Η παράταση της διαπραγμάτευσης λειτουργεί βλαπτικά εκτίμησε ο Ευάγγελος Βενιζέλος για την τακτική που ακολουθεί η Τρόικα με τις συνεχείς αναβολές στις επαφές με τους υπουργούς της κυβέρνησης και στέλνοντας σαφές μήνυμα προς τους δανειστές, υπογράμμισε χαρακτηριστικά πως ουδείς μπορεί να υπερβεί το «σημείο θραύσης της Ελλάδας».
Κατά την ομιλία του στο δείπνο του διήμερου συνεδρίου του «Capital+Vision 2013» που διοργανώνει το Ελληνο-γερμανικό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο με θέμα: «Η μακρά πορεία προς την ανάπτυξη. Διδάγματα από την ύφεση», ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης αφού σημείωσε πως το πραγματικό αντικείμενο της διαπραγμάτευσης είναι εξαιρετικά περιορισμένο», εμφανίστηκε αισιόδοξος για την έκβαση της, κρίνοντας πως «έχουμε όλες τις προϋποθέσεις να αλλάξουμε τη βάση της συζήτησης».
Ο κ. Βενιζέλος τόνισε τη σημασία να προβάλει η χώρα την επιτυχία της δημοσιονομικής προσαρμογής και τη βιωσιμότητα του χρέους και να αλλάξει τη βάση της συζήτησης, «δηλαδή να καλέσουμε όλους τους συνομιλητές μας να αποδεχτούν την πραγματική βάση μιας συζήτησης που όπως διεξάγεται με ανοργάνωτο τρόπο και ανεύθυνο, με επικοινωνιακούς όρους και όπως 'εκτελωνίζεται' στην Ελλάδα, λειτουργεί βλαπτικά για τις προσπάθειες μας, για την Ευρωζώνη και τη διεθνή οικονομία».
«Οι θεσμικοί μας εταίροι πρέπει να κατανοήσουν την κατάσταση, να διαβάσουν σωστά στους αριθμούς, να αντιληφθούν τη δυναμική της οικονομίας και τις πολιτικές και κοινωνικές αντοχές ... Δεν θέλουμε πολιτική διαπραγμάτευση, αλλά οικονομική χωρίς λάθη και μυωπικές προσεγγίσεις ... Θέλουμε να έχουμε πολιτικούς συνομιλητές σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο που είναι ικανοί να κατανοήσουν πραγματικά και σε βάθος τα επιστημονικά και τεχνικά δεδομένα», παρατήρησε χαρακτηριστικά και σημείωσε πόσο σημαντικό είναι να σχηματιστεί κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού στη Γερμανία.
«Πρέπει να γίνει δεκτό», συνέχισε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, «ότι οι στόχοι του προγράμματος μας είναι μακροοικονομικοί και όχι απλώς δημοσιονομικοί» και πλέον «έχουμε τη δυνατότητα να παρουσιάσουμε με πολλούς τρόπους τη βιωσιμότητα του χρέους, αλλά δυστυχώς αυτό δεν γίνεται αντιληπτό άμεσα από τους συνομιλητές μας» και μάλιστα - όπως είπε - αυτό γίνεται ηθελημένα.
Έτσι «εξακολουθούμε να είμαστε εγκλωβισμένοι σε μια συζήτηση για το περιβόητο δημοσιονομικό κενό και το περιβόητο χρηματοδοτικό κενό, σε σχέση με στόχους και προβολές που αφορούν τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους που στην πραγματικότητα είχαν ενταχθεί σε ένα σύστημα υποθέσεων πριν τη δραστική περικοπή του δημοσίου χρέους και πριν διαμορφωθούν οι σημερινές συνθήκες που συμπεριλαμβάνουν και λάθος γενετικούς υπολογισμούς του προγράμματος προσαρμογής, πριν διαπιστώσουμε ότι τώρα έχουμε μια τόσο μεγάλη σωρευτική ύφεση και πριν διαπιστωθεί ότι παρόλα αυτά και εις πείσμα όλων αυτών, η ελληνική πραγματική οικονομία αντιστέκεται και υπάρχει».
Εμείς, ξεκαθάρισε, δεν θέλουμε ούτε πολιτική προσέγγιση που μας απαλλάσσει από ευθύνες που απορρέουν από μια επιστημονική ανάλυση, ούτε μια πολιτική «διαπραγμάτευση» που μας επιτρέπει να ζητάμε εξαιρέσεις ή αποκλίσεις, δηλαδή διαιώνιση της μήτρας της κρίσης, «ζητούμε να έχουμε απέναντί μας υπεύθυνους ηγέτες που αποφασίζουν λαμβάνοντας υπόψη όλα τα δεδομένα με επιστημονική επάρκεια αλλά ταυτόχρονα και με την αναγκαία διορατικότητα σε σχέση με το κοινωνικό φαινόμενο».
Ενόψει του προεκλογικού εξαμήνου για την Ε.Ε. αλλά και την ελληνική Προεδρεία, ο κ. Βενιζέλος εξέφρασε την ανησυχία του μήπως αντί να είναι το εξάμηνο για το μέλλον της Ε.Ε., «κυριαρχήσει ο ευρωσκεπτικισμός, ο οικονομικός εθνικισμός και μια προσέγγιση που καταλύει οριστικά τη θεσμική ισοτιμία των κρατών μελών εις βάρος της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης».
Αναφερόμενος στις εγχώριες προϋποθέσεις για την ανάκαμψη, είπε ότι χωρίζονται σε δημόσιες και ιδιωτικές προϋποθέσεις, με την σταθερότητα της χώρας -η οποία επιβεβαιώθηκε χτες στη Βουλή- να εντάσσεται στην πρώτη κατηγορία, όπως και οι διαρθρωτικές αλλαγές. Εκτίμησε τέλος, πως χρειάζεται «σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα για να επανεκκινήσει η ελληνική οικονομία.