Στο Μιανμάρ της νοτιοανατολικής Ασίας, οι χρήστες των betel quid αποκαλύπτουν τον εθισμό τους κάθε φορά που χαμογελούν. Τα δόντια τους έχουν το χρώμα του βαθύ κόκκινου και του μαύρου από το μάσημα των συγκεκριμένων φύλλων αμπελιού που στην χώρα της νοτιοανατολικής Ασίας θεωρείται ως ένα ήπιο διεγερτικό.
Το συγκεκριμένο φυτό, που είναι γνωστό και για τις ιατρικές του ιδιότητες, καταναλώνεται στις ασιατικές κυρίως χώρες και προκαλεί μια εθιστική τόνωση και ευφορία αλλά με δυσμενείς για την υγεία επιπτώσεις.
«Συνήθως οι άνθρωποι μετά το φαγητό πίνουν καφέ ή τσάι. Εγώ πάντα μασάω λίγα φύλλα betel», λέει στο CNN ο Myo Min Than, ένας 28χρονος πωλητής noodle στην υπαίθρια αγορά στη μεγαλύτερη πόλη της Μιανμάρ, τη Γιανγκόν.
«Οπως το τσάι ή ο καφές, τα betel quids προκαλούν μια διέγερση. Αλλά αντίθετα με τα συγκεκριμένα ροφήματα, προκαλούν και καρκίνο», δηλώνει ο καθηγητής ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Ταϊβάν, Ying chin Ko. «Το να καταναλώνεις μια μικρή ποσότητα είναι εντάξει, αλλά στη μεγαλύτερη ποσότητα υπάρχει κίνδυνος να εκδηλωθεί καρκίνος του στόματος», αναφέρει ο καθηγητής ο οποίος πραγματοποίησε μερικές από τις πρώτες μελέτες για τη σχέση μεταξύ των betel quids και του καρκίνου του στόματος στη δεκαετία του 1990.
Ενα «δεματάκι» του συγκεκριμένου ναρκωτικού μπορεί να περιέχει areca, ένα είδους ξηρού καρπού, που είναι τυλιγμένα σε φύλλα betel επικαλυμμένα με επεξεργασμένο ασβέστη. Μερικά επίσης περιέχουν και καπνό ή μπαχαρικά για επιπλέον γεύση όπως κάρδαμο, γαρύφαλλο και γλυκαντικές ουσίες.
Σύμφωνα με καταγεγραμμένα στοιχεία, περίπου 600 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως καταναλώνουν τα συγκεκριμένα «δεματάκια» που σημαίνει ότι τα betel είναι η τέταρτη πιο συχνά χρησιμοποιούμενη ψυχοτρόπος ουσία μετά τον καπνό, το αλκοόλ και τα καφεϊνούχα ποτά