Αντικείμενο αντιπαράθεσης ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ, τον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΔΗΜΑΡ αποτέλεσε ο εκλογικός νόμος, κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης για τις αλλαγές στο δημόσιο τομέα.
Το θέμα άνοιξε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Μητρόπουλος, καλωσορίζοντας μεν την πρόταση της ΔΗΜΑΡ για την κατάργηση του μπόνους των πενήντα εδρών στο πρώτο κόμμα, χαρακτηρίζοντας την ωστόσο υστερόβουλη επειδή το κόμμα του προκαλεί με τη δημοσκοπική του άνοδο.
«Είναι θετικό που έστω και τώρα θυμήθηκε μια θεμελιώδη προγραμματική της δέσμευση, της οποίας, όμως, την επιβολή δεν προέβαλε με σοβαρές αξιώσεις τότε που ήταν ισχυρή, όταν δηλαδή σχηματιζόταν η τρικομματική κυβέρνηση, τον Ιούνιο του 2012», ανέφερε ο κ. Μητρόπουλος, τονίζοντας ότι το κόμμα του «είναι υπέρ της πλήρους και ανόθευτης απλής αναλογικής που δεν δέχεται όρια εισόδου στη Βουλή».
Απαντώντας στον κ. Μητρόπουλο, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ, Κωνσταντίνος Τριαντάφυλλος, ανέφερε ότι «τον Ιούνιο του 2012, πριν από τις δεύτερες εθνικές εκλογές, ο Αλέξης Τσίπρας μετέβη στον Αρειο Πάγο και δήλωσε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι συνασπισμός, αλλά ένα ενιαίο κόμμα, για να μην χάσει τη δυνατότητα των πενήντα εδρών που προέβλεπε ο εκλογικός νόμος σε περίπτωση που ήταν πρώτο κόμμα».
«Εμείς έχουμε καταθέσει την πρότασή μας, είναι καθαρή, και λέει ότι οι πενήντα έδρες- είχαν ως στόχο πολιτικό, πολιτειακό, κομματικό να κατοχυρώνονται οι μονοκομματικές κυβερνήσεις. Απευθυνόταν σε ένα πολιτικό σύστημα της μεταπολίτευσης που τα δύο μεγάλα κόμματα είχαν 80% και 85%. Υπάρχει κανείς σ' αυτή την αίθουσα ή εκτός της αίθουσας αυτής, που να πιστεύει ότι ο σημερινός διπολισμός με δύο κόμματα μπορεί να ξεπεράσει το 50% ή το 60%; Υπάρχει κανείς που να πιστεύει ότι ένα κόμμα -γιατί το είδαμε αυτό να συμβαίνει το Μάιο του 2012- το οποίο παίρνει 18,5% ή 19%, πρέπει να δικαιούται το μπόνους των πενήντα εδρών;», πρόσθεσε ο κ. Τριαντάφυλλος.
«Είναι προφανές ότι τόσο οι εκλογικοί νόμοι όσο τα συντάγματα και τα πολιτικά συστήματα, πρέπει να εκφράζουν αυτό το οποίο υπάρχει στην κοινωνία, όχι με τη μορφή της συγκυρίας ούτε με τη μορφή της βούλησης - δηλαδή του τι θέλω να γίνει -, αλλά με τη μορφή του πώς, πού βρισκόμαστε, πού πάει η χώρα, πού βρίσκεται η κοινωνία, πού είναι το πολιτικό σύστημα.
Με αυτήν την έννοια, λοιπόν, είναι προφανές ότι το μπόνους έρχεται από μία άλλη εποχή, δεν μπορεί να εκφράσει τα κόμματα του 20% ή 25% και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να εκφράσει τη συνταγματική επιταγή για αναλογικό εκλογικό σύστημα», είπε ακόμη
Ο βουλευτής της ΔΗΜΑΡ, Γιάννης Πανούσης, σημείωσε ότι «το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι αν θέλουμε μια μονοδρομική και αληθινή Αριστερά, τη μοναδική μονοδρομική και αληθινή Αριστερά». «Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν θέλουμε μια συνθετική κυβερνώσα Αριστερά. Αν η επιλογή μας είναι η δεύτερη, καλό θα είναι να μην συνεχίσουν τα κόμματα της Αριστεράς να εκδίδουν πιστοποιητικά αριστεροφροσύνης και πολιτικής ορθοφροσύνης ή να κάνουν πόλεμο προθέσεων».
«Κανείς δεν κατέχει την απόλυτη πολιτική αλήθεια, κατά τη γνώμη μου ούτε η Ιστορία. Άρα όσο λιγότερο καταγγέλλουμε τους άλλους ομοϊδεάτες μας τόσο ευκολότερος θα γίνει ο δρόμος, αν πράγματι θέλουμε και επιθυμούμε τον δρόμο της κυβερνώσας Αριστεράς».
«Η απλή άδολη αναλογική είναι θέμα αξιακό, το θέτουμε ευθέως, και είμαστε αποφασισμένοι να κάνουμε ό,τι πρέπει, έτσι ώστε να γίνει και μόνιμο πάγιο εκλογικό σύστημα της χώρας εντός του συντάγματος» επεσήμανε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Βούτσης, ο οποίος χαρακτήρισε «σωστή την πρόταση της ΔΗΜΑΡ ως προς το γράμμα της». Ωστόσο, σημείωσε ότι το κόμμα του δεν θα δεχθεί κόλπα.
«Όχι κόλπα, όχι ad hoc επειδή τώρα η Αριστερά είναι σε αυτή τη φάση. Γιατί κάθε φορά βάζουμε ένα κουστουμάκι και μιλάμε για τα μπόνους ή τα μη μπόνους. Εμείς θέλουμε οπωσδήποτε πάγια ρύθμιση με τη δέσμευση ότι θα συμπεριληφθεί στο σύνταγμα» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Βούτσης.
«Το ζήτημα του εκλογικού νόμου δεν είναι τίποτα άλλο παρά εργαλείο εξυπηρέτησης και αναπαλαίωσης του πολιτικού συστήματος» σχολίασε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ, Νίκος Καραθανασόπουλος. Παράλληλα, χαρακτήρισε υποκριτικό το ενδιαφέρον των κομμάτων τα οποία, όπως υποστήριξε, «αλλάζουν και προσαρμόζουν τις θέσεις τους ανάλογα με τα στενά κομματικά συμφέροντα τους», αποδίδοντας σε αυτό και τις «αντιφατικές δηλώσεις στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ».