτό του ότι υπάρχει ένα club στο όποιο δεν θα γίνει ποτέ μέλος: Το club των πρώην κομμουνιστών που έγιναν αντικομμουνιστές. Και προσπαθώ να το τηρήσω κι εγώ. Να μη γίνω ποτέ μέλος του club των πρώην κομμουνιστών που έγιναν αντικομμουνιστές.
Ε, νομίζω πολλοί δημοσιογράφοι θα σας ζήλευαν για αυτή τη συνάντηση.
Ημουν τυχερός, πιο τυχερός από ότι άξιζα. Οταν δούλευα στον Ριζοσπάστη είχε φτάσει να πουλάει τις Κυριακές κάτι λιγότερο από το Βήμα και είχε κατορθώσει να έχει και τον σεβασμό της πιάτσας ως μια κομματική, αλλά πολύ σοβαρή και αξιόλογη εφημερίδα
Εχει ενδιαφέρον ότι σήμερα με τον ΣΥΡΙΖΑ να βρίσκεται στην αξιωματική αντιπολίτευση και να διεκδικεί την πρωτιά στις δημοσκοπήσεις, δεν υπάρχει φύλλο που να τον εκπροσωπεί με αντίστοιχη δυναμική στις πωλήσεις, με αντίστοιχη διείσδυση στο αναγνωστικό κοινό.
Αυτό είναι στενάχωρο. Εχω ζήσει και τα χρόνια του Ριζοσπάστη, μιας κομματικής εφημερίδας αλλά με απήχηση μεγαλύτερη από το κομματικό ακροατήριο, αλλά έχω ζήσει και τα χρόνια του ραδιοφώνου του 902, όπου στην πρώτη μέτρηση που έγινε την άνοιξη του 1989 ήταν το τρίτο ραδιόφωνο της πόλης μετά τον ΣΚΑΪ και τον 9,84. Ηταν πάνω ακόμα και από τον Τop FM το μεγάλο ραδιόφωνο του ΔΟΛ.
Πώς εξηγείται αυτό το παράδοξο; Το σημερινό, εννοώ.
Εξηγείται με την κατάρρευση του πολιτειακού προτύπου στην Ελλάδα. Δεν κατέρρευσαν ένα ή δύο κόμματα αλλά το ίδιο το πρότυπο με το οποίο συγκροτήθηκε η πολιτική ζωή από το 1974 ως σήμερα. Απαξιώθηκε στα μάτια των πολιτών, παρασύροντας μαζί και τα μέσα ενημέρωσης που ταυτίζονται με αυτό, γιατί αντιμετωπίζονται ως παράρτημα του συστήματος. Αυτό δεν συνέβη σε καμία από τις άλλες χώρες που μπήκαν σε κρίση. Και τις παρακολουθώ στενά αυτές τις χώρες, στην Ιρλανδία και στην Πορτογαλία πηγαίνω μια φορά το χρόνο, κάνω ρεπορτάζ, κρατώ επαφές. Εξωτερικά τα πράγματα μοιάζουν ίδια –περικοπές, ανεργία, λιτότητα κ.λπ.- δεν είναι όμως ίδια, γιατί μόνο στην Ελλάδα η οικονομική κρίση συνοδεύτηκε με πλήρη κατάρρευση του πολιτειακού προτύπου. Πουθενά αλλού δεν συνέβη. Αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα, που είναι το χαρακτηριστικό της κρίσης μας και που δυσκολεύονται να καταλάβουν οι ξένοι, είναι ότι η χώρα μας δεν ζει απλώς μια οικονομική κρίση, αλλά μια κατάρρευση. Γιατί οι πολίτες υπακούν τους νόμους; Το κάνουν επειδή φοβούνται τις συνέπειες, αλλά αυτό ποτέ δεν φτάνει και αυτό δεν θα ήταν και δημοκρατία. Μέσα τους είναι δικαιολογημένο να υπακούν τους νόμους να εφαρμόζουν τις αποφάσεις της κυβέρνησης ακόμη κι αν διαφωνούν. Αυτό είναι που στην Ελλάδα τείνει να διαλυθεί, χάθηκε η εσωτερική δικαιολόγηση της συγκρότησης της δημοκρατικής πολιτείας. Κάτι που δεν χάθηκε σε καμιά άλλη χώρα της Ευρώπης, Και αυτή είναι η εξήγηση που η κρίση είναι στην Ελλάδα χειρότερη από άλλες χώρες. Καταλαβαίνετε ότι ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, είναι παράλογο να μιλάμε για τα δελτία ειδήσεων. Για το τι κάνει ένας δημοσιογράφος, τι λένε για αυτόν, το βρίσκω τόσο δεύτερο και φτηνό όταν υπάρχει ένα τεράστιο ερωτηματικό που κρέμεται πάνω από το κεφάλι της χώρας και των παιδιών. Μια τεράστια αγωνία για το τι θα γίνει με τη χώρα;
Είστε απαισιόδοξος;
Ναι δεν μπορώ να πω ότι είμαι αισιόδοξος, είναι ελαφρόμυαλο να είσαι αισιόδοξος. Οι κίνδυνοι είναι περισσότεροι από τις ελπίδες. Οι πιθανότητες είναι εναντίον μας παρά υπέρ μας και είναι πάρα πολύ δύσκολο χωρίς μείζονα καταστροφή να βγεις από μια κατάσταση που μοιάζει αδιέξοδη οικονομικά και πολιτικά.
Τι θα πει success story;
Θα πει μια κυβέρνηση που ανέλαβε να εφαρμόσει ένα σκληρό και δύσκολο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής προσπαθεί να φτιάξει μια αισιόδοξη αφήγηση, που θα βοηθήσει τους ανθρώπους να αντιμετωπίσουν καρτερικά αυτά που τους έρχονται και να επιβιώσει η ίδια στις επόμενες κάλπες των Ευρωεκλογών. Το success story είχε την προϋπόθεση ότι οι Ευρωπαίοι θα δεχθούν να νιώσουν εγκαίρως στην Ελλάδα αυτό που είναι υποχρεωμένοι να κάνουν στο μέλλον: Μια περικοπή του χρέους, μια ελάφρυνση του προγράμματος λιτότητας και μια ένεση αναπτυξιακών επενδύσεων. Αν δεν γίνουν αυτά η Ελλάδα θα πέσει στην άβυσσο. Αλλά δεν θα το κάνουν οι Ευρωπαίοι πριν τον Μάιο και αυτό φέρνει σε δύσκολη θέση την κυβέρνηση.
Θα επιβιώσει η κυβέρνηση μέχρι τις Ευρωεκλογές; Είναι ορόσημο ο Μάιος για τη βιωσιμότητα της κυβέρνησης;
Ξαναδιαβάζω εντατικά την ιστορία των αρχών της δεκαετίας του '50. Αυτά που συμβαίνει τώρα, αυτό το μεγάλο ανακάτεμα στο πολιτικό σύστημα μου θυμίζει όσα έγιναν μόλις τέλειωσε ο Εμφύλιος. Από το '50 ως το '53 είχαμε τρεις εκλογές κυβερνήσεις που έμεναν δυο-τρεις μήνες. Συμμαχίες κομμάτων που άλλαζαν ανά δεκαπενθήμερο, βουλευτές που πήγαιναν από το ένα κόμμα στο άλλο, ο κεντρώος φιλελεύθερος και Βενιζελικός Γιώργος Παπανδρέου εξελέγη βουλευτής με το κόμμα του Παπάγου για να διασωθεί πολιτικά. Τα είδαμε όλα εκείνη την περίοδο και το ίδιο συμβαίνει τώρα. Όπως ο Εμφύλιος διέλυσε τον παραδοσιακό διπολισμό Βενιζελικών - βασιλικών που καθόρισε την Ελλάδα το πρώτο μισό του εικοστού αιώνα, έτσι η κρίση διέλυσε το δίπολο ΠΑΣΟΚ-ΝΔ. Η μετάβαση σε κάτι καινούριο είναι μακρά, δύσκολη και απρόβλεπτη. Θα περάσουμε από πολλές διαδικασίες, δεν είναι ορατό το πολιτικό αύριο. Θα δούμε πολλά επεισόδια στο έργο μέχρι να καταλήξουμε σε μια οριστικοποίηση του πολιτικού σκηνικού. Στη δεκαετία του 50 αυτό πήρε πολλά χρόνια.
Η δυναμική της Χρυσής Αυγής στο πολιτικό σκηνικό πιστεύετε ότι έχει υποχωρήσει μετά τα δραματικά γεγονότα;
Θα διατηρήσει μια απήχηση στα ποσοστά που βρίσκεται τώρα, είναι δύσκολο να πέσει πιο χαμηλά. Ελπίζω, όμως, ότι δεν θα γίνει αυτό που έγινε τον περασμένο χρόνο: το αφεντικό των δρόμων της πόλης. Ως πολιτική παρουσία θα είναι εδώ ακόμα για χρόνια, άλλωστε σε όλη την Ευρώπη η ακροδεξιά ανεβαίνει.
Μιλώντας στο iefimerida.gr ο Γιάννης Πρετεντέρης είχε δηλώσει: «Για ένα δεκάμηνο υποδυόμασταν το θέατρο ότι το χρέος είναι βιώσιμο. Τρίχες: Δεν ήταν.»
Το είδα διαβάσει. Μόνο που δεν συμφωνώ. Το είχα γράψει στα Νέα και είχα κάνει δυο εκπομπές για το θέμα αυτό, όπου το συμπέρασμα ήταν ότι το μνημόνιο οδηγεί σε ακόμα μεγαλύτερο χρέος – αυτή είναι η λογική του. Ασφαλώς μπορεί να είναι ένας δρόμος προς την εξυγίανση των ελλειμάτων, αλλά δεν είναι ένας δρόμος για να μειωθεί το χρέος. Αυτά έλεγα και στο πρώτο άρθρο που έγραψα το 2010 μόλις διάβασα το μνημόνιο και μάλιστα μου έστειλε μια αυστηρή επιστολή ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου που μου έλεγε "τι είναι αυτά που γράφεις δεν έχεις ιδέα από οικονομικά". Τη θυμάμαι τη συνέντευξη του Γιάννη, αλλά δεν θυμάμαι κανέναν να μου λέει εμένα "μην λες ότι δεν πρέπει να γίνει κούρεμα του χρέους", γιατί το είχα ήδη γράψει. Η αλήθεια είναι ότι το καλοκαίρι του 2011, μέχρι να ληφθεί η ευρωπαϊκή απόφαση για το κούρεμα υπήρξε μια ατμόσφαιρα "παιδιά μην τον φωνάζουμε δυνατά γιατί δεν θα το πετύχουμε".Πώς βρεθήκατε στην τηλεόραση;
Τις δυο πρώτες φορές που μου πρότειναν να κάνω τηλεόραση είπα όχι. Το 89 με κάλεσε ο Φώτης Μπόμπολας και μου ζήτησε να έρθω στο Mega και του είπα ότι δεν με ενδιαφέρει. 4 μήνες αργότερα με φώναξε ο Μίνως Κυριακού για να κάνω μια εκπομπή στον ΑΝΤ1 που ξεκινούσε τότε. Για πρώτη φορά έκανα τηλεόραση το 1993 στον ΣΚΑΪ. Και τότε και όταν ήρθε στο Mega δεν ξεκίνησαν για να κάνω καριέρα στην τηλεόραση αλλά για να δουλέψω σε ένα ενδιαφέρον μέσο. Ακούγεται δύσκολο να το πιστέψει κανείς αλλά ποτέ δεν διάλεξα θέμα ή πάνελ εκπομπής προσπαθώντας να προβλέψω αν θα κάνει μεγάλα νούμερα τηλεθέασης.
Ποια είναι τα ρεπορτάζ που δεν θα ξεχάσετε ποτέ;
Ένα ταξίδι στην Αγκόλα αμέσως μετά την λήξη του Εμφυλίου Πολέμου όταν παντού ήταν σπαρμένες νάρκες και τα παιδιά ακρωτηριάζονται. Ενα ταξίδι στο Ιράκ ένα χρόνο μετά την έναρξη του πολέμου όπου κυκλοφορούσες ανάμεσα σε βόμβες και καλάσνικοφ και ένιωθες μια έκρηξη αδρεναλίνης. Θυμάμαι επίσης έντονα τη δεύτερη μέρα των βομβαρδισμών του ΝΑΤΟ στο Βελιγράδι που είχαν κλείσει τα αεροδρόμιο. μια εβδομάδα. Φτάσαμε νύχτα βλέποντας τα αεροπλάνα και ακούγοντας τους ήχους από τις εκρήξεις. Εφτασα στις 3 τα ξημερώματα στο ξενοδοχείο, έπεσα να κοιμηθώ και στις 4 ξύπνησα στο πάτωμα γιατί είχε γίνει μια τρομερή έκρηξη, έσπασαν τα τζάμια και βρέθηκα στο πάτωμα.